ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑ : Διάλυση του ηθικού χαρακτήρα των μαθητών


Πίνακας περιεχομένων

Εισαγωγή

1. Κομμουνιστικά στοιχεία σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση

α. Αποβλάκωση των μαθητών
β. Η καταστροφική φύση της προοδευτικής εκπαίδευσης
γ. Διάλυση του ηθικού χαρακτήρα των μαθητών
δ. Ψυχολογική χειραγώγηση
ε. Η παρείσφρηση στην εκπαίδευση

Παραπομπές

* * *
Εισαγωγή


Η εκπαίδευση παίζει έναν σημαντικό ρόλο στην καλλιέργεια προσωπικής ευεξίας και ολοκλήρωσης, στην διατήρηση κοινωνικής σταθερότητας, και στην εξασφάλιση του μέλλοντος ενός έθνους. Κανένας μεγάλος πολιτισμός στην ανθρώπινη ιστορία δεν έχει πάρει την εκπαίδευση ελαφρά.

Το αντικείμενο της εκπαίδευσης είναι η διατήρηση των ηθικών προτύπων της ανθρωπότητας και η προστασία του θεϊκώς δοσμένου πολιτισμού. Είναι το μέσο μετάδοσης γνώσης και τεχνικής, και κοινωνικοποίησης των ανθρώπων. Σύμφωνα με την παράδοση, οι καλά μορφωμένοι σέβονται τον ουρανό, πιστεύουν στο θείον, και προσπαθούν να ακολουθούν την αρετή της καλοσύνης. Κατέχουν μεγάλη γνώση του παραδοσιακού πολιτισμού όπως και τις γνώσεις ενός ή περισσότερων επαγγελμάτων. Αφοσιωμένοι στην εργασία τους, πιστεύουν στο να φέρονται στους άλλους με καλοσύνη. Αποτελούν τους πυλώνες της κοινωνίας, την εθνική ελίτ, και προστάτες του πολιτισμού. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας και συμπεριφορά τους κερδίζουν θεϊκή εύνοια και ευλογίες.

Έτσι, η καταστροφή της παραδοσιακής εκπαίδευσης είναι ένα απαραίτητο βήμα στο σχέδιο του κομμουνιστικού φαντάσματος να καταργήσει την σύνδεση μεταξύ ανθρώπου και θεϊκού, καταστρέφοντας έτσι την ανθρωπότητα. Για αυτόν τον σκοπό, ο κομμουνισμός έχει υιοθετήσει διάφορες στρατηγικές για να επιτεθεί και να υπονομεύσει την εκπαίδευση τόσο στην Ανατολή όσο και στην Δύση.

Σε χώρες της Ανατολής που έχουν βαθιά ριζωμένες πολιτισμικές παραδόσεις, η εξαπάτηση από μόνη της δεν επαρκεί για να κάνει πλύση εγκεφάλου στον πληθυσμό. Τα κομμουνιστικά κόμματα έχουν συστηματικά σφαγιάσει την καλά μορφωμένη ελίτ για να σταματήσουν αυτούς τους φορείς πολιτισμού από το να μεταδίδουν την παραδοσιακή κληρονομιά του έθνους στην επόμενη γενιά. Ταυτόχρονα, βομβάρδισαν τον υπόλοιπο πληθυσμό με ακατάπαυστη προπαγάνδα.

Στην Δύση, η ιστορία και ρίζες των πολιτισμών δεν είναι τόσο βαθιές, συγκριτικά, πράγμα που έδωσε στον κομμουνισμό εύφορο έδαφος για να μολύνει στα κρυφά την κοινωνία ανατρέποντας και υπονομεύοντας την εκπαίδευση.

Η πλήρης κατάρρευση της Αμερικανικής εκπαίδευσης είναι ένα από τα πιο ανησυχητικά πράγματα που έχουν συμβεί στην χώρα τις τελευταίες λίγες δεκαετίες. Σηματοδοτεί την επιτυχία της αποστολής του κομμουνισμού να παρεισφρήσει και να διαφθείρει την Δυτική κοινωνία.

Αυτό το κεφάλαιο εστιάζεται κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες ως παράδειγμα του πως η εκπαίδευση στις ελεύθερες κοινωνίες έχει υπονομευτεί από τον κομμουνισμό. Από αυτό το παράδειγμα, οι αναγνώστες μπορούν να κατανοήσουν το πως η εκπαίδευση έχει υπονομευτεί σε άλλες χώρες με παρόμοιους τρόπους.

Η κομμουνιστική παρείσφρηση στην Αμερικανική εκπαίδευση εκδηλώνεται σε τουλάχιστον πέντε περιοχές:

Προώθηση κομμουνιστικής ιδεολογίας μεταξύ των νέων. Η κομμουνιστική ιδεολογία κατέλαβε σταδιακά τον ακαδημαϊκό χώρο μέσω παρείσφρησης σε σημαντικά παραδοσιακά πεδία μελέτης, όπως και με την κατασκευή νέων επιστημών που διέπονται από την ιδεολογική του επιρροή. Λογοτεχνία, ιστορία, φιλοσοφία, κοινωνική επιστήμη, ανθρωπολογία, νομική, μέσα ενημέρωσης, και άλλα πεδία έχουν πλημμυριστεί με διάφορα παράγωγα μαρξιστικής θεωρίας. Η «πολιτική ορθότητα» δίνει πλέον την κατεύθυνση για την λογοκρισία της ελεύθερης σκέψης στις πανεπιστημιουπόλεις.

Μείωση της έκθεσης της νεότερης γενιάς στον παραδοσιακό πολιτισμό. Η ορθόδοξη σκέψη, η πραγματική ιστορία, και η κλασική λογοτεχνία έχουν συκοφαντηθεί και περιθωριοποιηθεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Κοινές δικαιολογίες για αυτό περιλαμβάνουν επιχειρήματα ότι τα κλασικά κείμενα δεν είναι πλέον σχετικά με τους μοντέρνους μαθητές, ή ότι τα προγράμματα των σχολείων πρέπει να κάνουν χώρο για περισσότερη «ποικιλότητα» σκέψης.

Μείωση εκπαιδευτικών προτύπων αρχίζοντας από το δημοτικό σχολείο. Επειδή η διδασκαλία έχει όλο και περισσότερο γίνει πιο περιορισμένη και εύκολη, μαθητές της νέας γενιάς γίνονται λιγότερο ικανοί στην γλώσσα, με λιγότερες γνώσεις και με μικρότερη ικανότητα στα μαθηματικά. Κατέχουν λιγότερη γνώση, και η ικανότητά τους για κριτική σκέψη έχει ατροφήσει. Είναι δύσκολο για τέτοιους μαθητές να διαχειριστούν κρίσιμες ερωτήσεις σχετικά με την ζωή και την κοινωνία με έναν λογικό και άμεσο τρόπο, και ακόμα δυσκολότερο για αυτούς να καταλάβουν τις εξαπατήσεις του κομμουνισμού.

Κατήχηση των νέων μαθητών με αποκλίνουσες ιδέες. Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν, οι έννοιες που ενσταλάζονται μέσα τους γίνονται τόσο δυνατές που είναι σχεδόν αδύνατον να τις εντοπίσουν και να τις διορθώσουν.

Καλλιέργεια του εγωισμού, απληστίας και έλλειψης πειθαρχίας των μαθητών. Αυτό περιλαμβάνει την προετοιμασία των μαθητών ώστε να αντιτίθονται στην εξουσία και στην παράδοση, την μεγέθυνση του εγώ τους και της αίσθησης ότι δικαιούνται διάφορα πράγματα, την μείωση της ικανότητάς τους να κατανοούν και να ανέχονται διαφορετικές απόψεις, και την αδιαφορία για την ψυχολογική ανάπτυξή τους.

Ο κομμουνισμός έχει επιτύχει τους στόχους του σε σχεδόν όλες αυτές τις πέντε περιοχές.

1. Κομμουνιστικά στοιχεία στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση

Αν και ο κομμουνισμός είναι πιο έκδηλος στο πανεπιστημιακό επίπεδο, έχει επηρεάσει βαθιά την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια σχολική εκπαίδευση. Η επιρροή του έχει υπονομεύσει την διανοητική ανάπτυξη και ωριμότητα των παιδιών, κάνοντάς τα περισσότερο ευάλωτα σε αριστερές επιρροές στο πανεπιστήμιο. Έχει προκαλέσει γενιές μαθητών να έχουν λιγότερη γνώση και μια εξασθενημένη ικανότητα να σκέφτονται λογικά και να χρησιμοποιούν κριτική σκέψη. Το κίνημα προοδευτικής εκπαίδευσης με επικεφαλής τον Τζον Ντούι εκκίνησε την τάση περισσότερο από έναν αιώνα πριν. Μετέπειτα εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις έχουν γενικά ακολουθήσει την ίδια κατεύθυνση.

Επιπλέον της ενστάλαξης αθεϊσμού, της θεωρίας της εξέλιξης, και κομμουνιστικής ιδεολογίας σε μαθητές, η πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση στις Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιεί ψυχολογική χειραγώγηση που καταστρέφει τα παραδοσιακά πιστεύω και ηθική του μαθητή. Ενσταλάζει ηθικό σχετικισμό και μοντέρνες έννοιες που μεταφέρουν μια διεφθαρμένη συμπεριφορά προς την ζωή. Αυτό συμβαίνει σε όλους τους τομείς εκπαίδευσης. Τα εξεζητημένα μέσα που χρησιμοποιούνται το καθιστούν σχεδόν αδύνατον για τους μαθητές και το κοινό να αμυνθούν κατά αυτής της τάσης.

Ο αυτομολήσας από την KGB Γιούρι Μπεζμιένοφ, που αναφέρθηκε αρχικά στο Πέμπτο Κεφάλαιο, περιέγραψε το 1985 πως η κομμουνιστική ιδεολογική παρείσφρηση στην Αμερική προσέγγιζε την ολοκλήρωση: «Ακόμα κι αν αρχίσετε τώρα, αυτό το λεπτό, αν αρχίσετε να εκπαιδεύετε [μια] νέα γενιά Αμερικανών, θα χρειαστούν δεκαπέντε με είκοσι χρόνια για να αντιστρέψετε την πλημμυρίδα της ιδεολογικής αντίληψης της πραγματικότητας και να την επαναφέρετε στην κανονικότητα και στον πατριωτισμό.» [1]

Ένα τρίτο ενός αιώνα έχει περάσει από τότε που ο Μπεζμιένοφ έδωσε αυτήν την συνέντευξη. Σε αυτήν την περίοδο, ακόμα και καθώς βλέπαμε την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και άλλων σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη, η παρείσφρηση του κομμουνισμού στην Δύση δεν σταμάτησε. Κομμουνιστικά στοιχεία στην Δύση έστρεψαν το βλέμμα τους στην εκπαίδευση θεωρώντας την πρωτεύοντα στόχο. Κατέλαβαν όλες τις βαθμίδες του θεσμού, προωθώντας τις δικές τους διεστραμμένες θεωρίες περί εκπαίδευσης, παιδαγωγικής, και ανατροφής παιδιών.

α. Αποβλάκωση των μαθητών

Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια συνταγματική δημοκρατία (ΣτΜ: republic, όχι democracy). Πρόεδροι, βουλευτές, δήμαρχοι, και μέλη επαρχιακών σχολικών επιτροπών όλα εκλέγονται από το κοινό που ψηφίζει. Αν ένα τέτοιο πολιτικό πλαίσιο μπορεί να λειτουργήσει με έναν τρόπο που είναι πραγματικά ωφέλιμος για όλους εξαρτάται όχι μόνον από το ηθικό επίπεδο των ανθρώπων, αλλά επίσης από το επίπεδο γνώσεών τους και ικανότητας διάκρισης. Αν οι ψηφοφόροι δεν έχουν βαθιές γνώσεις ιστορίας, πολιτικών και οικονομικών συστημάτων, και κοινωνικών θεμάτων, θα έχουν δυσκολία να εκλέγουν αξιωματούχους που οι πλατφόρμες τους βασίζονται στα μεγάλης διάρκειας και θεμελιώδη συμφέροντα της χώρας και της κοινωνίας. Αυτό θέτει την χώρα σε επικίνδυνη θέση.

Το 1983, μια ομάδα ειδικών που συνετέθη από το Αμερικανικό υπουργείο Παιδείας έγραψε την αναφορά «Ένα έθνος σε κίνδυνο» μετά από δεκαοκτώ μήνες έρευνας.

Η αναφορά δήλωνε:

«Για να μπορεί η χώρα μας να λειτουργεί, οι πολίτες θα πρέπει να μπορούν να φτάσουν σε κάποιες κοινές κατανοήσεις σε σύνθετα ζητήματα, συχνά με προειδοποίηση που δεν αφήνει πολύ χρόνο και στην βάση αντικρουόμενων ή ελλειπών στοιχείων. Η εκπαίδευση βοηθά στην διαμόρφωση αυτών των από κοινού κατανοήσεων, σημείο που ο Τόμας Τζέφερσον είχε διατυπώσει πολύ καιρό πριν στο δικαίως διάσημο ρητό του: “Δεν γνωρίζω ασφαλές αποθετήριο των υστάτων δυνάμεων της κοινωνίας εκτός από τους ίδιους τους ανθρώπους· και αν τους θεωρούμε όχι επαρκώς διαφωτισμένους για να ασκήσουν τον έλεγχό τους με μια υγιή ικανότητα διακρίσεως, η θεραπεία δεν είναι να τον πάρουμε από αυτούς αλλά να ανυψώσουμε την ικανότητα διακρίσεώς τους”».

Άτομα με λίγες γνώσεις και φτωχή ικανότητα κριτικής σκέψης δεν είναι ικανά να διακρίνουν τα ψέματα και την απάτη. Η εκπαίδευση παίζει τεράστιο ρόλο. Συνεπώς, όταν κομμουνιστικά στοιχεία διεισδύουν σε όλα τα επίπεδα του εκπαιδευτικού συστήματος, οι μαθητές γίνονται σχετικά ανότητοι και αδαείς και έτσι ευάλωτοι σε χειραγώγηση.

Η αναφορά κάνει αυτές τις επιπλέον παρατηρήσεις:

«Οι εκπαιδευτικές βάσεις της κοινωνίας μας επί του παρόντος διαβρώνονται από μια αυξανόμενη πλημμυρίδα μετριότητας που απειλεί το ίδιο μας το μέλλον ως Έθνους και ως λαού. … Αν μια μη φιλική ξένη δύναμη είχε προσπαθήσει να επιβάλει στην Αμερική την μέτρια εκπαιδευτική επίδοση που υπάρχει σήμερα, θα μπορούσαμε να το δούμε ως πράξη πολέμου. Ως έχουν τα πράγματα, έχουμε επιτρέψει σε αυτό να συμβεί εμείς οι ίδιοι. Έχουμε ακόμη και σπαταλήσει τα κέρδη στις μαθητικές επιδόσεις που έγιναν με την αρχή της πρόκλησης Σπούτνικ. Επίσης, έχουμε αποσυναρμολογήσει βασικά συστήματα υποστήριξης που βοήθησαν στην δημιουργία αυτών των κερδών. Έχουμε, ουσιαστικά, διαπράξει το αντίστροφο της μάθησης, μονομερή εκπαιδευτικό αφοπλισμό.» [2]

Η αναφορά παραθέτει τον αναλυτή Πωλ Κόππερμαν να λέει:

«Για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας μας, οι μαθητικές ικανότητες μια γενιάς δεν θα ξεπεράσουν, δεν θα είναι ισάξιες, δεν θα προσεγγίσουν καν, αυτές των γονέων τους.»

