Μια ιδεολογική συμφωνία ωθεί την Αμερική προς απολυταρχισμό, προειδοποιούν ειδικοί
Ανησυχίες λόγω του συνδυασμού μεγάλης τεχνολογίας, μεγάλων μέσων ενημέρωσης, και μεγάλης κυβέρνησης
Η διαμόρφωση μιας απολυταρχικής χώρας έχει σχεδόν ολοκληρωθεί στην Αμερική καθώς οι πιο ισχυροί δημόσιοι και ιδιωτικοί παράγοντες ενώνονται πίσω από την ιδέα ότι δράσεις για την αφαίρεση των διαφορετικών απόψεων μπορούν να δικαιολογηθούν, σύμφωνα με ειδικούς στις σύγχρονες απολυταρχικές ιδεολογίες.
Ενώ πολλοί έχουν προειδοποιήσει για την άνοδο του φασισμού ή σοσιαλισμού στην «χώρα των ελευθέρων», οι ιδέες ήταν ασαφείς ή διαιρεμένες, και επικεντρώνονταν σε μεμονωμένα γεγονότα ή παράγοντες. Τα πρόσφατα γεγονότα, ωστόσο, δείχνουν ότι φαινομενικά ασύνδετα κομμάτια του παζλ της καταπίεσης κολλούν το ένα με το άλλο για να σχηματίσουν ένα πολύπλευρο σύστημα, σύμφωνα με τον Μάικλ Ρέκτενβαλντ, πρώην καθηγητή ανθρωπιστικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο Νέας Υόρκης.
Αλλά πολλοί Αμερικανοί, όπως φαίνεται, έχουν αιφνιδιαστεί ή δεν έχουν καν αντιληφθεί το νεοδιαμορφούμενο καθεστώς, καθώς η ιδέα ότι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι, κυβερνητικοί γραφειοκράτες, μεγάλες εταιρείες, οι υπέρμαχοι της καθεστηκυίας τάξης στα πανεπιστήμια, ομάδες ειδικών και μη κερδοσκοπικές εταιρείες, τα καθιερωμένα μέσα ενημέρωσης, και ακόμα και φαινομενικά λαϊκά κινήματα, λειτουργούν όλα συντονισμένα προς κάποιον κακό σκοπό, φαίνεται μη πιστευτή. Δουλεύει ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας για μια συνωμοσία;
Η πραγματικότητα που τώρα αναδύεται μας δείχνει πως δεν χρειαζόταν καμία μεγάλη συνωμοσία στην πραγματικότητα – απλώς μια ιδεολογική συμφωνία και κάποιος ανεπίσημος συντονισμός, θεωρεί ο Ρέκτενβαλντ.
Παρά την έλλειψη επίσημου οργανισμού διαχείρισης, το αμερικανικό σοσιαλιστικό καθεστώς είναι πράγματι απολυταρχικό, καθώς η ρίζα της ιδεολογίας του απαιτεί πολιτικά κινητοποιημένη επιβολή, είπε στην Epoch Times. Η δύναμη του καθεστώτος δεν είναι ακόμα απόλυτη αλλά γίνεται όλο και πιο αποτελεσματική καθώς διαβρώνει αξίες, ελέγχους και ισορροπίες κατά της τυραννίας που καθιερώθηκαν από παραδοσιακά πιστεύω και καθόρισαν την ίδρυση της Αμερικής.
Τα αποτελέσματα μπορούν να ιδωθούν σε όλη την κοινωνία. Αμερικανοί, ασχέτως εισοδήματος, δημογραφικών στοιχείων, ή κοινωνικής θέσης απολύονται από την δουλειά τους, τους απαγορεύεται η πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες όπως τραπεζική και κοινωνικά μέσα, ή οι επιχειρήσεις τους παραλύουν επειδή εξέφρασαν πολιτική άποψη και ανήκαν σε μια χαρακτηρισμένη ως πολιτική κατώτερη τάξη. Η πρόσβαση σε πηγές πληροφόρησης που δεν λογοκρίνονται από το καθεστώς γίνονται όλο και περισσότερο δυσεύρετη. Κάποια πρόσωπα εξουσίας και επιρροής ετοιμάζουν το επόμενο βήμα, ονομάζοντας μεγάλα τμήματα της κοινωνίας «εξτρεμιστές» και εν δυνάμει τρομοκράτες που χρειάζεται να «βγουν από το πρόγραμμα».
Ενώ η αρχή του καθεστώτος φαίνεται να σχετίζεται με γεγονότα των προσφάτων ετών – την προεδρία Τραμπ, την πανδημία του ιού του ΚΚΚ, την εισβολή στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου – οι ρίζες του πηγαίνουν δεκαετίες πίσω.
Είναι πραγματικά απολυταρχικό;
Τα απολυταρχικά καθεστώτα κατανοούνται συνήθως ως αποτελούμενα από μια κυβέρνηση με έναν δικτάτορα επικεφαλής που ελέγχει την οικονομία, λογοκρίνει τα ΜΜΕ, και καταστέλει τις επικρίσεις με βία. Αυτό δεν ισχύει στην Αμερική αλλά είναι επίσης μια λανθασμένη κατανόηση του πως τέτοια καθεστώτα λειτουργούν, μας λέει η βιβλιογραφία περί απολυταρχισμού.
Για να πάρουν εξουσία, τα καθεστώτα δεν χρειάζεται να ελέγχουν από την αρχή κάθε πτυχή της κοινωνίας μέσω της κυβέρνησης.
Ο Αδόλφος Χίτλερ, επικεφαλής του Εθνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Εργατών στην ναζιστική Γερμανία, χρησιμοποίησε διάφορα μέσα για να ελέγξει την οικονομία, όπως το ότι κέρδισε την συμμόρφωση των διευθυντών της βιομηχανίας εθελοντικά, μέσω εκφοβισμού, ή μέσω αντικατάστασης διευθυντών με πιστούς του κόμματος.
