του Παναγιώτη Χηνοφώτη*

Η επέτειος των 198 ετών από την έξοδο του «Αρεως» ζωντανεύει την ιστορική μνήμη του βρικίου «Αρης». Ιδιοκτησίας του Υδραίου Αναστασίου Τσαμαδού (1774-1825) ναυπηγήθηκε το 1807 στη Βενετία1 και έμελλε να γίνει θρύλος στην παγκόσμια ναυτική ιστορία με την έξοδό του από τον όρμο του Ναυαρίνου την 26η/8η Μαΐου (π./ν. ημ.) 1825...


Η έξοδος του «Άρεως» θεωρείται το ανυπέρβλητο κατόρθωμα ενός πλοίου όπου το απαρασάλευτο θάρρος του πληρώματος και η δεξιότητα των ναυτικών χειρισμών κατέστησαν δυνατή την έξοδό (έκπλου) του από τον αποκλεισμένο, εκ 56 εχθρικών πλοίων, όρμο και βαλλόντων συνεχώς με τα 708 συνολικά πυροβόλα τους και πυροβόλα της καταληφθείσας νήσου Σφακτηρίας. Η έξοδος του «Άρεως», μοναδικός και απαράβλητος στο είδος του άθλος στα παγκόσμια ναυτικά χρονικά, αποτελεί κότινο δόξας για τους αγωνιστές του ’21 και τις αρετές τους, με το νόημα των θυσιών τους να αντανακλάται στη ρήση «η φύση μάς καλεί να ζήσουμε, αλλά η αρετή μάς καλεί να θυσιαστούμε»3.

Τη 18η/30ή Απριλίου 1825, ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος κατέπλευσε στη Μεθώνη και αποβίβασε 4.000 στρατιώτες και ικανή ποσότητα πυρομαχικών και τροφίμων, προκειμένου ο Ιμβραήμ να καταλάβει τη στρατηγικής σημασίας Σφακτηρία καθώς και το Νέο και Παλαιό κάστρο του Ναυαρίνου. Η Σφακτηρία, με φρούραρχο τον Σταύρο Σαχίνη, προήσπιζε τον όρμο του Ναυαρίνου και τα κάστρα του, με οκτώ πυροβόλα, 800 Ελληνες και φιλέλληνες υπερασπιστές συνεπικουρούμενους από τον γραμματέα του Εκτελεστικού Αλ. Μαυροκορδάτο, τον υπουργό Πολέμου Χρ. Αναγνωσταρά, τον φρούραρχο του Νεοκάστρου Δημ. Σαχτούρη, τον κυβερνήτη του βρικίου «Αρης», Αν. Τσαμαδό, καθώς και τον ύπαρχο Νικ. Βότση και τον φιλέλληνα Σαντόρε ντι Σανταρόζα, και ναυτικά αγήματα εκ τεσσάρων πλοίων εκ των οκτώ συνολικά αγκυροβολημένων στον προασπισμένο όρμο4.

Την 26η Απριλίου/8η Μαΐου 1825, ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος απέκλεισε τον όρμο, διατεταγμένος σε δύο ναυτικές μοίρες. 

Η πρώτη ΒΔ της Σφακτηρίας, για απαγόρευση προσέγγισης του στολίσκου του Ανδρ. Μιαούλη και η δεύτερη νοτίως, για έλεγχο του όρμου και των συνορμούντων, για την ενίσχυση της άμυνας των δύο κάστρων και της Σφακτηρίας, οκτώ ελληνικών πλοίων μεταξύ των οποίων και το βρίκιον «Αρης». Προ της μεσημβρίας, η νοτιότερη μοίρα, εκ 56 πλοίων πλέουσα σε «γραμμή μετώπου», προσέγγισε τη Σφακτηρία βάλλουσα αδιακόπως με 700 πυροβόλα και αποβιβάζοντας 2.500 Οθωμανούς στη Σφακτηρία. Ο ηρωισμός των Ελλήνων και των φιλελλήνων δεν απέτρεψε τη θυσία 400 εξ αυτών και τη συνεπακόλουθη πτώση της Σφακτηρίας και τον ένδοξο θάνατο των Στ. Σαχίνη, Χρ. Αναγνωσταρά, του κυβερνήτη του «Αρεως» Αν. Τσαμαδού και του φιλέλληνα Σανταρόζα. 