Η αναφορά παραθέτει κάποια συγκλονιστικά ευρήματα: Όχι μόνο οι βαθμοί των Αμερικανών μαθητών είναι συχνά οι μικρότεροι σε σύγκριση με αυτούς μαθητών σε άλλες χώρες, αλλά και 23 εκατομμύρια Αμερικανοί ενήλικες είναι λειτουργικά αγράμματοι – δηλαδή, κατέχουν μόνο τις πιο βασικές καθημερινές ικανότητες ανάγνωσης, γραφής, και κατανόησης. Το ποσοστό λειτουργικής αγραμματοσύνης είναι 13 τοις εκατό μεταξύ των 17χρονων και μπορεί να φτάνει το 40 τοις εκατό μεταξύ των νέων μειονοτήτων.

Από το 1963 έως το 1980, οι βαθμολογίες στην Εξέταση Σχολικών Δεξιοτήτων (Scholastic Aptitude Test – SAT) έπεσαν δραματικά, με την μέση προφορική βαθμολογία να μειώνεται περισσότερο από 50 βαθμούς, και την μέση βαθμολογία μαθηματικών να μειώνεται σχεδόν 40 βαθμούς. «Πολλοί 17χρονοι δεν κατέχουν τις “ανώτερου επιπέδου” διανοητικές ικανότητες που θα περιμέναμε από αυτούς. Σχεδόν 40 τοις εκατό δεν μπορούν να εξάγουν συνεπαγωγές από γραπτό υλικό. Μόνο το ένα πέμπτο μπορεί να γράψει ένα πειστικό δοκίμιο. Και μόνο το ένα τρίτο μπορεί να λύσει ένα πρόβλημα μαθηματικών που απαιτεί αρκετά βήματα.» [3]

Στο βιβλίο του 2008 «Η πιο χαζή γενιά: Πως η ψηφιακή εποχή αποχαυνώνει νέους Αμερικανούς και υπονομεύει το μέλλον μας», ο καθηγητής του πανεπιστημίου Έμορυ Μαρκ Μπάουερλαϊν συνέθεσε δεδομένα για τα κενά γνώσης Αμερικανών μαθητών σε θέματα ιστορίας, πολιτικής, μαθηματικών, επιστήμης, τεχνολογίας, καλών τεχνών, και άλλων. Έδωσε το παράδειγμα ενός διαγωνίσματος ιστορίας στην Εθνική Αξιολόγηση Εκπαιδευτικής Προόδου του 2001, στο οποίο 57 τοις εκατό των μαθητών πήραν βαθμολογίες «κάτω από την βάση» και μόνο 1 τοις εκατό πέτυχε μια «προχωρημένη» βαθμολογία. Έκπληξη προκαλεί, ότι σε μια ερώτηση πολλαπλής επιλογής για το ποια χώρα υπήρξε σύμμαχος των ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, 52 τοις εκατό επέλεξε την Γερμανία, Ιαπωνία, ή Ιταλία, αντί για την Σοβιετική Ένωση. Αποτελέσματα σε άλλους τομείς ήταν εξίσου απογοητευτικά. [4]

Η μείωση της ποιότητας της εκπαίδευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι προφανής. Από το 1990, ο όρος «αποβλάκωση» [ή «μείωση εξυπνάδας», dumbing down] έχει εμφανιστεί σε πολλά βιβλία εκπαίδευσης και έχει γίνει μια έννοια που οι Αμερικανοί εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να αποφύγουν. Ο Τζον Τέιλορ Γκάττο, ένας γνωστός εκπαιδευτικός και ερευνητής εκπαίδευσης στην Νέα Υόρκη, έγραψε: «Πάρτε ένα σχολικό βιβλίο πέμπτης τάξης στα μαθηματικά ή ρητορική από το 1850 και θα δείτε ότι τα κείμενα βρίσκονταν σε επίπεδο τότε που θα θεωρούνταν σήμερα πανεπιστημιακό.» [5]

Για να μην δείχνει άσχημο το Αμερικανικό εκπαιδευτικό σύστημα, το Πανεπιστημιακό Συμβούλιο του 1994 επαναπροσδιόρισε τις βαθμολογίες του SAT, των εισαγωγικών εξετάσεων για το πανεπιστήμιο. Όταν η μοντέρνα μορφή του SAT άρχισε να υιοθετείται το 1941, η μέση βαθμολογία των εξετάσεων γλώσσας ήταν 500 βαθμοί (οι άριστοι βαθμοί είναι 800 βαθμοί). Την δεκαετία του 1990, η μέση βαθμολογία είχε πέσει στους 424 βαθμούς. Το Πανεπιστημιακό Συμβούλιο τότε επαναπροσδιόρισε το 424 ως 500 βαθμούς. [6]

Η μείωση της ποιότητας της εκπαίδευσης δεν αντανακλάται μόνον στην μείωση των μαθητικών δεξιοτήτων. Λόγω μιας έλλειψης βασικών γνώσεων, οι ικανότητες κριτικής σκέψης των Αμερικανών μαθητών έχουν πέσει δραστικά. Ο Αμερικανός λόγιος Τόμας Σόγουελ παρατήρησε: «Δεν είναι απλώς ότι ο Τζόννυ δεν μπορεί να διαβάσει, ή ακόμα ότι ο Τζόννυ δεν μπορεί να σκεφτεί. Ο Τζόννυ δεν ξέρει τι σημαίνει σκέψη, επειδή η σκέψη συγχέεται πολύ συχνά με το συναίσθημα σε πολλά δημόσια σχολεία». [7]

Ο λόγος για την μείωση των βαθμολογιών δεν είναι ότι οι μαθητές σήμερα δεν είναι τόσο έξυπνοι όσο πριν, αλλά ότι ο κομμουνισμός σιωπηλά διεξάγει πόλεμο κατά της επόμενης γενιάς, χρησιμοποιώντας την εκπαίδευση ως όπλο. Η Σαρλότ Τόμσον Ίσερμπυτ, μια πρώην ανώτερη σύμβουλος στρατηγικής στο Αμερικανικό Υπουργείο Παιδείας, έγραψε το 1999: «Ο λόγος που οι Αμερικανοί δεν αντιλαμβάνονται αυτόν τον πόλεμο είναι ότι έχει διεξαχθεί στα κρυφά – στα σχολεία του έθνους μας, στοχεύοντας τα παιδιά μας που είναι κρατούμενα στις σχολικές αίθουσες. Οι δράστες του πολέμου χρησιμοποιούν πολύ εξεζητημένα και αποτελεσματικά εργαλεία.» [8]

β. Η καταστροφική φύση της προοδευτικής εκπαίδευσης

Η πίεση κατά της παράδοσης στα Αμερικανικά πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια σχολεία άρχισε με το κίνημα προοδευτικής εκπαίδευσης στις αρχές του εικοστού αιώνα. Οι επόμενες γενιές προοδευτικών εκπαιδευτικών δημιούργησαν μια σειρά ψευδών θεωριών και ομιλιών που προκάλεσαν την αλλαγή των σχολικών προγραμμάτων, την μείωση του επιπέδου του εκπαιδευτικού υλικού, και την μείωση της δυσκολίας των μαθησιακών προτύπων. Αυτό επέφερε τεράστια ζημία στην παραδοσιακή εκπαίδευση.

Από τον Ρουσσώ στον Ντούι

Ο Ντούι, πατέρας της αμερικανικής προοδευτικής εκπαίδευσης, ήταν βαθιά επηρεασμένος από τις ιδέες του γεννημένου στην Ελβετία φιλοσόφου του δεκάτου ενάτου αιώνα Ζαν-Ζακ Ρουσσώ.

Ο Ρουσσώ πίστευε πως οι άνθρωποι είναι καλοί από την φύση τους και ότι τα κοινωνικά προβλήματα είναι υπεύθυνα για την ηθική παρακμή. Είπε ότι όλοι οι άνθρωποι ήταν ελεύθεροι και ίσοι στην γέννηση και ότι δεδομένου ενός φυσικού περιβάλλοντος, ο καθένας θα απολάμβανε τα εγγενή του δικαιώματα. Η ανισότητα, προνόμια, εκμετάλλευση, και η απώλεια της εγγενούς ανθρώπινης καλοσύνης ήταν όλα παράγωγα της κοινωνίας. Για τα παιδιά, ο Ρουσσώ προώθησε ένα μοντέλο «αρνητικής εκπαίδευσης» που θα τα άφηνε να εξερευνούν μόνα τους. Αυτή η εκπαίδευση δεν θα είχε θρησκευτικές, ηθικές, ή πολιτισμικές διδασκαλίες.

Στην πραγματικότητα, η ανθρωπότητα κατέχει καλοσύνη και κακία. Χωρίς την καλλιέργεια της καλοσύνης, οι κακές πτυχές της ανθρώπινης φύσης θα κυριαρχήσουν στο σημείο που οι άνθρωποι δεν θεωρούν καμία μέθοδο πολύ αισχρή και καμία αμαρτία πολύ κακή. Με την κομψή του ρητορεία, ο Ρουσσώ προσέλκυσε πολλούς εξαπατημένους ακολούθους. Η επιβλαβής επιρροή που είχε η παιδαγωγική θεωρία του επί της Δυτικής εκπαίδευσης είναι δύσκολο να υπερεκτιμηθεί.

Περίπου έναν αιώνα αργότερα, ο Ντούι συνέχισε από εκεί που είχε σταματήσει ο Ρουσσώ και επέκτεινε το καταστρεπτικό έργο. Σύμφωνα με τον Ντούι, που είχε επηρεαστεί από την θεωρία εξέλιξης του Δαρβίνου, τα παιδιά θα πρέπει να αποκοπούν από την παραδοσιακή καθοδήγηση των γονέων, της θρησκείας, και του πολιτισμού και να αφεθούν να προσαρμοστούν στα περιβάλλοντά τους. Ο Ντούι ήταν ακόλουθος του πραγματισμού και ηθικού σχετικισμού. Πίστευε πως δεν υπάρχει αμετάβλητη ηθική και ότι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να δρουν και να συμπεριφέρονται όπως νομίζουν. Η έννοια του ηθικού σχετικισμού είναι ένα βασικό πρώτο βήμα στην καθοδήγηση της ανθρωπότητας μακριά από τους ηθικούς κανόνες που τέθηκαν από το θείον.

Ο Ντούι ήταν ένα από τα τριαντατέσσερα άτομα που υπέγραψαν τα ονόματά τους στο αρχικό «Ουμανιστικό μανιφέστο», που είχε γραφτεί το 1933. Σε αντίθεση προς τους ουμανιστές της Αναγέννησης, ο ουμανισμός του εικοστού αιώνα είναι, στον πυρήνα του, βασισμένος στον αθεϊσμό. Βασιζόμενος σε μοντέρνες έννοιες όπως υλισμό και την θεωρία εξέλιξης, θεωρεί το σύμπαν ως υπάρχον από μόνο του και όχι δημιουργημένο και λέει πως τα ανθρώπινα όντα είναι ένα προϊόν μιας συνεχούς βιοχημικής διαδικασίας.

Σε αυτόν τον τρόπο σκέψης, αντικείμενο της εκπαίδευσης είναι να πλάσει και να καθοδηγήσει τους μαθητές σύμφωνα με τις επιθυμίες του εκπαιδευτικού – κάτι όχι θεμελιωδώς διαφορετικό από τον «νέο άνθρωπο» του Καρλ Μαρξ. Ο ίδιος ο Ντούι ήταν ένας δημοκρατικός σοσιαλιστής.

Ο Αμερικανός φιλόσοφος Σίντνεϋ Χουκ είπε: «Ο Ντούι έδωσε στον μαρξισμό την επιστημολογία και κοινωνική φιλοσοφία που είχε δει στο ήμισυ ο Μαρξ και είχε καταγράψει στο ήμισυ στα αρχικά έργα του αλλά δεν είχε ποτέ επαρκώς αρθρώσει.» [9]

Το 1921, καθώς ο εμφύλιος πόλεμος μαινόταν στην Ρωσία, οι Σοβιετικοί βρήκαν τον χρόνο να παράγουν ένα φυλλάδιο εξήντα δύο σελίδων που περιείχε αποσμάσματα από την «Δημοκρατία και Εκπαίδευση» του Ντούι. Το 1929, ο πρύτανης του Δευτέρου Κρατικού Πανεπιστημίου της Μόσχας, Άλμπερτ Π. Πίνκεβιτς, έγραψε: «Ο Ντούι έρχεται απείρως εγγύτερα στον Μαρξ και τους Ρώσους κομμουνιστές.» [10] Ο βιογράφος Άλαν Ράιαν έγραψε ότι ο Ντούι «παρείχε τα όπλα στον τομέα των γραμμάτων για έναν επαρκώς σοσιαλδημοκρατικό, μη απολυταρχικό μαρξισμό.» [11]

Οι προοδευτικοί εκπαιδευτικοί δεν χρησιμοποιούν κανένα πρόσχημα για να καλύψουν τον στόχο τους της μεταμόρφωσης του σκεπτικού των μαθητών προς την ζωή. Για να επιτύχουν αυτόν τον στόχο, έχουν ανατρέψει όλες τις πτυχές της μάθησης, όπως την δομή των μαθημάτων, το διδακτικό υλικό και μεθόδους, και την σχέση μεταξύ διδασκόντων και μαθητών. Η προσωπική εμπειρία θεωρείται ανώτερη από την γνώση που αποκτάται από βιβλία. Η διδασκαλία μέσω ομιλίας έχει δώσει την θέση της σε πρότζεκτ και δραστηριότητες.

Ο συντηρητικός αμερικανικός ιστότοπος Human Events κατέταξε την «Δημοκρατία και Εκπαίδευση» του Ντούι ως υπ’ αριθμόν πέντε στην λίστα του των δέκα πιο επιζήμιων βιβλίων του δεκάτου ενάτου και εικοστού αιώνα. Τόνισε στις παρατηρήσεις του ότι ο Ντούι «δυσφήμισε την εκπαίδευση που εστιάζεται στην παραδοσιακή ανάπτυξη χαρακτήρα και στην παροχή στα παιδιά πραγματικής γνώσης, και ενθάρρυνε την διδασκαλία “ικανοτήτων” σκέψης αντ΄ αυτών.» [12]

Οξύνοες επικριτές έχουν εκθέσει την προοδευτική κλίση στην εκπαίδευση από την αρχή. Το βιβλίο του 1949 του Μόρτιμερ Σμιθ «Και τρελά δίδασκε: Ένας μη ειδικός κοιτά στην εκπαίδευση των δημοσίων σχολείων [And Madly Teach: A Layman Looks at Public School Education]» παρέχει μια σύντομη και ολοκληρωμένη απάντηση στις βασικές αρχές της προοδευτικής εκπαίδευσης. [13] Οι προοδευτικοί εκπαιδευτικοί έχουν απορρίψει τέτοιους επικριτές ως «αντιδραστικούς» και χρησιμοποίησαν διάφορα μέσα για να τους καταστείλουν ή να τους αγνοήσουν.