Παρομοίως, το καθεστώς που εμφανίζεται στην Αμερική βασίζεται σε εταιρικούς διευθυντές για να εφαρμόσουν την ατζέντα του εθελοντικά αλλά επίσης μέσω εκφοβισμού από διαδικτυακές στρατιές ακτιβιστών και δημοσιογράφων που παίρνουν την πρωτοβουλία να εκκινούν εκστρατείες δολοφονίας χαρακτήρα και μποϊκοτάζ για να δώσουν ανάπτυξη στην κοινωνική δομή που αυτοί προτιμούν.
Επίσης, ο Χίτλερ αρχικά δεν έλεγξε την διάδοση πληροφοριών μέσω κυβερνητικής λογοκρισίας αλλά μέσω των στρατιών του των αλητών του δρόμου, τα «φαιά πουκάμισα», που εκφόβιζαν και παρεμπόδιζαν σωματικά τους αντιπάλους του ώστε να μην μιλάνε δημόσια.
Η τακτική είναι παρόμοια με τις συχνά επιτυχημένες προσπάθειες να «ακυρώσουν» ή να «κλείσουν» δημόσιους ομιλητές, που κάνουν ακτιβιστές και βίαιοι παράγοντες, όπως η Αντίφα.
Τα ΜΜΕ που έχουν άλλες απόψεις στην Αμερική δεν έχουν φιμωθεί από την κυβέρνηση μέχρι σήμερα. Αλλά πιέζονται πολύ με άλλους τρόπους.
Στην ψηφιακή εποχή, τα μέσα ενημέρωσης βασίζονται σε μεγάλο βαθμό για να τα διαβάσει κόσμος και να επεκτείνουν το κοινό τους, σε κοινωνικά μέσα και διαδικτυακές μηχανές αναζήτησης, στα οποία κυριαρχούν το Facebook και η Google. Και οι δύο εταιρείες εφαρμόζουν μηχανισμούς για την καταστολή των διαφωνούντων μέσων ενημέρωσης.
Η Google προωθεί στα αποτελέσματα αναζήτησης τις πηγές που θεωρεί ότι έχουν «κύρος». Αποτελέσματα αναζήτησης δείχνουν ότι η εταιρεία τείνει να θεωρεί τα ΜΜΕ που είναι ιδεολογικά κοντά σε αυτήν ως έχοντα μεγαλύτερο κύρος. Αυτά τα ΜΜΕ μπορούν μετά να δημοσιεύουν άρθρα επιθέσεων εναντίον των ανταγωνιστών τους, δίνοντας στην Google την δικαιολογία να «κόψει» το «κύρος» των διαφωνούντων.
Το Facebook έχει προσλάβει ελεγκτές αλήθειας από άλλες εταιρείες που έχουν την δύναμη να βάζουν την ταμπέλα «λάθος» και έτσι να μειώνουν το κοινό αυτών των ειδήσεων στην πλατφόρμα τους. Σχεδόν όλοι οι ελεγκτές αλήθειας που επικεντρώνονται σε αμερικανικό περιεχόμενο είναι ιδεολογικά σύμμαχοι με το Facebook.
Προσπάθειες δημιουργίας εναλλακτικών κοινωνικών μέσων έχουν αντιμετωπίσει ακόμα πιο βασικά εμπόδια, όπως φάνηκε με το Parler, η εφαρμογή κινητών του οποίου τερματίστηκε από τις Google και Apple, ενώ η εταιρεία αποβλήθηκε από τους διακομιστές (σέρβερ) της Amazon.
Στον βαθμό που ένα απολυταρχικό καθεστώς απαιτεί ένα ασυνομοκρατούμενο κράτος, δεν υπάρχει νόμος στην Αμερική που να στοχεύει καθαρά αντιφρονούντες. Αλλά υπάρχουν ανησυχητικά σημάδια επιλεκτικής, πολιτικά κινητοποιημένης επιβολής του νόμου. Τα σημάδια φαίνονται από τον καιρό της στόχευσης από την IRS (Εσωτερική Υπηρεσία Φορολογίας) των ομάδων Tea Party (ομάδων που δεν συμφωνούν με την αριστερά) ή την διαφορά στην μεταχείριση που έλαβε ο πρώην σύμβουλος του Τραμπ αντιστράτηγος Μάικλ Φλυν και ο πρώην υποδιευθυντής του FBI Άντριου ΜακΚέιμπ – και οι δύο υποτίθεται ότι είπαν ψέματα σε αστυνομικούς ερευνητές αλλά μόνο στον έναν εξαπολύθηκε ποινική δίωξη. Η κατάσταση μπορεί να γίνει ακόμα χειρότερη καθώς οι περιορισμοί που συνδέονται με τον ιό του ΚΚΚ θεωρούν μεγάλα τμήματα φυσιολογικής ανθρώπινης συμπεριφοράς ως «παράνομα», ανοίγοντας την πόρτα σε σχεδόν μαζική πολιτική στόχευση.
«Πιστεύω πως τα μέσα με τα οποία ένα αστυνομοκρατούμενο κράτος δημιουργείται είναι η δαιμονοποίηση των υποστηρικτών του Τραμπ και η πιθανή χρήση ιατρικών διαβατηρίων για να φτιαχτεί το αποτελεσματικό ισοδύναμο της βαθμολογίας κοινωνικής συμπεριφοράς», είπε ο Ρέκτενβαλντ.
Ενώ η υπακοή στην κυβέρνηση και σε ένα συγκεκριμένο πολιτικό κόμμα παίζει πρωτεύοντα ρόλο, είναι η αφοσίωση στην ιδεολογική ρίζα του απολυταρχισμού που της δίνει τους πολλούς στρατιώτες της, μας λέει βιβλιογραφία στο θέμα.
Απολυταρχική ιδεολογία
Το στοιχείο που «κρατά δυνατό τον απολυταρχισμό ως συνένωση διανοητικών στοιχείων» είναι η φιλοδοξία της θεμελιακής αναδιαμόρφωσης της κοινωνίας – «η θέληση δημιουργίας ενός “Νέου Ανθρώπου”», εξηγεί ο συγγραφέας Ρίτσαρντ Σόρτεν στον «Μοντερνισμό και Απολυταρχισμό: Επανεξέταση των ιδεολογικών πηγών του ναζισμού και σταλινισμού, 1945 έως σήμερα».