Τα οκτώ πυροβόλα της καταληφθείσας Σφακτηρίας και τα 700 της εισπλέουσας εχθρικής μοίρας στον όρμο επέβαλαν την άμεση άπαρση των ελληνικών πλοίων ώστε να αποφύγουν τον εγκλωβισμό τους εντός του όρμου και την προσβολή τους από τα διασταυρούμενα πυρά τουλάχιστον 47 τουρκοαιγυπτιακών πλοίων και της καταληφθείσας ν. Σφακτηρίας. Τα ελληνικά πλοία υστερούσαν κατά πολύ των οθωμανικών λόγω μικρότερου διαμετρήματος πυροβόλων, βεληνεκούς και χαμηλού ύψους καταστρώματος με συνεπαγόμενη αδυναμία εμβολής. Η ναυτική αντίληψη των Ελλήνων αντεπεξήλθε στην εχθρική αριθμητική υπεροχή. Οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες ιστιοφορίας και τα αβαθή της περιοχής ανέδειξαν τη ναυτοσύνη των πληρωμάτων των έξι πρώτων βρικίων που εξέπλευσαν εγκαίρως, εξουδετερώνοντας τρία εχθρικά πλοία.

Μεταξύ των διασωθέντων από τη Σφακτηρία ήταν ο ύπαρχος του «Αρεως» Νικ. Βότσης, ο Αλ. Μαυροκορδάτος και ο Δημ. Σαχτούρης, οι οποίοι επέβησαν στον «Αρη». Η κυβέρνηση του «Αρεως» ανελήφθη υπό του Ν. Βότση [προγόνου/πάππου του κυβερνήτη του τορπιλοβόλου Τ-11 που βύθισε (18/10/1912) το τουρκικό θωρηκτό «Feth-i Bulend» στον λιμένα της Θεσσαλονίκης]. Ο Ν. Βότσης έθεσε το πλήρωμα «εις τάξιν απάρσεως», αφού προσκύνησαν την εικόνα της Παναγίας και τάζοντάς Της χρύσωμα εάν διεσώζοντο6. Ο «Αρης» αρχίζει τον έκπλου τις πρώτες μεταμεσημβρινές ώρες μέσω της μοναδικής εξόδου του όρμου (εύρους 3/4 ν.μ.). Δεν είναι γνωστό εάν επήρθη στον επίδρομο ιστό το σήμα «εχάθη ο Καπιτάνιος του καραβίου»7 (κατά ειρωνεία της τύχης μόνον το σηματολόγιο του Αν. Τσαμαδού προέβλεπε τέτοια περίπτωση).

Η αφοσίωση του πληρώματος στον ηρωικώς πεσόντα κυβερνήτη τους Αν. Τσαμαδό, το θάρρος, η ναυτοσύνη και η ακλόνητος πίστη στην Παναγία χαλύβδωσαν το βρίκιον «Αρης» και διέπλευσε, ναυμαχώντας επί 5ωρο σχηματισμό 47 εχθρικών πλοίων, βύθισε επτά, διέσπασε τον ναυτικό αποκλεισμό και εξέπλευσε νικηφόρως εκ του εχθρικού πλέον όρμου με απώλεια δύο ναυτών, επτά τραυματίες και πλέοντας πλέον προς Καλαμάτα με διάτρητα ιστία και ραγισμένους ιστούς. Η τρισχιλιετής ναυτική ιστορία της Ελλάδας είναι ένα άληκτο κεφάλαιο ηρωικών κατορθωμάτων απαράμιλλου θάρρους και αυτοθυσίας.

Ο πανηγυρισμός της 100ετίας του Αγώνα «τιμήθηκε» θλιβερά το 1921 με τη βύθιση του «Αρη» στον ναύσταθμο8. Η ιστορική μνήμη επιτάσσει την ονομασία μιας νεότευκτης μονάδος κρούσεως ως «Αρης».

(1) «Τα πλοία του Π.Ν. 1829-1999», αντιναυάρχου Κ. Παΐζη-Παραδέλη, εκδόσεις Αστραία.

(2) Διαφορά 12 ημερών κατά την 100ετία 12/3/1800-12/3/1900.

(3) Ρήση του γέροντος Αντωνίου, καθηγουμένου Ι.Μ. Χοζεβά, «Μορφές του Χοζεβά», σ. 289, αρχιμανδρίτου Κωνσταντίνου, καθηγουμένου της Ι.Μ. Χοζεβά, εκδ. Επτάλοφος, Φεβ. 2021.

(4, 5, 6) «Το Ναυτικό στην Ιστορία των Ελλήνων», τόμος 4, μέρος Η΄, «Ο λυτρωτικός πόλεμος», Μ. Σίμψα, Αθήνα, 1982.

(7) Σηματολόγιον Αν. Τσαμαδού, ό.π. 4, 5, 6.

(8) ό.π. 1.

* Ο κ. Παναγιώτης Χηνοφώτης είναι ναύαρχος (ε.α.) Π.Ν., επίτιμος αρχηγός ΓΕΕΘΑ, πρώην βουλευτής Επικρατείας – υφυπουργός Εσωτερικών.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")