Ο Ντούι πέρασε 25 χρόνια ως καθηγητής στο πανεπιστήμιο Κολούμπια. Κατά την περίοδο που δίδασκε την φιλοσοφία της εκπαίδευσης στο Κολλέγιο Εκπαιδευτικών, τουλάχιστον το ένα πέμπτο όλων των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έλαβαν διδασκαλία ή ανώτερα πτυχία στο Κολούμπια. [14] Σε αντίθεση με άτομα όπως οι Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, Στάλιν, ή Μάο, ο Ντούι φαίνεται να μην είχε κάποια φιλοδοξία να γίνει ένας γκουρού της επανάστασης ή να κατακτήσει τον κόσμο, αλλά το σύστημα εκπαίδευσης που δημιούργησε έγινε ένα από τα πιο ισχυρά εργαλεία του κομμουνισμού.

Η άφεση των μαθητών στις επιθυμίες

Σύμφωνα με την θεωρία εκπαίδευσης του Ρουσσώ, οι άνθρωποι γεννιούνται καλοί και ελεύθεροι, αλλά γίνονται κακοί από την κοινωνία. Συνεπώς, η καλύτερη μέθοδος εκπαίδευσης είναι να δοθεί στα παιδιά το ελεύθερο και να υποχωρήσουμε στην αυθόρμητη ανάπτυξη του παιδιού. Υπό την επιρροή της σκέψης του Ρουσσώ, προοδευτικοί εκπαιδευτικοί από τον καιρό του Ντούι συχνά αναφέρουν αυτές τις ιδέες: Οι αξίες των γονέων και δασκάλων δεν θα πρέπει να επιβάλονται στους μαθητές, τα παιδιά θα πρέπει να αφήνονται να κάνουν τις δικές τους κρίσεις και αποφάσεις καθώς μεγαλώνουν.

Ο Άγγλος ποιητής Σάμιουελ Τέιλορ Κόλεριτζ κάποτε έδωσε με κομψότητα την ακόλουθη ευφυή απάντηση σε αυτόν τον τύπο άποψης: «Ο [Βρετανός ριζοσπάστης] Τέλγουολ το βρίσκει πολύ άδικο να επηρεάζεις το μυαλό ενός παιδιού βάζοντάς του τις όποιες ιδέες πριν φτάσει σε χρόνια διάκρισης, και μπορεί να επιλέξει μόνο του. Του έδειξα τον κήπο μου, και του είπα πως είναι ο βοτανικός μου κήπος. “Πως γίνεται;” είπε, “είναι καλυμμένος με αγριάδες.” – “Ω,” απάντησα, “αυτό είναι απλώς επειδή δεν έχει φτάσει στην ηλικία της διάκρισης και επιλογής. Οι αγριάδες, βλέπεις, πήραν την ελευθερία να μεγαλώσουν, και το σκέφτηκα άδικο σε εμένα να δημιουργήσω προκατάληψη στο έδαφος υπέρ των τριαντάφυλλων και των φραουλιών.”» [15]

Ο εύστροφος ποιητής χρησιμοποίησε την αναλογία για να μεταφέρει στον φίλο του μια αρχή: Η ηθική και σοφία καλλιεργούνται με κόπο. Αν δεν επιβλέπεις έναν κήπο θα αναπτυχθούν πολλές αγριάδες. Η εγκατάλειψη των παιδιών είναι παρόμοιο με το να τα παραδίδεις στις πάντα παρούσες δυνάμεις για κακό. Ισοδυναμεί με ακραία παραμέληση και ανευθυνότητα.

Καλό και κακό είναι παρόντα ταυτόχρονα στην ανθρώπινη φύση. Αν και τα παιδιά είναι συγκριτικά πιο απλά και αγνά από τους ενηλίκους, είναι επίσης επιρρεπή σε οκνηρία, ζήλια, ανταγωνιστικότητα, εγωισμό, και άλλα αρνητικά χαρακτηριστικά. Η κοινωνία είναι ένας μεγάλος κάδος μόλυνσης. Αν τα παιδιά δεν ανατραφούν κατάλληλα, τότε την στιγμή που θα έχουν φτάσει στην «ηλικία διάκρισης και επιλογής», θα έχουν προ πολλού μολυνθεί από κακές σκέψεις και κακές συνήθειες. Αν προσπαθήσουμε να τα εκπαιδεύσουμε σε εκείνο το σημείο θα είναι πολύ αργά.

Η άφεση των μαθητών στις επιθυμίες έφτασε στο ανώτατο σημείο στο παιδαγωγικό λογοτεχνικό έργο «Σάμμερχιλ: Μια ριζοσπαστική προσέγγιση στην ανατροφή παιδιών», που εκδόθηκε το 1960. Ο συγγραφέας του βιβλίου, Α. Σ. Νηλ, ίδρυσε το 1921 ένα αγγλόφωνο σχολείο στέγασης και σίτισης, το Σάμμερχιλ, οι μαθητές του οποίου ήταν τότε σε ηλικίες από πέντε έως δεκαέξι. Το σχολείο έδινε στα παιδιά πλήρη αυτονομία. Τα παιδιά μπορούσαν να αποφασίσουν αν ήθελαν να παρευρεθούν σε ένα μάθημα αλλά όχι σε άλλο, ή να μην πάνε σε κανένα μάθημα. Οι απόψεις του Νηλ για την εκπαίδευση ήταν βαθιά επηρεασμένες από τον Βίλχελμ Ράιχ, έναν φιλόσοφο της Σχολής της Φρανκφούρτης και ένθερμο υποστηρικτή σεξουαλικής ελευθερίας, και οι δύο συχνά αλληλογραφούσαν.

Εκτός των εκπαιδευτικών θεμάτων, το σχολείο ήταν εξαιρετικά χαλαρό στην ηθική, πειθαρχία, και σχέσεις αγοριών κοριτσιών. Ακολουθούσε όλες τις αντιπαραδοσιακές αρχές. Σύμφωνα με έναν πρώην μαθητή της δεκαετίας του 1960, αγόρια και κορίτσια επιτρεπόταν να έχουν ψεύτικους γάμους και να κοιμούνται μαζί. Ο Νηλ επέτρεπε σε προσωπικό και μαθητές να κολυμπούν γυμνοί μαζί σε μια εξωτερική πισίνα, και κάποιοι από το προσωπικό επιτρεπόταν να έχουν ραντεβού με μαθητές. Ο 35χρονος γιος του από άλλον πατέρα, που δίδασκε κεραμική τέχνη, θα έφερνε συχνά κορίτσια των μεγαλύτερων τάξεων στο δωμάτιό του. [16]

Στο βιβλίο του, ο Νηλ λέει: «Κάθε μεγαλύτερος μαθητής στο Σάμμερχιλ ξέρει από τις ομιλίες και τα βιβλία μου ότι αποδέχομαι μια πλήρη σεξουαλική ζωή για όλους όσους θέλουν να έχουν μια, ανεξαρτήτως ηλικίας.» Υπαινίχθηκε ακόμα ότι, αν δεν απαγορευόταν από τον νόμο, θα επέτρεπε ανοιχτά σε αγόρια και κορίτσια να κοιμούνται μαζί. [17] Όταν το Σάμμερχιλ εκδόθηκε, έγινε γρήγορα από τα πρώτα σε πωλήσεις. Μόνο την δεκαετία του 1960, πούλησε πάνω από τρία εκατομμύρια αντίτυπα και έγινε απαιτούμενο ανάγνωσμα σε ακαδημίες παιδαγωγικής.

Ένα αρχαίο κινέζικο ρητό λέει: «Ένας αυστηρός δάσκαλος παράγει εξαίρετους μαθητές». Έρευνες στην Δύση έχουν βρει ότι αυστηροί δάσκαλοι έχουν καλύτερα αποτελέσματα στην τάξη. Έχουν επίσης μια πιο θετική επιρροή στην συμπεριφορά των μαθητών τους. [18] Δυστυχώς, στις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες Δυτικές χώρες, υπό την επιρροή προοδευτισμού και εκπαιδευτικής αυτονομίας, έχουν εφαρμοστεί νόμοι που περιορίζουν το εύρος που γονείς και διδάσκοντες μπορούν να διαχειρίζονται μαθητές. Αυτό κάνει τους διδάσκοντες να φοβούνται να πειθαρχήσουν μαθητές. Οι κακές συνήθειες των μαθητών δεν διορθώνονται όταν πρέπει, ή καθόλου, και έτσι δημιουργείται μια απότομη παρακμή στην αντίληψή τους της ηθικής και στην σχολική τους επίδοση.

Μαθητοκεντρική εκπαίδευση

Η πιο σημαντική λειτουργία της εκπαίδευσης είναι να διατηρήσει και να μεταβιβάσει τον κλασικό, ανθρώπινο πολιτισμό. Ίσως πουθενά δεν φαινόταν αυτό περισσότερο από την αρχαία Κίνα, όπου οι εκπαιδευτικοί και λόγιοι είχαν την υψηλότερη εκτίμηση. «Ένας δάσκαλος μεταδίδει το Τάο, διδάσκει τα κλασικά βιβλία, και εξαλείφει σύγχυση», όπως λέει ένα κινεζικό ρητό. Η προοδευτική εκπαιδευτική σκέψη του Ντούι αφαιρεί την ανώτερη θέση των δασκάλων και υποβαθμίζει την σημασία τους. Η στάση του είναι ενάντια στους λογίους και ενάντια στην κοινή λογική – στην ουσία, ενάντια στην ίδια την εκπαίδευση.

Υποστηρικτές της προοδευτικής εκπαίδευσης ισχυρίζονται ότι οι μαθητές πρέπει να τοποθετηθούν στο κέντρο και να τους επιτραπεί να εξερευνήσουν μόνοι τους, να βρουν τις δικές τους απαντήσεις. Η πραγματική πρόθεση της προοδευτικής εκπαίδευσης είναι να αποκόψει τους μαθητές από την σύνδεσή τους με τον παραδοσιακό πολιτισμό. Τα παραδοσιακά προγράμματα εκπαίδευσης περιέχουν γνώση που συσσωρεύτηκε μετά από χιλιάδες χρόνια ανθρώπινου πολιτισμού. Μια άρνηση της ανώτερης θέσης του δασκάλου στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι μια άρνηση του ρόλου τους να μεταφέρουν την γνώση του πολιτισμού. Αυτό είναι το ύστατο κίνητρο του κομμουνισμού.

Το βιβλίο της Ντέιζυ Χριστοδούλου του 2014 «Επτά μύθοι για την εκπαίδευση» [Seven Myths About Education] αναλύει και διαψεύδει επτά πολύ διαδεδομένες λανθασμένες κατανοήσεις περί της μοντέρνας εκπαίδευσης, όπως ισχυρισμούς ότι «τα δεδομένα αποτρέπουν την κατανόηση», «η καθοδηγούμενη από τον δάσκαλο εκμάθηση είναι παθητική», «τα πρότζεκτ και δραστηριότητες είναι ο καλύτερος τρόπος εκμάθησης», και «η διδασκαλία γνώσης είναι κατήχηση». [19] Οι περισσότεροι από αυτούς τους μύθους πηγάζουν από την προοδευτική εκπαίδευση και έχουν μεταδοθεί για αρκετές γενιές, γινόμενοι μια μάστιγα στην εκπαιδευτική κουλτούρα. Για παράδειγμα, ας δούμε την πρώτη παρανόηση, ότι η εκμάθηση δεδομένων αποτρέπει την πραγματική κατανόηση. Η μοντέρνα αμερικανική εκπαίδευση έχει υποβαθμίσει τις παραδοσιακές μεθόδους προσοχής στην απομνημόνευση, διαβάσματος με δυνατή φωνή, και εξάσκησης, χαρακτηρίζοντάς τα «μηχανική απομνημόνευση», «εκμάθηση ρουτίνα», και «drill to kill». Ο Ρουσσώ επιτέθηκε στην απομνημόνευση και στα προφορικά μαθήματα στο μυθιστόρημά του του 1972 «Εμίλ», ή «Περί εκπαίδευσης», και οι προοδευτικοί εκπαιδευτικοί του Ντούι επέκτειναν τέτοιες θεωρίες.

Το 1956, ο Αμερικανός εκπαιδευτικός ψυχολόγος Μπέντζαμιν Μπλουμ και συνεργάτες εξέδωσαν ένα πλαίσιο κατηγοριοποίησης εκπαιδευτικών στόχων, ευρέως γνωστό ως Ταξινομία Μπλουμ. Διαχώρισε την ανθρώπινη διανοητική λειτουργία σε έξι επίπεδα, από το χαμηλό στο υψηλό. Το 2001, τα επίπεδα αναθεωρήθηκαν και έγιναν: «θυμάμαι, κατανοώ, εφαρμόζω, αναλύω, αξιολογώ, και δημιουργώ». Τα τελευταία τρία θεωρούνται ως ανώτερου επιπέδου συλλογιστική επειδή εμπεριέχουν εμπεριστατωμένη ανάλυση. Δεν αναλύουμε τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της ταξινομίας Μπλουμ καθαυτά, αλλά απλώς σημειώνουμε ότι από τότε που το πλαίσιο προτάθηκε, προοδευτικοί εκπαιδευτικοί έχουν χρησιμοποιήσει το πρόσχημα της «συλλογιστικής ανωτέρου επιπέδου» για να αποδυναμώσουν την διδασκαλία γνώσης στα σχολεία.

Ο οποιοσδήποτε έχει κοινή λογική γνωρίζει ότι το να έχεις βασικές γνώσεις είναι το θεμέλιο οποιασδήποτε διανοητικής διεργασίας. Χωρίς ένα απόθεμα γνώσης, η έτσι αποκαλούμενη συλλογιστική ανωτέρου επιπέδου, η κριτική σκέψη, και η δημιουργική σκέψη μπορούν να εξυπηρετήσουν μόνον στην εξαπάτηση του εαυτού και των άλλων. Το σύστημα ταξινόμησης Μπλουμ παρέχει μια φαινομενικά επιστημονική δικαιολογία για την ανεξήγητη προσέγγιση των προοδευτικών εκπαιδευτικών.

Μία από τις αρχές της θεωρίας μαθητοκεντρικής διδασκαλίας είναι ότι οι μαθητές θα πρέπει να διαλέγουν το τι μαθαίνουν, σύμφωνα με τα ενδιαφέροντά τους. Η θεωρία επίσης δηλώνει ότι οι διδάσκοντες θα πρέπει να διδάσκουν μαθητές μόνο σε ό,τι οι μαθητές έχουν ενδιαφέρον.

Το να έχεις μαθητές να μαθαίνουν με έναν ευχάριστο τρόπο είναι αυτό που θέλει ο κάθε διδάσκων, αλλά τα παιδιά έχουν ρηχή γνώση και περιορισμένη άποψη, και δεν είναι ικανά να διακρίνουν τι είναι σημαντικό να μάθουν και τι δεν είναι. Οι διδάσκοντες πρέπει να πάρουν ευθύνη για την καθοδήγηση των μαθητών ώστε να μπορέσουν να υπερβούν τα επιφανειακά ενδιαφέροντά τους και να διευρύνουν τον ορίζοντά τους και το εύρος των πραγμάτων που κατανοούν. Μια απλή εξυπηρέτηση των επιφανειακών ενδιαφερόντων των μαθητών θα οδηγήσει μόνο στην μόνιμη νηπιοποίησή τους. Μέσω της υιοθέτησης μαθητοκεντρικής προσέγγισης, οι διδάσκοντες εξαπατούν τους μαθητές και τους γονείς, που είναι τελικά ανεύθυνο προς την κοινωνία.