Διάφορες ιδεολογίες έχουν προσεγγίσει την φιλοδοξία διαφορετικά, βάσει αυτού που θεωρούσαν ως το κρίσιμο ζήτημα για την επίτευξη της μεταμόρφωσης.
Ο Καρλ Μαρξ, ένας από τους συγγραφείς του Κομμουνιστικού Μανιφέστου, θεωρούσε τον έλεγχο της οικονομίας ως πρωτεύοντα, περιγράφοντας τον σοσιαλισμό ως «σοσιαλιστικοποιημένος άνθρωπος, συνεργαζόμενοι παραγωγοί, ρύθμιση με λογική της συναλλαγής τους με την Φύση, φέρνοντάς την υπό τον κοινό έλεγχό τους, αντί να κυριαρχούνται από αυτήν σαν από τις τυφλές δυνάμεις της Φύσης», στο βιβλίο του Das Kapital.
Ο Αδόλφος Χίτλερ, επικεφαλής του Εθνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Εργατών στην ναζιστική Γερμανία, θεωρούσε την φυλή ως πρωτεύον. Οι άνθρωποι θα έπρεπε να γίνουν «κοινωνικοποιημένοι [ή σοσιαλιστικοποιημένοι]» – δηλαδή μεταμορφωμένοι και τελειοποιημένοι – αφαιρώντας τους Εβραίους και άλλες υποτίθεται «κατώτερες» φυλές από την κοινωνία, ισχυριζόταν.
Η κυρίαρχη μεταξύ των σύγχρονων ιδεολογιών πηγάζει από τις έτσι αποκαλούμενες «κριτικές θεωρίες», όπου η τελειοποιημένη κοινωνία χαρακτηρίζεται απόλυτα από την «ισότητα», που σημαίνει την εξάλειψη των διαφορών στα αποτελέσματα για ανθρώπους σε δημογραφικές κατηγορίες που θεωρούνταν ιστορικά περιθωριοποιημένες. Ο στόχος πρόκειται να επιτευχθεί με την εξάλειψη της πάντοτε παρούσας «λευκής υπεροχής», όπως και αν την ορίζουν οι ιδεολόγοι.
Ενώ τέτοιες ιδεολογίες προτείνουν όλες κολλεκτιβισμό, και καλούν για εθνική ή ακόμα και διεθνή ενοποίηση με κοινό δόγμα μια ατζέντα, είναι ελιτιστικές και δικτατορικές στην εφαρμογή τους, καθώς βρίσκουν πως η ανθρωπότητα δεν είναι ποτέ επαρκώς «αφυπνισμένη» για να ακολουθήσει την ατζέντα τους εθελοντικά.
Στις προφητείες του Μαρξ, η επανάσταση υποτίθεται ότι θα συνέβαινε από μόνη της. Αλλά ποτέ δεν συνέβη, πράγμα που οδήγησε τον Βλαντιμίρ Λένιν, πρώτο επικεφαλής της Σοβιετικής Ένωσης, να καταλήξει πως η επανάσταση χρειάζεται ηγεσία τελικά.
«Η ιδέα είναι ότι έχεις κάποιο πεφωτισμένο κόμμα … που καταλαβαίνει το πρόβλημα του προλεταριάτου καλύτερα από το προλεταριάτο και πρόκειται να τους οδηγήσει ως πρόβατα στην επανάσταση την οποία χρειάζονται για το κοινό καλό», εξήγησε ο Τζέιμς Λίντσυ, συγγραφέας των «Κυνικών Θεωριών: Πως η ακτιβιστική ακαδημαϊκότητα τα έκανε όλα σχετικά με φυλή, φύλο, και ταυτότητα – και γιατί αυτό βλάπτει τους πάντες».
Στοιχεία αυτής της ιδεολογικής βάσης μπορούν να βρεθούν σε ιδεολογίες πολλών σημερινών πολιτικών δυνάμεων, από τους νεοναζί και αναρχοκομμουνιστές, έως τους προοδευτικούς και σε κάποιον βαθμό ακόμα και τους νεοφιλελεύθερους και νεοσυντηρητικούς, ανέφερε ο Λίντσυ.
«Για αυτό βλέπεις τόσο πολλούς σήμερα να λένε ότι η μόνο πιθανή απάντηση είναι μια πλήρης επιστροφή στον κλασικό φιλελευθερισμό ή μια πλήρης απόρριψη του φιλελευθερισμού συνολικά ως έχοντα την σίγουρη τάση να δημιουργήσει προοδευτισμό, νεοφιλελευθερισμό, κλπ.», είπε.
Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτές οι ιδεολογίες υποστηρίζουν ανοιχτά τον απολυταρχισμό αλλά ότι οδηγούν αναπόφευκτα σε αυτόν.
Ο χάρτης θα μπορούσε να περιγραφεί συνοπτικά ως εξής:
1. Υπάρχει κάτι θεμελιωδώς και αφόρητα λάθος με την τρέχουσα πραγματικότητα
2. Υπάρχει ένα σχέδιο διόρθωσης που απαιτεί την συμμετοχή ολόκληρης της κοινωνίας
3. Όσοι αντιτίθενται στο σχέδιο θα πρέπει να εκπαιδευθούν για το σχέδιο ώστε να το αποδεχθούν
4. Όσοι αντιστέκονται στην πειθώ χρειάζεται να επανεκπαιδευθούν, ακόμα και ενάντια στην θέλησή τους
5. Όσοι δεν αποδεχθούν το σχέδιο με κανέναν τρόπο, χρειάζεται να αφαιρεθούν από την κοινωνία
«Νομίζω αυτή είναι η γενική ιδέα», είπε ο Λίντσυ. «Μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο όπως τον θέλουμε αν όλοι απλώς έχουμε την ίδια γνώμη και συμμετέχουμε στο ενιαίο πρόγραμμα. Είναι μια καταστροφή, ειλικρινά.»
Τα σημεία 4. και 5. φαίνεται να εφαρμόζονται τώρα.
Ο πρώην διευθυντής του Facebook Άλεξ Στάμος ονόμασε πρόσφατα την ευρεία αμφισβήτιση των εκλογικών αποτελεσμάτων του 2020 ως «βαίαιο εξτρεμισμό», τον οποίον οι εταιρείες κοινωνικών μέσων πρέπει να εξαλείψουν με τον ίδιο τρόπο που αντιμετώπισαν την διαδικτυακή στρατολόγηση της τρομοκρατικής ομάδας ISIS.
Το «βασικό πρόβλημα» είπε, είναι ότι «δώσαμε πολύ χώρο, τόσο μέσα στα παραδοσιακά ΜΜΕ όσο και στα κοινωνικά μέσα, σε ανθρώπους να μπορούν να έχουν ένα πολύ ευρύ φάσμα πολιτικών απόψεων» και αυτό οδήγησε στην εμφάνιση «όλο και περισσότερων ακραίων» εναλλακτικών μέσων όπως τα ΟΑΝ και Newsmax.
Ο Στάμος τότε αναρωτήθηκε πως γίνεται να αναμορφωθούν οι Αμερικανοί που αυτομόλησαν στους αντιφρονούντες.
«Πως φέρνεις πίσω αυτούς τους ανθρώπους στην καθιερωμένη και βασιζόμενη σε γεγονότα δημοσιογραφία και πώς προσπαθείς να μας φέρεις όλους στην ίδια πραγματικότητα όπου θα συμφωνούμε για τα θέματα;» ρώτησε σε μια συνέντευξη στο CNN.
«Και μπορείς; Είναι αυτό δυνατό;» ο παρουσιαστής του CNN Μπράιαν Στέλτερ πρόσθεσε.
Η «λογική» είναι η ακόλουθη: Ο Τραμπ ισχυρίστηκε ότι οι εκλογές εκλάπησαν μέσω απάτης και άλλων παρανομιών. Αυτό δεν έχει αποδειχθεί στο δικαστήριο και έτσι θεωρείται λάθος. Οι άνθρωποι που εισέβαλαν στο Αμερικανικό Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου και κατάφεραν να σταματήσουν την καταμέτρηση των εκλεκτορικών ψήφων το έκαναν αυτό επειδή πίστευαν πως οι εκλογές εκλάπησαν. Συνεπώς, οποισδήποτε αμφισβητεί την νομιμότητα των εκλογικών αποτελεσμάτων είναι ένας εξτρεμιστής και εν δυνάμει τρομοκράτης.
Με δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες συγκεντρωμένους να φρουρούν την ορκωμοσία του εκλεγμένου προέδρου Τζο Μπάιντεν, ο βουλευτής Στηβ Κόεν (Δ-Τενν.) είπε πρόσφατα στο CNN ότι όσα μέλη της φρουράς ψήφισαν Τραμπ ανήκουν σε μια «ομάδα υπόπτων» που «ίσως θελήσει να κάνει κάτι», αναφερόμενος σε παλιότερους επικεφαλής άλλων χωρών που «σκοτώθηκαν από τους ανθρώπους τους.»
Ο πρώην διευθυντής του FBI Τζέιμς Κόμυ είπε πρόσφατα ότι το Ρεπουμπλικανικό κόμμα χρειάζεται να «καεί ή να αλλάξει».
«Θέλουν μια χώρα ενός κόμματος», σχολίασε ο συντηρητικός παραγωγός ταινιών Ντινές Ντ’Σούζα σε πρόσφατη εκπομπή ραδιοφώνου. «Αυτό δεν σημαίνει πως δεν θέλουν αντιπολίτευση. Θέλουν μια συμβολική αντιπολίτευση. Θέλουν Ρεπουμπλικανούς όταν αυτοί λένε ποιο είδος Ρεπουμπλικανού είναι εντάξει.»
Όπως ακριβώς ο Μαρξ κατηγόρησε για τα κακά του κόσμου τους καπιταλιστές και ο Χίτλερ τους Εβραίους, το σημερινό καθεστώς τείνει να κατηγορεί τις διάφορες μορφές «λευκής υπεροχής».
«Αποβάλετε τους Ρεπουμπλικανούς του Κογκρέσου που υποκίνησαν την απόπειρα πραξικοπήματος της λευκής υπεροχής», είπε η βουλευτής Κόρι Μπους (Δ-Μο.) σε πρόσφατο μήνυμα στο Τουίτερ, που πήρε 300.000 likes.
Αναφερόταν στους Ρεπουμπλικανούς βουλευτές που ήγειραν ενστάσεις στις 6 Ιαν. για τα εκλογικά αποτελέσματα της Αριζόνα και Πενσυλβάνια. Οι ενστάσεις τους καταψηφίστηκαν.
«Μπορούν οι υπηρεσίες κατασκόπων των ΗΠΑ να σταματήσουν τον λευκό τρόμο;» ρώτησε ο Τζεφ Στάιν της Daily Beast σε πρόσφατο τίτλο, καταλήγοντας ότι ένα κάλεσμα για την «μυστική αστυνομία» να πιάσει «εξτρεμιστές» Αμερικανούς «είναι πολύ πιθανό να πάρει νέα προσοχή».
Υπό το καθεστώς, ισχυρισμοί εκλογικής απάτης – αυτόματη αμφισβήτηση της νομιμότητας του αρχηγού – έχουν γίνει υποκίνηση τρομοκρατίας. Το YouTube (που ανήκει στην Google), το Facebook και το Twitter έχουν είτε απαγορεύσει περιεχόμενο που αναφέρει ότι οι εκλογές είχαν νοθευτεί ή του επισυνάπτουν προειδοποιητικές ετικέτες. Ο επικεφαλής του Τουίτερ Τζακ Ντόρσυ ακούγεται να λέει σε πρόσφατη καταγραφή, ότι η απαγόρευση του λογαριασμού του προέδρου ήταν απλώς η αρχή.