Έρευνες έχουν βρει ότι υπάρχει μια τάση στην Αμερικανική κοινωνία οι ενήλικες να παραμένουν σε μια κατάσταση εφηβείας περισσότερο από ότι σε άλλους πληθυσμούς. Η Εθνική Ακαδημία Επιστημών, Μηχανικής, και Ιατρικής όρισε το 2002 την εφηβεία ως μια περίοδο από τα δώδεκα έως τα τριάντα χρόνια ηλικίας. Έρευνα που υποστηρίχθηκε από το Ίδρυμα ΜακΆρθουρ πήγε ακόμη πιο πέρα και είπε, βάσει παραδοσιακών σημαδιών ενηλικίωσης, ότι ένα άτομο σήμερα μπορεί να μην θεωρείται ενήλικας έως την ηλικία των τριανταπέντε. [20] Το εκπαιδευτικό σύστημα και τα μέσα ενημέρωσης φέρουν την ευθύνη για αυτήν την εκτεταμένη περίοδο εφηβείας που πολλοί ενήλικες βρίσκουν ότι βιώνουν.

Μία από τις δικαιολογίες που δόθηκαν από προοδευτικούς διδάσκοντες για την μείωση των μαθητικών απαιτήσεων είναι ότι με υψηλότερες εγγραφές στην δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση και με μαθητές που προέρχονται από όλη την κοινωνία, το μέσο επίπεδο επίτευξης δεν μπορεί να είναι τόσο υψηλό όσο ήταν στο παρελθόν. Αυτή η κατανόηση είναι λανθασμένη. Σε μια δημοκρατική κοινωνία, στόχος της δημόσιας εκπαίδευσης είναι να επιτρέψει σε αυτούς που σε άλλη περίπτωση δεν θα είχαν τα μέσα να λάβουν εκπαίδευση να μπορούν να λάβουν – όχι να μειώσει τα σχολικά πρότυπα, που προκαλεί στην μάθηση του καθενός να υποφέρει. Ο προοδευτισμός ισχυρίζεται ότι αντικαθιστά «άχρηστα» κλασικά μαθήματα όπως Ελληνικά και Λατινικά με πιο σύγχρονα μαθήματα, αλλά τελικά, τα περισσότερα σχολεία δεν καταλήγουν να εισάγουν μαθήματα υψηλής ποιότητας χρήσιμα για την μοντέρνα ζωή, όπως εις βάθος μαθήματα μαθηματικών, οικονομικών, και σύγχρονης ιστορίας. Οι μεταρρυθμίσεις διδακτέας ύλης και μεθόδων διδασκαλίας που προώθησαν προοδευτικοί εκπαιδευτικοί εξαπατούν τους μαθητές που ακόμα δεν έχουν πολλές γνώσεις, καθώς και τους γονείς που συμμορφώνονται με τα σχολεία, εκπαιδευτικούς και έτσι αποκαλούμενους ειδικούς.

Κάποιες μέθοδοι διδασκαλίας που προτάθηκαν από την προοδευτική εκπαίδευση είναι χρήσιμες όταν εφαρμόζονται σε κάποια αντικείμενα και τομείς μάθησης. Όμως, όταν κοιτάμε το κίνημα προοδευτικής εκπαίδευσης και το συγκεκριμένο υπόβαθρό του και αποτελέσματα, γίνεται σαφές ότι η προοδευτική εκπαίδευση θέτει εαυτόν σε θέση αντίθεσης προς την παραδοσιακή εκπαίδευση, και έτσι μεταλλάσσει την εκπαίδευση και τελικά καταστρέφει μαθητές.

γ. Καταστροφή του ηθικού χαρακτήρα των μαθητών

Στις 20 Απριλίου 1999, δύο μαθητές στο Λύκειο Κόλουμπαϊν στο Κολοράντο δολοφόνησαν δώδεκα μαθητές και έναν καθηγητή και τραυμάτισαν τουλάχιστον δώδεκα ακόμα σε μια προσεκτικά σχεδιασμένη σφαγή. Η τραγωδία συγκλόνισε το έθνος. Άνθρωποι αναρωτιούνταν γιατί οι δύο μαθητές θα έκαναν μια τέτοια ψυχρή επίθεση, δολοφονώντας τους συμμαθητές τους και έναν καθηγητή που γνώριζαν για χρόνια.

Συγκρίνοντας κοινωνικά φαινόμενα σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους, εκπαιδευτικοί παρατήρησαν ότι έως την δεκαετία του 1960, τα κοινά προβλήματα συμπεριφοράς μεταξύ των Αμερικανών μαθητών ήταν μικρά, όπως ακαταστασία, ομιλία στην τάξη χωρία άδεια, ή μαστίχα στο στόμα. Μετά την δεκαετία του 1980, υπήρχαν χειρότερα προβλήματα, όπως υπερβολικό ποτό, ναρκωτικά, προγαμιαία σεξουαλική επαφή, εγκυμοσύνη, αυτοκτονία, δραστηριότητα συμμοριών, ακόμα και πυροβολισμοί στην τύχη, που έχουν αυξηθεί στην συχνότητα από τον καιρό του Κόλουμπαϊν. Αυτές οι τάσεις παρακμής είναι μια ανησυχία για εκατομμύρια στις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες, αλλά λίγοι κατανοούν τις πραγματικές ρίζες αυτών των εκδηλώσεων, και κανένας δεν είναι ικανός να δώσει μια κατάλληλη θεραπεία για την διαταραχή.

Η στρέβλωση και καθοδική περιδίνηση των ηθικών προτύπων των Αμερικανών νέων δεν έγιναν από ατύχημα.

Αθεϊσμός και εξέλιξη

Ο Φρεντ Σβαρτς, ένας πρωτοπόρος του αντικομμουνιστικού ακτιβισμού, παρατήρησε: «Οι τρεις βασικές αρχές του κομμουνισμού είναι αθεϊσμός, εξέλιξη, και προσχεδιασμένη οικονομία.» [21] Και οι τρεις βασικές πτυχές της κομμουνιστικής ιδεολογίας έχουν υιοθετηθεί από τα αμερικανικά δημόσια σχολεία.

Το θείον δημιούργησε την ανθρωπότητα και έθεσε τα ηθικά πρότυπα που θα πρέπει να διέπουν την ανθρώπινη ζωή. Η πίστη στο θείον θέτει την βάση για την ηθική στην κοινωνία και υποστηρίζει την ύπαρξη του ανθρώπινου κόσμου. Ο κομμουνισμός διέδωσε με την βία αθεϊσμό και την θεωρία της εξέλιξης σε σχολεία ως μέσον καταστροφής της ηθικής. Αυτό θα πρέπει να είναι αναμενόμενο σε κομμουνιστικά κράτη όπως η Κίνα και η πρώην Σοβιετική Ένωση, αλλά στις Ηνωμένες Πολιτείες εκτελέστηκε στα κρυφά.

Υπό το πρόσχημα του διαχωρισμού εκκλησίας κράτους, οι αριστεροί αντιτίθενται στην διδασκαλία του δημιουργισμού στα αμερικανικά δημόσια σχολεία, ενώ από την άλλη πλευρά προωθούν την θεωρία της εξέλιξης. Αυτή η εκπαίδευση αναπόφευκτα οδηγεί σε μείωση του αριθμού των πιστών σε μια θρησκεία, καθώς τα παιδιά κατηχούνται με την ιδέα ότι η θεωρία της εξέλιξης είναι επιστημονική αλήθεια και δεν θα πρέπει να τίθεται υπό αμφισβήτηση.

Από την δεκαετία του 1960, δικαστήρια στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν σταματήσει την μελέτη της Βίβλου σε δημόσια σχολεία, και πάλι υπό το πρόσχημα του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους. Ένα δικαστήριο προσφυγών αποφάσισε το 1981 ότι οι μαθητές δικαιούνταν ελευθερία λόγου, εκτός αν ο λόγος ήταν μια προσευχή, που σε αυτό το σημείο γινόταν αντισυνταγματικός. [22]

Το 1987, είπαν μαθητές σε δημόσια σχολεία της Αλάσκας να μην χρησιμοποιούν την λέξη «Χριστούγεννα» καθώς περιέχει την λέξη «Χριστός». Τους είπαν επίσης ότι δεν μπορούν να ανταλλάσσουν παραδοσιακές χριστουγεννιάτικες κάρτες ή δώρα. Το 1987, ένα ομοσπονδιακό δικαστήριο στην Βιρτζίνια αποφάσισε ότι οι ομοφυλοφιλικές εφημερίδες μπορούν να διανέμονται στους χώρους διαμονής ενός λυκείου, αλλά θρησκευτικές εφημερίδες απαγορεύτηκαν. Το 1993, ένας δάσκαλος μουσικής δημοτικού σχολείου στην Κολοράντο Σπρινγκς δέχτηκε απαγόρευση διδασκαλίας χριστουγεννιάτικων καλάντων λόγω ισχυρισμών παραβίασης του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους. [23]

Η διδασκαλία και η ύλη διαγωνισμάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν υποστεί εκτεταμένες αναθεωρήσεις λόγω του αντιθεϊστικού προσανατολισμού του εκπαιδευτικού συστήματος, σε συνδυασμό με δεκαετίες πολιτικής ορθότητας. Το 1997, η Νταϊάν Ράβιτς, μια ιστορικός της εκπαίδευσης, ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Αξιολόγησης, που έθετε τα ομοσπονδιακά διαγωνίσματα στα σχολεία. Παρατήρησε ότι αποσπάσματα σε κείμενα ανάγνωσης είχαν διαγραφεί από επιμελητές για να αφαιρέσουν την παρουσίαση λευκών αντρών ως ήρωες ή όποιες αναφορές στον χριστιανισμό. Το σύνθημα «Ο Θεός βοηθά αυτούς που βοηθούν τον εαυτό τους» αλλάχθηκε σε «Οι άνθρωποι θα πρέπει να προσπαθούν να επιλύουν τα πράγματα για τον εαυτό τους όποτε είναι δυνατόν.» [24]

Αφενός, το Αμερικανικό δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα αφαίρεσε την πίστη στον Θεό από τα σχολεία υπό το πρόσχημα της διατήρησης διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους. Αφετέρου, η εξέλιξη, με τα ανεπίλυτα κενά της, θεωρήθηκε μια αυταπόδεικτη αλήθεια που θα πρέπει να ενσταλαχτεί στα παιδιά που δεν είχαν νοητική προετοιμασία ή άμυνα. Τα παιδιά τείνουν να πιστεύουν στο κύρος των δασκάλων τους.

Γονείς με θρησκευτική πίστη διδάσκουν στα παιδιά τους να σέβονται τους άλλους, αλλά παιδιά στα οποία έχει ενσταλαχθεί η θεωρία της εξέλιξης είναι πολύ πιθανό να αμφισβητήσουν την θρησκευτική εκπαίδευση που πήραν από τους γονείς τους. Τουλάχιστον, δεν θα παίρνουν την θρησκευτική διδασκαλία των γονέων τους τόσο σοβαρά. Το αποτέλεσμα είναι ότι η εκπαίδευση τραβά τα παιδιά μακριά από τους γονείς με θρησκευτική πίστη. Αυτό είναι το πιο δύσκολο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οικογένειες με θρησκευτικά πιστεύω σχετικά με την εκπαίδευση των παιδιών τους, και είναι η πιο κακή πτυχή του αντιθεϊστικού συστήματος εκπαίδευσης.

Εβραϊκή Κομμουνιστική ιδεολογία

Το Πέμπτο Κεφάλαιο αυτού του βιβλίου δείχνει την φύση της πολιτικής ορθότητας: Εργάζεται σαν μια αστυνομία σκέψης του κομμουνισμού, χρησιμοποιώντας ένα σύνολο στρεβλωμένων πολιτικών προτύπων για να αντικαταστήσει τα αυθεντικά ηθικά πρότυπα. Από την δεκαετία του 1930, η πολιτική ορθότητα έχει διαδραματίσει κυρίαρχο ρόλο στο Αμερικανικό εκπαιδευτικό σύστημα. Όταν εφαρμόζεται, εκδηλώνεται με διάφορες μορφές, κάποιες εκ των οποίων είναι εξαιρετικά ικανές για εξαπάτηση.

Ο Ι. Μέρριλ Ρουτ, συγγραφέας του «Πλύση εγκεφάλου στα Λύκεια: Μια εξέταση έντεκα βιβλίων αμερικανικής ιστορίας», που εκδόθηκε το 1958, διεξήγαγε έρευνα σε έντεκα σύνολα υλικού διδασκαλίας ιστορίας που χρησιμοποιούνταν στο Ιλλινόι μεταξύ 1950 και 1952 και βρήκε ότι χαρακτήριζαν την Αμερικανική ιστορία ως μια μάχη δύναμης μεταξύ πλουσίων και φτωχών, μεταξύ των λίγων προνομιούχων και των πολλών χωρίς προνόμια. Αυτή είναι η ουσία του μαρξιστικού οικονομικού ντετερμινισμού [ΣτΜ: παραπάνω μεταφράστηκε «προσχεδιασμένη οικονομία»]. [25]

Το 2013, μια σχολική περιοχή στην Μιννεσότα υιοθέτησε ένα πρότζεκτ με όνομα Όλοι για Όλους, που μετατοπίζει την εστίαση της διδασκαλίας προς φυλετικές και οικονομικές ανισότητες. Αυτή η ιδεολογία κατηγορεί για την κακή επίδοση μαθητών τον συστημικό ρατσισμό ή την οικονομική διάκριση. Το πρότζεκτ απαίτησε όλες οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες να βασίζονται στην προώθηση φυλετικής και οικονομικής ισότητας και ότι μόνο διδάσκοντες και διαχειριστές που είχαν βαθιά κατανόηση των προβλημάτων που σχετίζονται με αυτές τις ανισότητες να προσλαμβάνονται.

Το πρότζεκτ σχεδιάστηκε για μαθητές από τα προνήπια έως την τρίτη Λυκείου. Μαθήματα Αγγλικών της πρώτης Λυκείου εστιάζονται σε θέματα αποικιοποίησης και μετανάστευσης, καθώς και σε «κοινωνικά δημιουργήματα» φυλής, τάξης, και φύλου. Το πλαίσιο της δευτέρας Λυκείου ισχυριζόταν: «Έως το τέλος του χρόνου, θα έχετε … μάθει πως να εφαρμόζετε μαρξιστική, φεμινιστική, μετα-αποικιακή [και] ψυχοαναλυτική … οπτική στην λογοτεχνία.» [26]

Τον Ιούλιο του 2016, η Καλιφόρνια υιοθέτησε ένα νέο πλαίσιο κοινωνικής επιστήμης για δημόσια δημοτικά σχολεία και λύκεια. Το αρχικό αριστερίζον πλαίσιο φάνηκε τότε ακόμα πιο πολύ ως αριστερή ιδεολογική προπαγάνδα. Περιεχόμενο που θα έπρεπε να τονίζεται στην ιστορία και στα μαθήματα κοινωνικής επιστήμης – όπως το ιδρυτικό πνεύμα της Αμερικής, και στρατιωτική, πολιτική, και διπλωματική ιστορία – μειώθηκε ή αγνοήθηκε. Σε αντίθεση, οι αξίες της αντιπαράδοσης της δεκαετίας 1960 τονίστηκαν με πάθος και παρουσιάστηκαν ως οι ιδρυτικές αρχές του έθνους. Το πρόγραμμα μαθημάτων επίσης εκδήλωνε ένα καθαρό αντιπαραδοσιακό πλαίσιο για την σεξουαλική δραστηριότητα και την οικογένεια.

Ας δούμε για παράδειγμα τα μαθήματα δευτέρας Λυκείου. Το νέο πλαίσιο ισχυρίζεται ότι εστιάζεται στα κινήματα δικαιωμάτων φυλών μειονοτήτων, ινδιάνων, και θρησκειών, καθώς και σε αυτά γυναικών και ομοφυλοφίλων, αμφιφυλοφίλων, και τρανστζέντερ (LGBT) Αμερικανών. Στην πραγματικότητα, η θρησκεία σπάνια αναφερόταν, αλλά πολλά είχαν γραφτεί για τις σεξουαλικές μειονότητες. Οι ομάδες LGBT παρουσιάζονταν πρώτες και τους δίνονταν ένα σημαντικό μερίδιο των μαθημάτων ιστορίας της δευτέρας Λυκείου. Τα τμήματα LGBT ήταν γραμμένα με έναν τόνο καθαρά υποστηρικτικό της «σεξουαλικής απελευθέρωσης». Για παράδειγμα, σε μια συζήτηση για το AIDS, ειπώθηκε ότι ο φόβος των ανθρώπων για το AIDS αποδυνάμωσε τα κινήματα πολιτικών δικαιωμάτων και σεξουαλικής απελευθέρωσης. [27]

Σεξουαλικό περιεχόμενο καταλάμβανε πολλά κεφάλαια, παραγκωνίζοντας άλλο πολύ περισσότερο άξιο προσοχής περιεχόμενο για νέους ανθρώπους. Για παράδειγμα, στο μάθημα για τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι μαθητές μετά βίας έμαθαν για τον κρίσιμο ρόλο που διαδραμάτισε ο στρατός των ΗΠΑ, αλλά διδάχθηκαν ότι οι Αμερικανοί στρατιώτες βρήκαν τις ευρωπαϊκές σεξουαλικές συνήθειες ικανοποιητικές. [28] Αυτό το αριστερό πλαίσιο είναι γεμάτο στρεβλώσεις και προκατάληψη, και οδηγεί τους μαθητές να μισούν την χώρα τους. Αν και το πλαίσιο υιοθετήθηκε μόνο στην πολιτεία της Καλιφόρνια, η προσέγγισή του είχε εθνική επίδραση.

δ. Ψυχολογική χειραγώγηση

Μια ακόμα μέθοδος μέσω της οποίας οι μαθητές έχουν υποστεί εκτενή ηθική διαφθορά είναι η ψυχολογική χειραγώγηση, που χρησιμοποιείται για να εισάγει μέσα τους ηθικό σχετικισμό.

Το 1978, εκατοντάδες γονέων και διδασκόντων συμμετείχαν σε ακροάσεις για την Τροπολογία Προστασίας Δικαιωμάτων Μαθητή, ενός ομοσπονδιακού νόμου που δίνει κάποια δικαιώματα σε γονείς ανήλικων μαθητών σχετικά με έρευνες που ρωτούν ερωτήσεις προσωπικής φύσης. Οι καταθέσεις στις ακροαματικές διαδικασίες ήταν συνολικά περισσότερες από χίλιες τριακόσιες σελίδες. Στο βιβλίο της του 1984 «Κακοποίηση παιδιών στην σχολική αίθουσα», η συντηρητική ακτιβίστρια Φύλλις Σλάφλαϋ συνόψισε τα ζητήματα που περιγράφηκαν στις καταθέσεις, όπως την χρήση «εκπαίδευσης ως θεραπείας». Σε αντίθεση με την παραδοσιακή εκπαίδευση, που στοχεύει να μεταδώσει γνώση, η εκπαίδευση ως θεραπεία εστιάζεται στην αλλαγή των συναισθημάτων και συμπεριφορών των μαθητών. Αυτό το είδος εκπαίδευσης χρησιμοποιεί την διδασκαλία για να παίξει ψυχολογικά παιχνίδια στους μαθητές. Τους βάζει να συμπληρώνουν ερωτηματολόγια για προσωπικά θέματα και τους ζητά να πάρουν αποφάσεις ενηλίκων, και μπαίνει σε θέματα όπως αυτοκτονία και φόνος, γάμος και διαζύγιο, και έκτρωση και υιοθεσία. [29]

Τέτοια μαθήματα δεν σχεδιάστηκαν για την ψυχολογική υγεία των μαθητών – στοχεύουν να αλλάξουν τις αξίες των μαθητών μέσω ψυχολογικής μάθησης.

Ψυχολογία και εκπαίδευση

Η μοντέρνα εκπαίδευση βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην φιλοσοφία και ψυχολογία. Μαζί με την προοδευτική εκπαίδευση του Ντούι, άλλες θεωρίες που είχαν μια σημαντική επίδραση στο εκπαιδευτικό σύστημα των ΗΠΑ περιλαμβάνουν την ψυχοανάλυση του Σίγκμουντ Φρόυντ, την ουμανιστική ψυχολογία του Καρλ Ρότζερς, και την κριτική θεωρία της Σχολής της Φρανκφούρτης, που συνδυάζει θεωρίες των Μαρξ και Φρόυντ. Ο Χέρμπερτ Μαρκούζε, ένας θεωρητικός της Σχολής της Φρανκφούρτης, κάλεσε για την αφαίρεση όλων των αναστολών έτσι ώστε οι νέοι άνθρωποι να μπορούσαν να αφήσουν ελεύθερα τα φυσικά τους ένστικτα και να αφεθούν στις προσωπικές τους στιγμιαίες επιθυμίες. [30] Ήταν αυτό το σκεπτικό που βοήθησε στην επιτάχυνση της γέννησης της αντιπαράδοσης της δεκαετίας 1960.

Βαθιά επηρεασμένος από τις προαναφερθείσες σχολές σκέψης στην ψυχολογία, ο πρώτος γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ο Καναδός ψυχίατρος Μπροκ Κίσχολμ, πρότεινε μια σοκαριστική θεωρία: Για να απελευθερωθεί το άτομο από τον ψυχολογικό πόνο, η ηθική και η έννοια του σωστού και λάθους θα πρέπει να εξουδετερωθούν. Είπε σε μια διάλεξη του 1946:

«Ποια βασική ψυχολογική στρέβλωση μπορεί να βρεθεί σε κάθε πολιτισμό για τον οποίον γνωρίζουμε το οτιδήποτε; Θα πρέπει να είναι μια δύναμη που αποθαρρύνει την ικανότητα να δεις και να αναγνωρίζεις γεγονότα … που παράγει κατωτερότητα, ενοχή, και φόβο. … Η μόνη ψυχολογική δύναμη ικανή να παράγει αυτές τις διαστροφές είναι η ηθική, η έννοια σωστού και λάθους. …

Ήμασταν πολύ αργοί να ανακαλύψουμε εκ νέου αυτήν την αλήθεια και να αναγνωρίσουμε την αχρείαστη και τεχνητώς επιβαλλόμενη κατωτερότητα, ενοχή και φόβο, κοινώς γνωστά ως αμαρτία, υπό την οποία σχεδόν όλοι κουραστήκαμε και η οποία παράγει τόση πολλή από την κοινωνική κακή προσαρμογή και την έλλειψη χαράς στον κόσμο. …

Αν η φυλή είναι να ελευθερωθεί από το μεγάλο βάρος του καλού και κακού θα πρέπει να είναι οι ψυχίατροι που παίρνουν την αρχική ευθύνη.» [31]

Ο Κίσχολμ διακήρυξε πόλεμο στην ηθική. Φαινομενικά επηρεασμένος από τον Κίσχολμ, ο ουμανιστής ψυχολόγος Καρλ Ρότζερς έφτιαξε τα μαθήματα «αποσαφήνισης αξιών», που είχαν σκοπό να εξαλείψουν τις παραδοσιακές αξίες και τις έννοιες σωστού και λάθους.

Τελικά, ο ηθικός σχετικισμός του Ντούι, η απόρριψη των περιορισμών της Σχολής της Φρανκφούρτης, και οι ψυχολογικές θεωρίες του Κίσχολμ δούλεψαν μαζί για να επιτεθούν και να υπονομεύσουν τις παραδοσιακές αξίες. Κατέστρεψαν τις ηθικές άμυνες των δημόσιων σχολείων στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ηθικός σχετικισμός

Αμερικανοί που πήγαν στο σχολείο τα τέλη της δεκαετίας του 1970 μπορεί να θυμούνται το υποθετικό σενάριο που πολλοί δάσκαλοι ανέφεραν στην τάξη, που ήταν ως εξής: Καθώς ένα πλοίο βουλιάζει, ο καπετάνιος, αρκετά παιδιά, μια έγκυος γυναίκα, και ένας ομοφυλόφιλος μπαίνουν σε μια σωστική λέμβο. Η λέμβος έχει παραπάνω άτομα και ένας πρέπει να φύγει. Οι δάσκαλοι θα ζητούσαν από τους μαθητές να συζητήσουν και να αποφασίσουν ποιος θα πρέπει να αφήσει την λέμβο, θυσιάζοντας την ζωή του. Ο δάσκαλος δεν θα σχολίαζε ούτε θα έκρινε τα σχόλια των μαθητών.

Η ιστορία χρησιμοποιούνταν συχνά στα μαθήματα αποσαφήνισης αξιών που εμφανίστηκαν την δεκαετία 1970. Εκτός από αποσαφήνιση αξιών, τα μαθήματα χρησιμοποιούνταν και για λήψη αποφάσεων, συναισθηματική εκπαίδευση, για το πρόγραμμα πρόληψης ναρκωτικών Lions Quest, και σεξουαλική εκπαίδευση.

Ο Γουίλιαμ Κιλπάτρικ, συγγραφέας του βιβλίου του 1993 «Γιατί ο Τζόννυ δεν μπορεί να ξεχωρίσει το σωστό από το λάθος: Και τι μπορούμε να κάνουμε για αυτό», περιέγραψε τέτοια μαθήματα λέγοντας πως «μετέτρεπαν την συζήτηση στην τάξη σε “χαλαρή κουβέντα” όπου γνώμες πηγαίνουν μπροστά και πίσω αλλά δεν καταλήγουν ποτέ σε συμπεράσματα.»

Ο Κίλπατρικ έγραψε:

«Είχε αποτέλεσμα τάξεις όπου οι διδάσκοντες ήταν σαν παρουσιαστές εκπομπής συζητήσεων, και όπου τα πλεονεκτήματα της ανταλλαγής συζύγων, κανιβαλισμού, και διδασκαλίας των παιδιών να αυνανίζονται ήταν προτεινόμενα θέματα για συζήτηση. … Για τους μαθητές, σήμαινε πλήρη σύγχυση περί των ηθικών αξιών: μάθαιναν να αμφισβητούν αξίες που μετά βίας άρχιζαν να αποκτούν, χαλούσαν τις αξίες που είχαν διδαχθεί στο σπίτι, και κατέληγαν ότι ερωτήσεις σωστού και λάθους είναι πάντα απλώς υποκειμενικές. … Έχει δημιουργήσει μια γενιά ηθικά αγραμμάτων: μαθητών που γνωρίζουν τα αισθήματά τους αλλά δεν γνωρίζουν τον πολιτισμό τους.» [32]

Ο Σόγουελ κατάλαβε ότι αυτά τα μαθήματα χρησιμοποιούν τις ίδιες τεχνικές που ανέπτυξαν απολυταρχικές χώρες για να κάνουν πλύση εγκεφάλου στους ανθρώπους:

1. Συναισθηματική πίεση, σοκ, ή αναισθητοποίηση, για να καταρρεύσει τόσο η διανοητική όσο και η συναισθηματική αντίσταση

2. Απομόνωση, είτε σωματική είτε συναισθηματική, από οικείες πηγές συναισθηματικής υποστήριξης σε καταστάσεις πίεσης

3. Εκ νέου εξέταση προϋπαρχόντων αξιών, συχνά με την χειραγώγηση πίεσης από συναδέλφους, συμμαθητές κλπ.

4. Αφαίρεση των φυσιολογικών αμυνών από το άτομο, όπως εγκράτεια, αξιοπρέπεια, αίσθηση ιδιωτικότητας, ή την ικανότητα άρνησης συμμετοχής

5. Επιβράβευση αποδοχής των νέων συμπεριφορών, αξιών, και πιστεύω – μια επιρβράβευση που μπορεί να είναι απλώς σταμάτημα της πίεσης που δίνεται σε όσους αντιστέκονται, ή μπορεί να πάρει άλλη συμβολική ή υλική μορφή. [33]

Ο Σόγουελ σημειώνει ότι τα μαθήματα ενθαρρύνουν τους μαθητές να επαναστατούν και να αφήνουν τις παραδοσιακές ηθικές αξίες που διδάχθηκαν από τους γονείς τους και την κοινωνία. Τα μαθήματα γίνονται με έναν ουδέτερο ή «χωρίς κρίση» τρόπο, όπου ο διδάσκων δεν διαχωρίζει μεταξύ σωστού και λάθους, αλλά ψάχνει για το τι θα κάνει κάποιο άτομο να νιώσει ευχάριστα. «Αυτή η γενική προσέγγιση έχει αποκαλεστεί “αποσαφήνιση αξιών”. Η εστίασή της είναι στα συναισθήματα του ατόμου, αντί να είναι στις απαιτήσεις μιας λειτουργικής κοινωνίας ή στις απαιτήσεις διανοητικής ανάλυσης.» [34]

Εκπαίδευση θανάτου και πρόληψης ναρκωτικών

Τον Σεπτέμβριο του 1990, το τηλεοπτικό κανάλι των ΗΠΑ ABC μετέδωσε ένα πρόγραμμα που ανησύχησε πολλούς θεατές. Σε αυτό, ένα σχολείο πήρε μαθητές σε ένα νεκροταφείο ως μέρος της «εκπαίδευσης θανάτου» και οι μαθητές είδαν και άγγιξαν πτώματα. [35]

Συνήθεις δρατηριότητες των μαθημάτων εκπαίδευσης θανάτου είναι να ζητείται από τους μαθητές να σχεδιάσουν τις ταφόπλακές τους, να επιλέξουν τα φέρετρά τους, να οργανώσουν την κηδεία του εαυτού τους, και να γράψουν επικήδειους λόγους για αυτούς τους ίδιους.