Η προσέγγιση μοιάζει εξαιρετικά με αυτήν του κινεζικού κομμουνιστικού καθεστώτος, το οποίο στοχεύει συνεχώς αντιφρονούντες λόγω «υπονόμευσης» του κράτους ή «διάδοσης φημών».
Ποια εναλλακτική επιλογή υπάρχει;
Αν καλέσματα για μια ριζοσπαστική αναδιοργάνωση του κόσμου είναι εγγενώς απολυταρχικά, πώς μπορεί ο κόσμος να τα αποφύγει; Η ερώτηση μοιάζει να είναι και η απάντησή της. Αν ο απολυταρχισμός εγγενώς απαιτεί πίστη στην ιδεολογία του, δεν μπορεί να υπάρχει σε μια κοινωνία με έλλειψη τέτοιας πίστης.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ιδρύθηκαν επί της ιδέας ότι τα ατομικά δικαώματα δόθηκαν από τον Θεό και είναι αναφαίρετα. Η ιδέα, ριζωμένη σε παραδοσιακά πιστεύω ότι η ανθρώπινη ηθική έχει θεϊκή προέλευση, είναι ένα ισχυρό τείχος προς κάθε προσπάθεια επίθεσης στα δικαιώματα των ανθρώπων ακόμα και για το δικό τους καλό.
«Αν δεν πιστεύετε σε πραγματικό Θεό, μπορείτε να θέσετε ένα ιδανικό Θεού σε αυτό το θέμα … Πρέπει να θέσουμε κάποιου είδους κριτή που είναι πάνω και πέρα από τις δικές μας προκαταλήψεις και διακρίσεις ώστε να διασφαλίσουμε αυτού του είδους τα δικαιώματα. … Επειδή αλλιώς έχεις αυτήν την απείρως χειραγωγίσιμη κατάσταση όπου άνθρωποι με δύναμη και δυναμική εξαναγκασμού μπορούν να εξαλείψουν και να “δικαιολογήσουν” την εξάλειψη των δικαιωμάτων με ανοησίες», είπε ο Ρέκτενβαλντ.
Ακολουθήστε μας στο Facebook @epochtimesgreece
Βοηθήστε μας να διαδώσουμε την αλήθεια, μοιραστείτε αυτό το άρθρο με φίλους σας.
https://theepochtimes.gr/mia-koini-ideologia-othei-tin-ameriki-p/
Τα απολυταρχικά καθεστώτα κατανοούνται συνήθως ως αποτελούμενα από μια κυβέρνηση με έναν δικτάτορα επικεφαλής που ελέγχει την οικονομία, λογοκρίνει τα ΜΜΕ, και καταστέλει τις επικρίσεις με βία. Αυτό δεν ισχύει στην Αμερική αλλά είναι επίσης μια λανθασμένη κατανόηση του πως τέτοια καθεστώτα λειτουργούν, μας λέει η βιβλιογραφία περί απολυταρχισμού.
Για να πάρουν εξουσία, τα καθεστώτα δεν χρειάζεται να ελέγχουν από την αρχή κάθε πτυχή της κοινωνίας μέσω της κυβέρνησης.
Ο Αδόλφος Χίτλερ, επικεφαλής του Εθνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Εργατών στην ναζιστική Γερμανία, χρησιμοποίησε διάφορα μέσα για να ελέγξει την οικονομία, όπως το ότι κέρδισε την συμμόρφωση των διευθυντών της βιομηχανίας εθελοντικά, μέσω εκφοβισμού, ή μέσω αντικατάστασης διευθυντών με πιστούς του κόμματος.
Παρομοίως, το καθεστώς που εμφανίζεται στην Αμερική βασίζεται σε εταιρικούς διευθυντές για να εφαρμόσουν την ατζέντα του εθελοντικά αλλά επίσης μέσω εκφοβισμού από διαδικτυακές στρατιές ακτιβιστών και δημοσιογράφων που παίρνουν την πρωτοβουλία να εκκινούν εκστρατείες δολοφονίας χαρακτήρα και μποϊκοτάζ για να δώσουν ανάπτυξη στην κοινωνική δομή που αυτοί προτιμούν.
Επίσης, ο Χίτλερ αρχικά δεν έλεγξε την διάδοση πληροφοριών μέσω κυβερνητικής λογοκρισίας αλλά μέσω των στρατιών του των αλητών του δρόμου, τα «φαιά πουκάμισα», που εκφόβιζαν και παρεμπόδιζαν σωματικά τους αντιπάλους του ώστε να μην μιλάνε δημόσια.
Η τακτική είναι παρόμοια με τις συχνά επιτυχημένες προσπάθειες να «ακυρώσουν» ή να «κλείσουν» δημόσιους ομιλητές, που κάνουν ακτιβιστές και βίαιοι παράγοντες, όπως η Αντίφα.
Τα ΜΜΕ που έχουν άλλες απόψεις στην Αμερική δεν έχουν φιμωθεί από την κυβέρνηση μέχρι σήμερα. Αλλά πιέζονται πολύ με άλλους τρόπους.
Στην ψηφιακή εποχή, τα μέσα ενημέρωσης βασίζονται σε μεγάλο βαθμό για να τα διαβάσει κόσμος και να επεκτείνουν το κοινό τους, σε κοινωνικά μέσα και διαδικτυακές μηχανές αναζήτησης, στα οποία κυριαρχούν το Facebook και η Google. Και οι δύο εταιρείες εφαρμόζουν μηχανισμούς για την καταστολή των διαφωνούντων μέσων ενημέρωσης.
Η Google προωθεί στα αποτελέσματα αναζήτησης τις πηγές που θεωρεί ότι έχουν «κύρος». Αποτελέσματα αναζήτησης δείχνουν ότι η εταιρεία τείνει να θεωρεί τα ΜΜΕ που είναι ιδεολογικά κοντά σε αυτήν ως έχοντα μεγαλύτερο κύρος. Αυτά τα ΜΜΕ μπορούν μετά να δημοσιεύουν άρθρα επιθέσεων εναντίον των ανταγωνιστών τους, δίνοντας στην Google την δικαιολογία να «κόψει» το «κύρος» των διαφωνούντων.
Το Facebook έχει προσλάβει ελεγκτές αλήθειας από άλλες εταιρείες που έχουν την δύναμη να βάζουν την ταμπέλα «λάθος» και έτσι να μειώνουν το κοινό αυτών των ειδήσεων στην πλατφόρμα τους. Σχεδόν όλοι οι ελεγκτές αλήθειας που επικεντρώνονται σε αμερικανικό περιεχόμενο είναι ιδεολογικά σύμμαχοι με το Facebook.
Προσπάθειες δημιουργίας εναλλακτικών κοινωνικών μέσων έχουν αντιμετωπίσει ακόμα πιο βασικά εμπόδια, όπως φάνηκε με το Parler, η εφαρμογή κινητών του οποίου τερματίστηκε από τις Google και Apple, ενώ η εταιρεία αποβλήθηκε από τους διακομιστές (σέρβερ) της Amazon.
Στον βαθμό που ένα απολυταρχικό καθεστώς απαιτεί ένα ασυνομοκρατούμενο κράτος, δεν υπάρχει νόμος στην Αμερική που να στοχεύει καθαρά αντιφρονούντες. Αλλά υπάρχουν ανησυχητικά σημάδια επιλεκτικής, πολιτικά κινητοποιημένης επιβολής του νόμου. Τα σημάδια φαίνονται από τον καιρό της στόχευσης από την IRS (Εσωτερική Υπηρεσία Φορολογίας) των ομάδων Tea Party (ομάδων που δεν συμφωνούν με την αριστερά) ή την διαφορά στην μεταχείριση που έλαβε ο πρώην σύμβουλος του Τραμπ αντιστράτηγος Μάικλ Φλυν και ο πρώην υποδιευθυντής του FBI Άντριου ΜακΚέιμπ – και οι δύο υποτίθεται ότι είπαν ψέματα σε αστυνομικούς ερευνητές αλλά μόνο στον έναν εξαπολύθηκε ποινική δίωξη. Η κατάσταση μπορεί να γίνει ακόμα χειρότερη καθώς οι περιορισμοί που συνδέονται με τον ιό του ΚΚΚ θεωρούν μεγάλα τμήματα φυσιολογικής ανθρώπινης συμπεριφοράς ως «παράνομα», ανοίγοντας την πόρτα σε σχεδόν μαζική πολιτική στόχευση.
«Πιστεύω πως τα μέσα με τα οποία ένα αστυνομοκρατούμενο κράτος δημιουργείται είναι η δαιμονοποίηση των υποστηρικτών του Τραμπ και η πιθανή χρήση ιατρικών διαβατηρίων για να φτιαχτεί το αποτελεσματικό ισοδύναμο της βαθμολογίας κοινωνικής συμπεριφοράς», είπε ο Ρέκτενβαλντ.
Ενώ η υπακοή στην κυβέρνηση και σε ένα συγκεκριμένο πολιτικό κόμμα παίζει πρωτεύοντα ρόλο, είναι η αφοσίωση στην ιδεολογική ρίζα του απολυταρχισμού που της δίνει τους πολλούς στρατιώτες της, μας λέει βιβλιογραφία στο θέμα.
Απολυταρχική ιδεολογία
Το στοιχείο που «κρατά δυνατό τον απολυταρχισμό ως συνένωση διανοητικών στοιχείων» είναι η φιλοδοξία της θεμελιακής αναδιαμόρφωσης της κοινωνίας – «η θέληση δημιουργίας ενός “Νέου Ανθρώπου”», εξηγεί ο συγγραφέας Ρίτσαρντ Σόρτεν στον «Μοντερνισμό και Απολυταρχισμό: Επανεξέταση των ιδεολογικών πηγών του ναζισμού και σταλινισμού, 1945 έως σήμερα».
Διάφορες ιδεολογίες έχουν προσεγγίσει την φιλοδοξία διαφορετικά, βάσει αυτού που θεωρούσαν ως το κρίσιμο ζήτημα για την επίτευξη της μεταμόρφωσης.
Ο Καρλ Μαρξ, ένας από τους συγγραφείς του Κομμουνιστικού Μανιφέστου, θεωρούσε τον έλεγχο της οικονομίας ως πρωτεύοντα, περιγράφοντας τον σοσιαλισμό ως «σοσιαλιστικοποιημένος άνθρωπος, συνεργαζόμενοι παραγωγοί, ρύθμιση με λογική της συναλλαγής τους με την Φύση, φέρνοντάς την υπό τον κοινό έλεγχό τους, αντί να κυριαρχούνται από αυτήν σαν από τις τυφλές δυνάμεις της Φύσης», στο βιβλίο του Das Kapital.
Ο Αδόλφος Χίτλερ, επικεφαλής του Εθνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Εργατών στην ναζιστική Γερμανία, θεωρούσε την φυλή ως πρωτεύον. Οι άνθρωποι θα έπρεπε να γίνουν «κοινωνικοποιημένοι [ή σοσιαλιστικοποιημένοι]» – δηλαδή μεταμορφωμένοι και τελειοποιημένοι – αφαιρώντας τους Εβραίους και άλλες υποτίθεται «κατώτερες» φυλές από την κοινωνία, ισχυριζόταν.
Η κυρίαρχη μεταξύ των σύγχρονων ιδεολογιών πηγάζει από τις έτσι αποκαλούμενες «κριτικές θεωρίες», όπου η τελειοποιημένη κοινωνία χαρακτηρίζεται απόλυτα από την «ισότητα», που σημαίνει την εξάλειψη των διαφορών στα αποτελέσματα για ανθρώπους σε δημογραφικές κατηγορίες που θεωρούνταν ιστορικά περιθωριοποιημένες. Ο στόχος πρόκειται να επιτευχθεί με την εξάλειψη της πάντοτε παρούσας «λευκής υπεροχής», όπως και αν την ορίζουν οι ιδεολόγοι.