Οι μαθητές δέχονται τις ακόλουθες ερωτήσεις:

«Πως θα πεθάνεις;»

«Πότε θα πεθάνεις;»

«Πότε ήταν η τελευταία φορά που θρήνησες; Είχε εκφραστεί με δάκρυα ή με σιωπηλό πόνο; Θρήνησες μόνος ή με κάποιον άλλον;»

«Πιστεύεις σε μια ζωή μετά θάνατον;» [36]

Προφανώς, αυτές οι ερωτήσεις δεν έχουν καμία σχέση με μελέτη. Είναι σχεδιασμένες για να ελέγξουν την συμπεριφορά των μαθητών προς την ζωή, τα θρησκευτικά τους πιστεύω, και τις προσωπικότητές τους. Κάποιες από τις ερωτήσεις στοχεύουν να προκαλέσουν συγκεκριμένες αντιδράσεις και μπορεί να έχουν μια ανρητική επίδραση σε εφήβους.
Λέγεται ότι η εκπαίδευση θανάτου μπορεί να βοηθήσει μαθητές να καθιερώσουν την σωστή συμπεριφορά όταν αντιμετωπίζουν θάνατο. Όμως, κάποιοι μαθητές που συμμετείχαν σε αυτά τα μαθήματα διέπραξαν αυτοκτονία. Για το ίδιο πρόγραμμα του 1990, το ABC πήρε συνέντευξη από μια μαθήτρια στο Λύκειο Κόλουμπαϊν που είπε πως τα σχέδια αυτοκτονίας της ήταν άμεσα σχετιζόμενα με την εκπαίδευση θανάτου που έλαβε εκεί. Είπε πως τα μαθήματα έκαναν τον θάνατο να μοιάζει ότι έχει γκλάμουρ: «πολύ συναρπαστικό, [και] πολύ ελκυστικό». [37] Αν και μια αιτιώδης συσχέτιση δεν έχει καθιερωθεί επιστημονικά, είναι σίγουρα λογικό για τους γονείς να υποπτεύονται και να φοβούνται ότι εκθέτοντας ψυχολογικά ανώριμους μαθητές σε αντιμετώπιση πληροφοριών περί θανάτου και αυτοκτονίας, κάποιοι μαθητές μπορεί να είναι πιο πιθανόν να αναπτύξουν κατάθλιψη και απελπισία, που μπορεί να συνεισφέρουν σε λόγους για διάπραξη αυτοκτονίας.

Η εκπαίδευση πρόληψης ναρκωτικών έχει γίνει επίσης πολύ δημοφιλής στα σχολεία. Όμως, το 1976, ο δρ. Ρίτσαρντ Μπλαμ του πανεπιστημίου Στάνφορντ εξέδωσε τα αποτελέσματα μιας τετραετούς έρευνας σε ένα μάθημα εκπαίδευσης πρόληψης νακρωτικών με όνομα Αποφασίζω. Η έρευνα βρήκε ότι μαθητές που πήραν το μάθημα άρχισαν την χρήση ναρκωτικών νωρίτερα και χρησιμοποίησαν ναρκωτικά περισσότερο από μια ομάδα ελέγχου που δεν είχε πάρει το μάθημα.

Το 1978 και 1985, ο καθηγητής Στήβεν Τζουρς διεξήγαγε ένα ερευνητικό πρότζεκτ που συνέκρινε το ποσοστό καπνιστών και χρηστών ουσιών μεταξύ μαθητών που είχαν πάρει ένα μάθημα αυτοπεποίθησης με όνομα Quest και κάποιων που δεν το είχαν πάρει. Το μάθημα είχε σχεδιαστεί για να βοηθήσει τους μαθητές να πάρουν σοφές και υγιείς αποφάσεις, αλλά τα αποτελέσματα έδειξαν το αντίθετο – η συμμετοχή είχε επακόλουθο μια αύξηση στον πειραματισμό με ναρκωτικά. Όσοι δεν πήραν το μάθημα διατήρησαν ένα σταθερό ή μικρότερο ποσοστό καπνίσματος και κατάχρησης ουσιών. [38]

Ούτε η εκπαίδευση θανάτου ούτε η εκπαίδευση πρόληψης νακρωτικών παρήγαγαν το αναμενόμενο αποτέλεσμα, έτσι ποιος ήταν ο πραγματικός σκοπός; Να μολύνουν τα παιδιά.

Τα παιδιά είναι πολύ περίεργα αλλά έχουν μια ανώριμη ηθική βάση. Νέο και περίεργο περιεχόμενο διεγείρει την περιέργειά τους και μπορεί να τους οδηγήσει σε ένα σκοτεινό μονοπάτι. Εν τω μεταξύ, τέτοια εκπαίδευση τείνει να αναισθητοποιεί τους μαθητές, κάνοντάς τους να βλέπουν την βία, πορνογραφία, τρομοκρατία, και ηθική διαφθορά ως απλώς φυσιολογικά κομμάτια της ζωής. Η ανοχή τους για το κακό αυξάνεται στην συνέχεια. Η όλη άσκηση είναι μέρος μιας κακόβουλης χρήσης της τέχνης, βίας, και πορνογραφίας για να επιφέρουν ηθική παρακμή.

Πορνογραφική σεξουαλική εκπαίδευση

Παραδοσιακά σε Ανατολή και Δύση, το σεξ ήταν ένα θέμα ταμπού σε δημόσια συζήτηση. Σύμφωνα και με τις δύο παραδόσεις, το θείον καθιέρωσε ότι η σεξουαλική συμπεριφορά θα πρέπει να υπάρχει μόνο εντός του γάμου. Όλες οι άλλες μορφές σεξουαλικής συμπεριφοράς θεωρούνται ανήθικες και αμαρτωλές, και παραβιάζουν τα θεϊκά πρότυπα για την ηθική. Αυτό κάνει το σεξ και τον γάμο αδιαχώριστα, και το σεξ δεν μπορεί να είναι ένα θέμα δημόσιας συζήτησης σε μια κοινωνία που λειτουργεί καλά. Στην παραδοσιακή κοινωνία, οι νέοι λάμβαναν εκπαίδευση στην φυσιολογία, και δεν υπήρχε ανάγκη για την σημερινή εκδοχή σεξουαλικής εκπαίδευσης.

Η μοντέρνα έννοια σεξουαλικής εκπαίδευσης συστήθηκε αρχικά από τον Ούγγρο μαρξιστή Γκυόργκυ Λούκατς, ιδρυτή της Σχολής της Φρανκφούρτης της κοινωνικής θεωρίας και φιλοσοφίας. Ο σκοπός του ήταν να ανατρέψει ολοκληρωτικά τις παραδοσιακές Δυτικές αξίες. Το 1919, ο Λούκατς τοποθετήθηκε ως υπουργός πολιτισμού στο μικρής ζωής Ουγγρικό μπολσεβικικό καθεστώς. Ανέπτυξε ένα ακραίο πρόγραμμα σεξουαλικής εκπαίδευσης που δίδασκε στους μαθητές για ελεύθερο έρωτα, και ότι ο γάμος ήταν ξεπερασμένος.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Άλφρεντ Κίνσεϋ, χρηματοδοτούμενος από τα ιδρύματα Ρόκεφελλερ, εξέδωσε τις Αναφορές Κίνσεϋ που είχαν πολύ μεγάλες πωλήσεις – δύο βιβλία με τίτλο «Σεξουαλική συμπεριφορά στο ανθρώπινο αρσενικό» και «Σεξουαλική συμπεριφορά στο ανθρώπινο θηλυκό» – τα τέλη της δεκαετίας του 1940 και στις αρχές της δεκαετίας 1950. Στην έρευνά του που σήμερα έχει αποδειχθεί ότι ήταν ψεύτικη και λανθασμένη, χρησιμοποίησε παιδόφιλους για να κάνει σεξουαλικά πειράματα σε βρέφη και παιδιά. Η ιδέα του Κίνσεϋ ότι τα παιδιά είναι «σεξουαλικά όντα» από την γέννηση και θα πρέπει να εκπαιδεύονται χωρίς ταμπού σε κάθε πτυχή σεξουαλικής δραστηριότητας είναι η βάση της σημερινής σεξουαλικής εκπαίδευσης. [39]

Η σεξουαλική επανάσταση της δεκαετίας 1960 εξάλειψε τις εναπομείνασες παραδοσιακές Δυτικές αξίες. Ποσοστά σεξουαλικώς μεταδιδόμενων ασθενειών και εφηβικής εγκυμοσύνης άρχισαν να αυξάνονται ραγδαία. Κάποιοι που ήθελαν να λύσουν τέτοια κοινωνικά προβλήματα προώθησαν την σεξουαλική εκπαίδευση. Αλλά σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που έχει ήδη αποκλίνει από τις παραδοσιακές ηθικές διδασκαλίες, η σεξουαλική εκπαίδευση έβλεπε την σεξουαλική επαφή ως αποσυνδεδεμένη από τον γάμο και αντ’ αυτού έδινε έμφαση στην ασφάλεια (πρόληψη ασθενειών και εγκυμοσύνης) – έτσι ακολουθούσε το μοντέλο του Λούκατς για σεξουαλική εκπαίδευση αγνοώντας όλες τις ηθικές πτυχές της σεξουαλικής δραστηριότητας.

Αυτή η μορφή εκπαίδευσης έγινε μετά εργαλείο για την καταστροφή των νέων. Μαθητές επίσης άκουσαν για την εξωγαμιαία, ανήθικη συμπεριφορά της ομοφυλοφιλίας, και με αυτόν τον τρόπο αυτή η συμπεριφορά κανονικοποιήθηκε. Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν ότι η νεότερη γενιά αφήνεται σε αυτό που νομίζει πως είναι ελευθερία, ενώ στην πραγματικότητα, είναι ένα μονοπάτι που εγκαταλείπει τα θεϊκώς καθορισμένα πρότυπα. Αυτό το είδος σεξουαλικής εκπαίδευσης που αρχίζει από το δημοτικό σχολείο έχει ήδη καταστρέψει τις παραδοσιακές αξίες της οικογένειας, ατομικής υπευθυνότητας, αγάπης, αγνότητας, τιμής, αυτοελέγχου, πίστης, και άλλες.

Η μορφή «μαθαίνω κάνοντας» του Ντούι της προοδευτικής εκπαίδευσης είναι ένα βολικό εργαλείο για τους μαρξιστές.

Το πρόγραμμα σεξουαλικής εκπαίδευσης «Εστίαση στα Παιδιά»,που προωθήθηκε σε μεγάλη κλίμακα από τα Κέντρα για Έλεγχο και Πρόληψη Ασθενειών (CDC), προτείνει μια δραστηριότητα στην οποία διδάσκοντες οργανώνουν τους μαθητές να συναγωνιστούν σε έναν «αγώνα προφυλακτικών». Κάθε μαθητής πρέπει να βάλει ένα προφυλακτικό σε ένα σεξουαλικό πορνογραφικό ομοίωμα και μετά να το αφαιρέσει. Όποιος τελειώσει πιο γρήγορα κερδίζει. [40] Σε μια άλλη άσκηση του «Εστίαση στα Παιδιά», οι διδάσκοντες λένε στους μαθητές για τρόπους να σκεφτούν καταστάσεις θερμής συνομιλίας ή/και πράξεων. Το «Υπερηφάνεια! Υπευθυνότητα!» είναι άλλο ένα πρόγραμμα που υποστηρίζεται από το CDC και έχει προωθηθεί από την Planned Parenthood και άλλους οργανισμούς. Το πρόγραμμα απαιτεί τους μαθητές να παίξουν σε ρόλους – για παράδειγμα, να παριστάνουν ότι είναι δύο μαθήτριες που συζητούν για το ασφαλέστερο σεξ. [41] Στην πλειοψηφία των ανθρώπων που ακόμα έχουν παραδοσιακές αξίες στις καρδιές τους, είναι δύσκολο να διακρίνουν αυτές τις υποτίθεται εκπαιδευτικές δραστηριότητες από παιδική πορνογραφία.

Ο κύριος παράγοντας του προγράμματος, Planned Parenthood, είναι ο μεγαλύτερος πάροχος σεξουαλικής εκπαίδευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες και έχει παρουσία σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο. Προωθεί επίσης δικαιώματα έκτρωσης. Ο οργανισμός ιδρύθηκε το 1921 ως η Αμερικανική Ένωση Ελέγχου Γεννήσεων. Η ιδρύτριά του, Μάργκαρετ Σάνγκερ, ήταν μια προοδευτική σοσιαλίστρια που ταξίδεψε στην Ρωσία του Στάλιν, όπου ισχυροποίησε την πίστη της στην ευγονική. «Θα πρέπει να σταματήσουμε την αναπαραγωγή των οικογενειών με αδύναμα μυαλά που έχουν κάνει λίγα και ακόμα κάνουν πολύ κοινωνική και φυλετική ζημία», είχε πει σε ένα προσχέδιο άρθρου. Η Σάνγκερ ήταν επίσης ισχυρή υπέρμαχος του κινήματος σεξουαλικής απελευθέρωσης. Έχει καταγραφεί ότι είπε πως μια εξωσυζυγική σχέση που είχε «πραγματικά με απελευθέρωσε». [42] Έδωσε ακόμα και στην δεκαεξάχρονη εγγονή της την συμβουλή να έχει συχνή σεξουαλική δραστηριότητα, λέγοντας πως «τρεις φορές την μέρα ήταν αυτό που έπρεπε». [43]

Το σχολικό βιβλίο σεξουαλικής εκπαίδευσης «Είναι τελείως φυσιολογικό» έχει μεταφραστεί σε είκοσι μία γλώσσες και έχει πουλήσει περισσότερα από ένα εκατομμύριο αντίτυπα παγκοσμίως. Το βιβλίο χρησιμοποιεί σχεδόν εκατό γυμνά σχέδια για να απεικονίσει διάφορες φυσιολογικές και αφύσικες κινήσεις, αισθήματα, και σωματικές αισθήσεις αυνανισμού στα δύο φύλα και σε ομοφυλόφιλους, καθώς και μεθόδους ελέγχου εγκυμοσύνης και έκτρωσης. Ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι τα παιδιά έχουν το δικαίωμα να γνωρίζουν όλες αυτές τις πληροφορίες. [44] Το κύριο θέμα του βιβλίου είναι ότι μια ποικιλία σεξουαλικών συμπεριφορών είναι όλες «τελείως φυσιολογικές» και ότι κανένας δεν θα πρέπει να υπόκειται σε ηθική κρίση.

Σε ένα ευρέως χρησιμοποιούμενο βιβλίο σεξουαλικής εκπαίδευσης Λυκείου, ο συγγραφέας διδάσκει στα παιδιά ότι κάποιες θρησκείες πιστεύουν ότι το σεξ εκτός γάμου είναι αμαρτωλό, και μετά γράφει: «Θα πρέπει να αποφασίσετε μόνοι σας πόσο σημαντικά είναι αυτά τα μηνύματα για εσάς.» [45] Συμπερασματικά, αυτή η κοσμοθεώρηση λέει ότι όλες οι αξίες είναι σχετικές, και ότι σωστό και λάθος αποφασίζονται από τα παιδιά.

Σήμερα, τα αμερικανικά δημόσια σχολεία έχουν δύο βασικούς τύπους μαθημάτων σεξουαλικής εκπαίδευσης. Ένας τύπος που προωθείται δυνατά από εκπαιδευτικούς οργανισμούς περιγράφηκε νωρίτερα: η πλήρης ύλη σεξουαλικής εκπαίδευσης, που περιλαμβάνει οδηγίες για σεξουαλική συμπεριφορά, έλεγχο εγκυμοσύνης, πρόληψη σεξουαλικώς μεταδιδομένων νοσημάτων, και τα παρόμοια. Ο άλλος τύπος διδάσκει στους νέους να ελέγχουν την σεξουαλική τους επιθυμία, δεν συζητά έλεγχο εγκυμοσύνης, και ενθαρρύνει την αποχή από το σεξ έως τον γάμο.

Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η κοινωνική ηθική, ειδικά η γενική συμπεριφορά προς το σεξ, έχει αποκλίνει πολύ από την παραδοσιακή ηθική, την βασισμένη στην πίστη. Τα μέσα ενημέρωσης και το Διαδίκτυο είναι πλημμυρισμένα με πορνογραφικό περιεχόμενο, και όλο αυτό τραβάει τα παιδιά στο χείλος της αβύσσου. Στον σημερινό εκπαιδευτικό τομέα που ελέγχεται από αθεϊσμό, τα περισσότερα δημόσια σχολεία που ακολουθούν «αξιακή ουδετερότητα» δεν θέλουν, ή δεν τολμούν, να διδάξουν στα παιδιά ότι το σεξ εκτός γάμου είναι ανήθικο, ούτε διδάσκουν στα παιδιά να διαχωρίζουν το σωστό από το λάθος βάσει παραδοσιακών ηθικών αρχών.

Η σεξουαλική εκπαίδευση παραμένει ένα αμφιλεγόμενο θέμα στην σημερινή κοινωνία. Υπάρχουν πολυάριθμα επιχειρήματα σε διαφορετικούς τομείς περί του θέματος της ασφάλειας στην σεξουαλική δραστηριότητα, που εστιάζονται στα ποσοστά εφηβικής εγκυμοσύνης και των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Όμως, το γεγονός ότι τα σχολεία δημοσίως διδάσκουν σε εφήβους για σεξουαλική συμπεριφορά θα έχει προφανώς ένα αποτέλεσμα αύξησης του σεξ εκτός γάμου, που παραβιάζει την παραδοσιακή σεξουαλική ηθική. Ακόμα κι αν δεν υπήρχαν εφηβικές εγκυμοσύνες ή σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, αυτό θα σήμαινε ότι η ανηθικότητα μεταξύ εφήβων θα ήταν αποδεκτή; Με μια παρακμιακή στάση προς την σεξουαλική συμπεριφορά να κερδίζει έδαφος, ο κομμουνισμός δουλεύει για να επιτύχει τον στόχο του της καταστροφής της ανθρώπινης ηθικής.

Αυτοπεποίθηση και εγωκεντρισμός

Από την δεκαετία 1960, ένα νέο δόγμα που προωθήθηκε πολύ στα σχολεία είναι υπεύθυνο για μια μεγάλη πτώση της εκπαιδευτικής ποιότητας: η ειδωλοποίηση της «αυτοπεποίθησης». Στην επιφάνεια, η αυτοπεποίθηση θα έπρεπε να αναφέρεται σε ένα συναίσθημα σιγουριάς και αυτοσεβασμού που πηγάζει από τις ικανότητες κάποιου και τα επιτεύγματά του. Όμως, η αυτοπεποίθηση που προωθείται στα σχολεία των ΗΠΑ είναι κάτι τελείως διαφορετικό.

Στο βιβλίο της «Το πρόγραμμα νιώθω καλά: Η αποβλάκωση των παιδιών της Αμερικής στο όνομα της αυτοπεποίθησης», η εκπαιδευτική ερευνήτρια Μωρήν Στάουτ γράφει για ένα κοινό φαινόμενο στα αμερικανικά σχολεία: Οι μαθητές νοιάζονται για βαθμούς, αλλά δεν νοιάζονται για το τι έμαθαν ή πόση προσπάθεια καταβάλουν. Για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις των μαθητών για καλύτερους βαθμούς, οι διδάσκοντες αναγκάζονται να μειώσουν την δυσκολία των εξετάσεων και των εργασιών. Αλλά αυτό έχει αποτέλεσμα μόνο την ακόμα μικρότερη προσπάθεια από την μεριά των μαθητών που ήδη δεν απέδιδαν όσο θα έπρεπε.

Η Στάουτ θεωρεί πως οι διδάσκοντες μοιάζουν συνηθισμένοι στο φαινόμενο και ακόμα πιστεύουν ότι το σχολείο θα πρέπει να είναι όπως η μήτρα – απομονωμένο από τον εξωτερικό κόσμο ώστε οι μαθητές να μπορούν να έχουν συναισθηματική άνεση αλλά όχι διανοητική ανάπτυξη ή αντοχή. Η εστίαση είναι στα συναισθήματα των μαθητών, αντί για την ολική τους ανάπτυξη. [46]

Όπως πολλοί σχολιαστές έχουν υποδείξει, το δόγμα της αυτοπεποίθησης μπερδεύει την αιτία με το αποτέλεσμα. Η αυτοπεποίθηση είναι το αποτέλεσμα προσπάθειας, όχι μια προϋπόθεση για επιτυχία. Με άλλα λόγια, το να νιώθεις καλά δεν οδηγεί σε επιτυχία, αλλά κάποιος νιώθει καλά αφότου επιτύχει.

Αυτή η παρανόηση της αυτοπεποίθησης είναι υποπροϊόν του ψυχοθεραπευτικού στυλ εκπαίδευσης που βρίσκεται σε άνοδο από την δεκαετία του 1960. Η ψυχοθεραπευτική εκπαίδευση κατέληξε να κατηχεί έναν μεγάλο αριθμό νέων ανθρώπων με μια αίσθηση δικαιώματος και θύματος. Η Στάουτ περιγράφει το κοινό σκεπτικό ως: «Θέλω να κάνω ό,τι θέλω, όπως το θέλω, και όποτε θέλω, και τίποτα και κανένας δεν πρόκειται να με σταματήσει.» [47]

Η αμερικανική εκπαίδευση μεγεθύνει υπερβολικά τις ιδέες της ελευθερίας και εγωκεντρικότητας στο όνομα της συναισθηματικής αυτοπεποίθησης. Αυτό το στυλ εκπαίδευσης παράγει γενιές νέων ανθρώπων που δεν δίνουν έμφαση στην ηθική και δεν αναλαμβάνουν ευθύνη. Νοιάζονται μόνο για τα δικά τους συναισθήματα και όχι για τα συναισθήματα άλλων ανθρώπων. Αναζητούν απόλαυση αλλά προσπαθούν να αποφύγουν την προσπάθεια, θυσία, και βάσανα. Αυτό έχει επιφέρει καταστροφή στην ηθική της αμερικανικής κοινωνίας.

ε. Η παρείσφρηση στην εκπαίδευση

Έλεγχος επί της Αμερικανικής πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης

Για αρκετό καιρό μετά την ίδρυση των Ηνωμένων Πολιτειών, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν εμπλεκόταν στην εκπαίδευση. Αυτές οι αποφάσεις ήταν ευθύνη των πολιτειακών κυβερνήσεων. Το 1979, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ίδρυσε το υπουργείο Εκπαίδευσης και η δικαιοδοσία του έχει επεκταθεί από τότε. Σήμερα, η δύναμή του επί των εκπαιδευτικών στρατηγικών και της διανομής εκπαιδευτικού προϋπολογισμού υπερβαίνει κατά πολύ αυτά που παλιότερα είχε. Γονείς, σχολικές περιφέρειες, και πολιτειακές κυβερνήσεις, που είχαν μεγαλύτερο λόγο στην εκπαίδευση, όλο και περισσότερο αναγκάζονται να παίρνουν διαταγές από αξιωματούχους της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Γονείς και σχολικές περιφέρειες έχουν σταδιακά χάσει την δύναμή τους να αποφασίζουν τι διδάσκεται και πως διδάσκεται.

Η δύναμη καθαυτή είναι ουδέτερη – αυτοί που την κατέχουν μπορούν να πράξουν είτε καλό είτε κακό. Η συγκέντρωση της δύναμης καθαυτή δεν είναι απαραίτητα κακό πράγμα, αλλά μάλλον ζήτημα του πως το άτομο ή τα ιδρύματα χρησιμοποιούν την δύναμή τους και με ποιον σκοπό. Η συγκεντρωτικοποίηση στην αμερικανική εκπαίδευση έχει γίνει μεγάλο θέμα λόγω μαρξιστικής παρείσφρησης σε όλα τα επίπεδα, ειδικά στην κεντρική γραφειοκρατία. Υπό αυτές τις συνθήκες, μόλις μια λανθασμένη απόφαση αποφασίζεται, η επίδραση είναι μεγάλή και οι λίγοι με καθαρή σκέψη που παραμένουν δεν μπορούν απλώς να την αναστρέψουν.

Όπως εξηγήθηκε από την συγγραφέα και πρώην διδάσκουσα Μπέβερλύ Κ. Ήκμαν, ένα από τα αποτελέσματα της συγκεντρωτικοποίησης της δύναμης στην αμερικανική εκπαίδευση είναι ότι οι αξιωματούχοι που έχουν την εξουσία δεν μπορούν, σε μικρό χρονικό διάστημα, να δουν πως οι εκπαιδευτικές στρατηγικές τους αναπτύσσονται ιστορικά και πόσο μεγάλη επίδραση έχουν μακροπρόθεσμα. Αν και κάποιες στρατηγικές μπορεί να εγείρουν αμφιβολίες, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν τον χρόνο, ενέργεια, πόρους, ή θάρρος να ερευνήσουν οι ίδιοι. Ακόμα κι αν οι υποψίες τους εγείρονται σε κάποιες περιπτώσεις, χωρίς άλλα κομμάτια του παζλ, μπορούν να κάνουν λίγο περισσότερο από το να υπακούσουν σε αυτό που τους λένε οι προϊστάμενοί τους. Ο καθένας έτσι γίνεται μέρος μιας γιγάντιας μηχανής. Είναι δύσκολο για αυτούς να δουν τις συνέπειες των αποφάσεών τους στους μαθητές και την κοινωνία, και ως αποτέλεσμα, η ηθική υπευθυνότητά τους μειώνεται. [48] Ο κομμουνισμός μπορεί να εκμεταλλευτεί τις αδυναμίες σε αυτό το σύστημα και να διαλύσει τις άμυνες της κοινωνίας επίπεδο το επίπεδο.

Επιπλέον, οι παιδαγωγικές σχολές, τα εκδοτήρια βιβλίων, οι οργανισμοί εκπαιδευτικών διαπιστευτηρίων, και τα ιδρύματα αδειοδότησης εκπαιδευτικών έχουν αποφασιστικές επιδράσεις στην εκπαίδευση, και έτσι έχουν όλα γίνει στόχοι παρείσφρησης.

Ο ρόλος των ενώσεων εκπαιδευτικών

Το Ένατο Κεφάλαιο αυτού του βιβλίου συζητά το πως ο κομμουνισμός χειραγωγεί και χρησιμοποιεί τις ενώσεις. Οι ενώσεις εκπαιδευτικών έχουν γίνει ένας από τους κρίσιμους λόγους πίσω από την παρακμή της αμερικανικής εκπαίδευσης. Αυτές οι ενώσεις δεν νοιάζονται για την βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης, αλλά γίνονται επαγγελματικοί οργανισμοί που επιβραβεύουν την αποτυχία, προστατεύουν την ανικανότητα, και θυσιάζουν ευσυνείδητους διδάσκοντες που φιλοδοξούν να κάνουν μια συνεισφορά στην καριέρα τους και που πραγματικά αφιερώνουν εαυτόν στην διδασκαλία μαθητών.

Στο άρθρο «Πως οι ενώσεις εκπαιδευτικών βάζουν χειροπέδες στα σχολεία», ο εκδότης της City Journal και συγγραφέας Σολ Στερν δίνει το παράδειγμα του Τρέισυ Μπέιλυ, πρώην καθηγητή φυσικής Λυκείου που κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Καθηγητή της Χρονιάς το 1993. Εκείνο τον καιρό, ο επικεφαλής της Αμερικανικής Ένωσης Διδασκόντων κάλεσε τον Μπέιλυ για να πει πως ήταν ευχαριστημένος ότι ένα μέλος της ένωσης είχε κερδίσει το βραβείο. Ο Μπέιλυ αργότερα σταμάτησε να είναι μέλος και τώρα πιστεύει ότι οι μεγάλες ενώσεις εκπαιδευτικών είναι ένας βασικός λόγος για την παρακμή της αμερικανικής δημόσιας εκπαίδευσης. Πιστεύει πως οι ενώσεις είναι απλώς ομάδες ειδικού ενδιαφέροντος που προστατεύουν την καθεστηκυία τάξη και πυλώνες ενός «συστήματος που πολύ συχνά επιβραβεύει την μετριότητα και ανικανότητα.» [49]

Οι μεγάλες αμερικανικές ενώσεις εκπαιδευτικών χρηματοδοτούνται παχυλά και έχουν τεράστια επιρροή. Κατατάσσονται μεταξύ των πιο ισχυρών πολιτικών ομάδων λόμπυ στην χώρα, και έχουν γίνει το κύριο εμπόδιο που παρεμποδίζει μια θετική μεταρρύθμιση εντός του εκπαιδευτικού συστήματος. Για παράδειγμα, η Ένωση Διδασκόντων Καλιφόρνιας, υπό την Αμερικανική Ένωση Διδασκόντων, χρησιμοποιεί το τεράστιο πολεμικό της ταμείο που συνέλεξε από μέλη για να πιέζει για νομοθεσία και να κάνει πολιτικές δωρεές.

Το 1991, η Καλιφόρνια θέλησε να προσθέσει την Πρόταση 174 στο πολιτειακό της Σύνταγμα, που θα επέτρεπε σε οικογένειες να χρησιμοποιήσουν κουπόνια σχολείου που θα παρέχονταν από την πολιτειακή κυβέρνηση για να επιλέξουν τα καλύτερα σχολεία για τα παιδιά τους. Ωστόσο, η Ένωση Διδασκόντων Καλιφόρνιας σταμάτησε την πρόταση και ακόμα και απείλησε σχολεία ώστε να ακυρώσουν τα συμβόλαιά τους με μια αλυσίδα χάμπεργκερ που είχε δωρίσει $25.000 προς υποστήριξη της πρότασης. [50]

Η αποβολή της οικογένειας από την εκπαίδευση των παιδιών

Ένας ακόμα βασικός στόχος του κομμουνισμού είναι η αφαίρεση του παιδιού από τους γονείς του με το που αυτό γεννιέται, και να έχει την κοινότητα ή το έθνος να μεγαλώσει το παιδί αντ΄αυτών. Αυτό δεν είναι εύκολο, αλλά τα πράγματα κινούνται ήσυχα προς αυτήν την κατεύθυνση.

Σε κομμουνιστικές χώρες, οι μαθητές από την «μπουρζουά» τάξη ενθαρρύνονται να κόψουν τις σχέσεις με τους γονείς τους. Επίσης, η εκπαίδευση που εστιάζεται στις εξετάσεις επεκτείνει τον χρόνο που οι μαθητές πρέπει να περάσουν στο σχολείο, έτσι μειώνει την επίδραση που οι γονείς μπορούν να έχουν στα παιδιά.