Ενώ τέτοιες ιδεολογίες προτείνουν όλες κολλεκτιβισμό, και καλούν για εθνική ή ακόμα και διεθνή ενοποίηση με κοινό δόγμα μια ατζέντα, είναι ελιτιστικές και δικτατορικές στην εφαρμογή τους, καθώς βρίσκουν πως η ανθρωπότητα δεν είναι ποτέ επαρκώς «αφυπνισμένη» για να ακολουθήσει την ατζέντα τους εθελοντικά.
Στις προφητείες του Μαρξ, η επανάσταση υποτίθεται ότι θα συνέβαινε από μόνη της. Αλλά ποτέ δεν συνέβη, πράγμα που οδήγησε τον Βλαντιμίρ Λένιν, πρώτο επικεφαλής της Σοβιετικής Ένωσης, να καταλήξει πως η επανάσταση χρειάζεται ηγεσία τελικά.
«Η ιδέα είναι ότι έχεις κάποιο πεφωτισμένο κόμμα … που καταλαβαίνει το πρόβλημα του προλεταριάτου καλύτερα από το προλεταριάτο και πρόκειται να τους οδηγήσει ως πρόβατα στην επανάσταση την οποία χρειάζονται για το κοινό καλό», εξήγησε ο Τζέιμς Λίντσυ, συγγραφέας των «Κυνικών Θεωριών: Πως η ακτιβιστική ακαδημαϊκότητα τα έκανε όλα σχετικά με φυλή, φύλο, και ταυτότητα – και γιατί αυτό βλάπτει τους πάντες».
Στοιχεία αυτής της ιδεολογικής βάσης μπορούν να βρεθούν σε ιδεολογίες πολλών σημερινών πολιτικών δυνάμεων, από τους νεοναζί και αναρχοκομμουνιστές, έως τους προοδευτικούς και σε κάποιον βαθμό ακόμα και τους νεοφιλελεύθερους και νεοσυντηρητικούς, ανέφερε ο Λίντσυ.
«Για αυτό βλέπεις τόσο πολλούς σήμερα να λένε ότι η μόνο πιθανή απάντηση είναι μια πλήρης επιστροφή στον κλασικό φιλελευθερισμό ή μια πλήρης απόρριψη του φιλελευθερισμού συνολικά ως έχοντα την σίγουρη τάση να δημιουργήσει προοδευτισμό, νεοφιλελευθερισμό, κλπ.», είπε.
Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτές οι ιδεολογίες υποστηρίζουν ανοιχτά τον απολυταρχισμό αλλά ότι οδηγούν αναπόφευκτα σε αυτόν.
Ο χάρτης θα μπορούσε να περιγραφεί συνοπτικά ως εξής:
1. Υπάρχει κάτι θεμελιωδώς και αφόρητα λάθος με την τρέχουσα πραγματικότητα
2. Υπάρχει ένα σχέδιο διόρθωσης που απαιτεί την συμμετοχή ολόκληρης της κοινωνίας
3. Όσοι αντιτίθενται στο σχέδιο θα πρέπει να εκπαιδευθούν για το σχέδιο ώστε να το αποδεχθούν
4. Όσοι αντιστέκονται στην πειθώ χρειάζεται να επανεκπαιδευθούν, ακόμα και ενάντια στην θέλησή τους
5. Όσοι δεν αποδεχθούν το σχέδιο με κανέναν τρόπο, χρειάζεται να αφαιρεθούν από την κοινωνία
«Νομίζω αυτή είναι η γενική ιδέα», είπε ο Λίντσυ. «Μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο όπως τον θέλουμε αν όλοι απλώς έχουμε την ίδια γνώμη και συμμετέχουμε στο ενιαίο πρόγραμμα. Είναι μια καταστροφή, ειλικρινά.»
Τα σημεία 4. και 5. φαίνεται να εφαρμόζονται τώρα.
Ο πρώην διευθυντής του Facebook Άλεξ Στάμος ονόμασε πρόσφατα την ευρεία αμφισβήτιση των εκλογικών αποτελεσμάτων του 2020 ως «βαίαιο εξτρεμισμό», τον οποίον οι εταιρείες κοινωνικών μέσων πρέπει να εξαλείψουν με τον ίδιο τρόπο που αντιμετώπισαν την διαδικτυακή στρατολόγηση της τρομοκρατικής ομάδας ISIS.
Το «βασικό πρόβλημα» είπε, είναι ότι «δώσαμε πολύ χώρο, τόσο μέσα στα παραδοσιακά ΜΜΕ όσο και στα κοινωνικά μέσα, σε ανθρώπους να μπορούν να έχουν ένα πολύ ευρύ φάσμα πολιτικών απόψεων» και αυτό οδήγησε στην εμφάνιση «όλο και περισσότερων ακραίων» εναλλακτικών μέσων όπως τα ΟΑΝ και Newsmax.
Ο Στάμος τότε αναρωτήθηκε πως γίνεται να αναμορφωθούν οι Αμερικανοί που αυτομόλησαν στους αντιφρονούντες.
«Πως φέρνεις πίσω αυτούς τους ανθρώπους στην καθιερωμένη και βασιζόμενη σε γεγονότα δημοσιογραφία και πώς προσπαθείς να μας φέρεις όλους στην ίδια πραγματικότητα όπου θα συμφωνούμε για τα θέματα;» ρώτησε σε μια συνέντευξη στο CNN.
«Και μπορείς; Είναι αυτό δυνατό;» ο παρουσιαστής του CNN Μπράιαν Στέλτερ πρόσθεσε.
Η «λογική» είναι η ακόλουθη: Ο Τραμπ ισχυρίστηκε ότι οι εκλογές εκλάπησαν μέσω απάτης και άλλων παρανομιών. Αυτό δεν έχει αποδειχθεί στο δικαστήριο και έτσι θεωρείται λάθος. Οι άνθρωποι που εισέβαλαν στο Αμερικανικό Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου και κατάφεραν να σταματήσουν την καταμέτρηση των εκλεκτορικών ψήφων το έκαναν αυτό επειδή πίστευαν πως οι εκλογές εκλάπησαν. Συνεπώς, οποισδήποτε αμφισβητεί την νομιμότητα των εκλογικών αποτελεσμάτων είναι ένας εξτρεμιστής και εν δυνάμει τρομοκράτης.
Με δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες συγκεντρωμένους να φρουρούν την ορκωμοσία του εκλεγμένου προέδρου Τζο Μπάιντεν, ο βουλευτής Στηβ Κόεν (Δ-Τενν.) είπε πρόσφατα στο CNN ότι όσα μέλη της φρουράς ψήφισαν Τραμπ ανήκουν σε μια «ομάδα υπόπτων» που «ίσως θελήσει να κάνει κάτι», αναφερόμενος σε παλιότερους επικεφαλής άλλων χωρών που «σκοτώθηκαν από τους ανθρώπους τους.»
Ο πρώην διευθυντής του FBI Τζέιμς Κόμυ είπε πρόσφατα ότι το Ρεπουμπλικανικό κόμμα χρειάζεται να «καεί ή να αλλάξει».
«Θέλουν μια χώρα ενός κόμματος», σχολίασε ο συντηρητικός παραγωγός ταινιών Ντινές Ντ’Σούζα σε πρόσφατη εκπομπή ραδιοφώνου. «Αυτό δεν σημαίνει πως δεν θέλουν αντιπολίτευση. Θέλουν μια συμβολική αντιπολίτευση. Θέλουν Ρεπουμπλικανούς όταν αυτοί λένε ποιο είδος Ρεπουμπλικανού είναι εντάξει.»
Όπως ακριβώς ο Μαρξ κατηγόρησε για τα κακά του κόσμου τους καπιταλιστές και ο Χίτλερ τους Εβραίους, το σημερινό καθεστώς τείνει να κατηγορεί τις διάφορες μορφές «λευκής υπεροχής».
«Αποβάλετε τους Ρεπουμπλικανούς του Κογκρέσου που υποκίνησαν την απόπειρα πραξικοπήματος της λευκής υπεροχής», είπε η βουλευτής Κόρι Μπους (Δ-Μο.) σε πρόσφατο μήνυμα στο Τουίτερ, που πήρε 300.000 likes.
Αναφερόταν στους Ρεπουμπλικανούς βουλευτές που ήγειραν ενστάσεις στις 6 Ιαν. για τα εκλογικά αποτελέσματα της Αριζόνα και Πενσυλβάνια. Οι ενστάσεις τους καταψηφίστηκαν.
«Μπορούν οι υπηρεσίες κατασκόπων των ΗΠΑ να σταματήσουν τον λευκό τρόμο;» ρώτησε ο Τζεφ Στάιν της Daily Beast σε πρόσφατο τίτλο, καταλήγοντας ότι ένα κάλεσμα για την «μυστική αστυνομία» να πιάσει «εξτρεμιστές» Αμερικανούς «είναι πολύ πιθανό να πάρει νέα προσοχή».
Υπό το καθεστώς, ισχυρισμοί εκλογικής απάτης – αυτόματη αμφισβήτηση της νομιμότητας του αρχηγού – έχουν γίνει υποκίνηση τρομοκρατίας. Το YouTube (που ανήκει στην Google), το Facebook και το Twitter έχουν είτε απαγορεύσει περιεχόμενο που αναφέρει ότι οι εκλογές είχαν νοθευτεί ή του επισυνάπτουν προειδοποιητικές ετικέτες. Ο επικεφαλής του Τουίτερ Τζακ Ντόρσυ ακούγεται να λέει σε πρόσφατη καταγραφή, ότι η απαγόρευση του λογαριασμού του προέδρου ήταν απλώς η αρχή.
Η προσέγγιση μοιάζει εξαιρετικά με αυτήν του κινεζικού κομμουνιστικού καθεστώτος, το οποίο στοχεύει συνεχώς αντιφρονούντες λόγω «υπονόμευσης» του κράτους ή «διάδοσης φημών».
Ποια εναλλακτική επιλογή υπάρχει;
Αν καλέσματα για μια ριζοσπαστική αναδιοργάνωση του κόσμου είναι εγγενώς απολυταρχικά, πώς μπορεί ο κόσμος να τα αποφύγει; Η ερώτηση μοιάζει να είναι και η απάντησή της. Αν ο απολυταρχισμός εγγενώς απαιτεί πίστη στην ιδεολογία του, δεν μπορεί να υπάρχει σε μια κοινωνία με έλλειψη τέτοιας πίστης.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ιδρύθηκαν επί της ιδέας ότι τα ατομικά δικαώματα δόθηκαν από τον Θεό και είναι αναφαίρετα. Η ιδέα, ριζωμένη σε παραδοσιακά πιστεύω ότι η ανθρώπινη ηθική έχει θεϊκή προέλευση, είναι ένα ισχυρό τείχος προς κάθε προσπάθεια επίθεσης στα δικαιώματα των ανθρώπων ακόμα και για το δικό τους καλό.
«Αν δεν πιστεύετε σε πραγματικό Θεό, μπορείτε να θέσετε ένα ιδανικό Θεού σε αυτό το θέμα … Πρέπει να θέσουμε κάποιου είδους κριτή που είναι πάνω και πέρα από τις δικές μας προκαταλήψεις και διακρίσεις ώστε να διασφαλίσουμε αυτού του είδους τα δικαιώματα. … Επειδή αλλιώς έχεις αυτήν την απείρως χειραγωγίσιμη κατάσταση όπου άνθρωποι με δύναμη και δυναμική εξαναγκασμού μπορούν να εξαλείψουν και να “δικαιολογήσουν” την εξάλειψη των δικαιωμάτων με ανοησίες», είπε ο Ρέκτενβαλντ.
Ακολουθήστε μας στο Facebook @epochtimesgreece
Βοηθήστε μας να διαδώσουμε την αλήθεια, μοιραστείτε αυτό το άρθρο με φίλους σας.
https://theepochtimes.gr/mia-koini-ideologia-othei-tin-ameriki-p/
0 Comments
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ να γράφετε με Ελληνικούς χαρακτήρες και να είστε κόσμιοι στις εκφράσεις σας. Οποιοδήποτε άλλο σχόλιο με γκρικλις και ξένη γλώσσα θα διαγράφετε. Ευχαριστώ!