Σε Δυτικές χώρες, διαφορετικές προσεγγίσεις χρησιμοποιούνται για να αφαιρέσουν την επιρροή της οικογένειας από την εκπαίδευση των παιδιών. Αυτό περιλαμβάνει την μεγιστοποίηση του σχολικού χρόνου των μαθητών, την μείωση της απαιτούμενης ηλικίας για να πάνε τα παιδιά στο σχολείο, την αποτροπή των μαθητών από το να πάρουν βιβλία και εκπαιδευτικό υλικό στο σπίτι, και την αποθάρρυνση των μαθητών από το να λένε αμφιλεγόμενα θέματα που έμαθαν στην τάξη στους γονείς τους.

Μαθήματα όπως «εκπαίδευση αποσαφήνισης αξιών» προσπαθούν να διαχωρίσουν τους μαθητές από τους γονείς τους. Ένας γονέας ενός μαθητή που έπαιρνε το μάθημα Quest σχολίασε: «Έμοιαζε σαν οι γονείς να παρουσιάζονταν πάντα αρνητικά. Η ιστορία θα ήταν για έναν πατέρα και τον γιο του, ας πούμε. Και ο πατέρας ήταν πάντα ενοχλητικός, πάντα πολύ αυστηρός, πάντα άδικος.» Συχνά, το υπονοούμενο αυτών των μαθημάτων είναι «οι γονείς σου δεν σε καταλαβαίνουν, αλλά εμείς σε καταλαβαίνουμε.» [51]

Μερικές φορές, λόγω νομικών απαιτήσεων, οι μαθητές πρέπει πρώτα να αποκτήσουν γονική συναίνεση πριν μπορέσουν να συμμετάσχουν σε ορισμένες δραστηριότητες. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι διδάσκοντες ή διοικητικό προσωπικό μπορεί να χρησιμοποιήσουν παραπλανητικές ή ασαφείς λέξεις για να το κάνουν πολύ δύσκολο για τους γονείς να μάθουν τις λεπτομέρειες αυτού που συμφωνούν. Αν οι γονείς παραπονεθούν, οι σχολικές αρχές ή η σχολική επιτροπή έχουν μεθόδους για να αντιμετωπίσουν το παράπονο: αναβολές, μη ανάληψη ευθύνης, ή το να πάρουν μια θέση ανωτέρου. Για παράδειγμα, μπορεί να πουν ότι οι γονείς δεν έχουν την επαγγελματική γνώση των εκπαιδευτικών, ότι άλλες σχολικές περιφέρειες κάνουν το ίδιο, ότι μόνο η οικογένειά σου παραπονιέται, και ούτω καθεξής.

Οι περισσότεροι γονείς δεν έχουν τον χρόνο ή τους πόρους να εμπλακούν σε μια μακρά αντιπαράθεση με το σχολείο ή με την σχολική περιφερειακή διοίκηση. Επιπλέον, σε λίγα χρόνια, ο μαθητής θα αποφοιτήσει. Οι γονείς γενικά επιλέγουν να μείνουν σιωπηλοί. Εν τω μεταξύ, το παιδί σχεδόν κρατείται όμηρος από το σχολείο, και οι γονείς δεν τολμούν να προσβάλλουν τις σχολικές αρχές. Όταν γονείς πραγματικά διαμαρτύρονται κατά των σχολικών πρακτικών, οι σχολικές αρχές μπορεί να τους χαρακτηρίσουν εξτρεμιστές, ανακινητές προβλημάτων, θρησκευτικούς ζηλωτές, φανατικούς, φασίστες, και παρόμοια. Κάνοντας έτσι, οι σχολικές αρχές αποθαρρύνουν άλλους γονείς από το να εκφράσουν μια αντίθεση. [52]

Παραπλανητική και ασαφής εκπαιδευτική ορολογία

Στην εισαγωγή του βιβλίου της «Η εσκεμμένη αποβλάκωση της Αμερικής», η Ίσερμπυτ σημειώνει ότι η Αμερική βρίσκεται μέσα σε έναν μυστικό πόλεμο, στον οποίον οι επιτιθέμενοι χρησιμοποιούν εξεζητημένα εργαλεία όπως «Χεγκελιανή διαλεκτική (κοινό έδαφος, συμφωνία και συμβιβασμός)», «σταδιακή τακτική (δύο βήματα μπροστά, ένα βήμα πίσω)», και «σημασιολογική εξαπάτηση (επαναπροσδιορισμός των όρων για να ληφθεί συμφωνία χωρίς κατανόηση του θέματος).» [53]

Η Σλάφλαϋ επίσης έγραψε για αυτό το φαινόμενο. Στον πρόλογο του βιβλίου της «Κακοποίηση παιδιών στην τάξη», είπε πως τα ψυχοθεραπευτικά μαθήματα χρησιμοποιούν ένα σύνολο ειδικών όρων για να αποτρέψουν τους γονείς από το να καταλάβουν τον πραγματικό σκοπό και μέθοδο αυτών των μαθημάτων. Αυτοί οι όροι περιλαμβάνουν τους τροποποίηση συμπεριφοράς, κριτική σκέψη υψηλότερου βαθμού, ηθική συλλογιστική, και ούτω καθεξής. [54]

Για δεκαετίες, οι Αμερικανοί εκπαιδευτικοί έχουν δημιοργήσει ένα εκθαμβωτικό φάσμα όρων όπως κονστρουκτιβισμός, συνεργατική μάθηση, πειραματική μάθηση, βαθιά κατανόηση, επίλυση προβλημάτων, εκπαίδευση βάσει αναζήτησης και βάσει αποτελέσματος, διαδικαστικές ικανότητες, δια βίου μάθηση, διαδραστική εκπαίδευση μαθητή-καθηγητή, και άλλα. Είναι υπερβολικά πολλά. Κάποιες έννοιες μοιάζουν λογικές, αλλά η διερεύνηση στο ευρύτερο πλαίσιο των όρων και στο που οδηγούν αποκαλύπτει ότι σκοπός τους είναι να δυσφημίσουν την παραδοσιακή εκπαίδευση και να προωθήσουν την αποβλάκωση της εκπαίδευσης. [55]

Μεγάλης κλίμακας αλλαγές σε θέματα και σχολικά βιβλία

Το «Κανένας δεν τολμά να το αποκαλέσει προδοσία» [None Dare Call It Treason], που εκδόθηκε το 1964, αναλύει το πρόγραμμα μεταρρύθμισης σχολικών βιβλίων της δεκαετίας 1930. Αυτή η αλλαγή συνδύασε περιεχόμενο διαφορετικών πεδίων, όπως ιστορία, γεωγραφία, κοινωνιολογία, οικονομικά, και πολιτική επιστήμη, σε ένα σύνολο βιβλίων που εγκατέλειψαν το περιεχόμενο, σύστημα αξιών, και τρόπο συνοπτικής παρουσίασης που υπήρχε στα παραδοσιακά βιβλία. «Τόσο έντονη ήταν η αντιθρησκευτική προκατάληψη» και «τόσο ανοιχτή ήταν η προπαγάνδα σοσιαλιστικού ελέγχου επί των ζωών των ανθρώπων» που τα βιβλία υποβάθμισαν Αμερικανούς ήρωες και το Αμερικανικό Σύνταγμα, λέει ο συγγραφέας Τζον Α. Στόρμερ. [56]

Το σύνολο βιβλίων ήταν εκτενές και δεν ενέπιπτε στην εμβέλεια κανενός παραδοσιακού πεδίου. Συνεπώς, ειδικοί σε διάφορα πεδία δεν έδωσαν πολύ προσοχή σε αυτό. Πολλά χρόνια μετά, όταν το κοινό αντιλήφθηκε το πρόβλημα και άρχισε να αντιτίθεται στο υλικό, πέντε εκατομμύρια μαθητές είχαν ήδη εκπαιδευθεί με αυτά. Εκείνη την στιγμή, ήταν αδύνατον να αλλαχτούν τα βιβλία και πάλι στην παραδοσιακή μορφή τους.

Αν οι αλλαγές στα βιβλία είχαν εφαρμοστεί με έναν διαφανή τρόπο, θα είχαν αντιμετωπίσει αμφισβήτηση και αντίσταση από ειδικούς και γονείς. Τα νεοδιαμορφωμένα βιβλία, που αναμείγνυαν διάφορα θέματα, δεν ανήκαν σε κάποια σαφή ταξινομία πεδίου, έτσι οι ειδικοί είχαν δυσκολία να κρίνουν το περιεχόμενο που δεν ανήκε στην επαγγελματική τους γνώση. Αυτό το κατέστησε σχετικά εύκολο τα βιβλία να περάσουν επιτυχώς αξιολογήσεις και να γίνουν αποδεκτά από κάποια σχολική περιφερειακή διοίκηση και από την κοινωνία.

Παρόμοιες αλλαγές σε σχολικά προγράμματα και διδακτικό υλικό συνέχισαν να γίνονται όλο τον αιώνα. Ενώ μια μειοψηφία ανθρώπων ίσως αναγνωρίσουν και αντιταχθούν σε αυτές τις κινήσεις, οι φωνές τους αγνοούνται και έχουν μικρή πιθανότητα να σταματήσουν προγραμματισμένες αλλαγές εν μέσω της πίεσης των προοδευτικών λόμπυ. Μετά από αρκετούς γύρους αλλαγών, η νέα γενιά μαθητών διαχωρίζεται ακόμα περισσότερο από την παράδοση, και γίνεται σχεδόν αδύνατον αυτό να αντιστραφεί.

Τα αμερικανικά σχολικά βιβλία συνεχώς υπόκεινται σε ενημερώσεις και αλλαγές. Κάποιοι λένε ότι είναι επειδή η γνώση έχει αυξηθεί με επιταχυνόμενο ρυθμό. Ωστόσο, η βασική γνώση που χρειάζεται στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση δεν αλλάζει πολύ. Έτσι γιατί υπήρξαν τόσα πολλά διαφορετικά βιβλία που εκδίδονταν και συνεχώς ανατυπώνονταν; Ο επιφανειακός λόγος είναι ότι οι εκδότες ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Επιφανειακά, στην αναζήτηση κέρδους, δεν θέλουν οι μαθητές να χρησιμοποιούν συνεχώς το ίδιο σύνολο βιβλίων για πολλά χρόνια. Αλλά σε βαθύτερο επίπεδο, ακριβώς όπως η αναδιαμόρφωση του περιεχομένου των βιβλίων, η διαδικασία χρησιμοποιήθηκε για να στρεβλώσει το διδακτικό υλικό της επόμενης γενιάς.

Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση: Μια διαλεκτική πάλη

Από την δεκαετία του 1950 έως αυτήν του 1960, η αμερικανική εκπαίδευση έχει βιώσει μια σειρά μεταρρυθμίσεων, αλλά καμία δεν επέφερε τις επιθυμητές βελτιώσεις. Το 1981, οι βαθμολογίες των εξετάσεων SAT των Αμερικανών μαθητών έπεσαν σε ένα ιστορικό χαμηλό, προκαλώντας την έκδοση της έκθεσης «Ένα έθνος σε κίνδυνο» του 1983 και το επακόλουθο κίνημα «πίσω στα βασικά». Για να μπορέσουν να αλλάξουν την ντροπιαστική κατάσταση της εκπαίδευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες, πολλές κυβερνήσεις από την δεκαετία του 1990 έχουν εκκινήσει μεγάλης κλίμακας μεταρρυθμίσεις, με μικρό αποτέλεσμα. Όχι μόνον δεν βοήθησαν, αλλά επίσης επέφεραν προβλήματα περισσότερο δισεπίλυτα. [57]

Οι περισσότεροι που εμπλέκονταν στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις ειλικρινά ήθελαν να κάνουν κάτι καλό για τους μαθητές και την κοινωνία, αλλά λόγω της επιρροής διαφόρων κομμουνιστικών ιδεών, οι προθέσεις τους συχνά έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Τα αποτελέσματα πολλών εξ αυτών των μεταρρυθμίσεων καταλήγουν να προωθούν κομμουνιστικές ιδέες. Όπως ακριβώς σε άλλα πεδία, η παρείσφρηση μέσω εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης δεν απαιτεί να κερδηθούν όλα σε μία μάχη.

Η επιτυχία μιας μεταρρύθμισης δεν είναι ο πραγματικός στόχος. Στην πραγματικότητα, κάθε μεταρρύθμιση είναι σχεδιασμένη να αποτύχει αρχικά, ώστε να παρέχει μια δικαιολογία για την επόμενη μεταρρύθμιση. Κάθε μεταρρύθμιση είναι μια βαθύτερη απόκλιση από την τελευταία, κάθε μία αποξενώνει περαιτέρω τους ανθρώπους από την παράδοση. Αυτή είναι η διαλεκτική της πάλης – ένα βήμα πίσω, και μετά δύο βήματα εμπρός. Με αυτόν τον τρόπο, οι άνθρωποι όχι μόνο δεν θα μετανιώσουν για την κατάρρευση της παράδοσης – δεν θα γνωρίζουν ούτε το τι είναι [παράδοση].

Διαβάστε ολόκληρη την σειρά εδώ: Πώς το φάντασμα του κομμουνισμού ελέγχει τον κόσμο μας

Παραπομπές

1. Yuri Bezmenov, as quoted in G. Edward Griffin, Deception Was My Job: A Conversation with Yuri Bezmenov, Former Propagandist for the KGB (New York: American Media Inc., 1985).
2. National Commission on Excellence in Education, A Nation at Risk (Washington DC: US Department of Education, 1983), https://www2.ed.gov/pubs/NatAtRisk/risk.html.
3. Ibid.
4. Mark Bauerlein, The Dumbest Generation: How the Digital Age Stupefies Young Americans and Jeopardizes Our Future (New York: Tarcher, 2008), chap. 1.
5. John Taylor Gatto, Dumbing Us Down: The Hidden Curriculum of Compulsory Schooling (Gabriola Island, BC, Canada: New Society Publishers, 2005), 12.
6. Charles J. Sykes, Dumbing Down Our Kids: Why American Children Feel Good About Themselves but Can’t Read, Write, or Add (New York: St. Martin’s Press, 1995), 148–9.
7. Thomas Sowell, Inside American Education: The Decline, the Deception, the Dogmas (New York: The Free Press, 1993), 4.
8. Charlotte Thomson Iserbyt, The Deliberate Dumbing Down of America: A Chronological Paper Trail (Ravenna, OH: Conscience Press, 1999), xvii.
9. Sidney Hook, as quoted in Robin S. Eubanks, Credentialed to Destroy: How and Why Education Became a Weapon (Scotts Valley, CA: Createspace Independent Publishing Platform, 2013), 48.
10. Albert P. Pinkevich, as quoted in Eubanks, Credentialed, 49.
11. Alan Ryan, as quoted in Eubanks, Credentialed, 45–46.
12. “Ten Most Harmful Books of the 19th and 20th Centuries,” Human Events, May 31, 2005, http://humanevents.com/2005/05/31/ten-most-harmful-books-of-the-19th-and-20th-centuries/.
13. Mortimer Smith, And Madly Teach: A Layman Looks at Public School Education (Chicago: Henry Regnery Company, 1949).
14. John A. Stormer, None Dare Call It Treason (Florissant, MO: Liberty Bell Press, 1964), 99.
15. Samuel Taylor Coleridge, as quoted in I. L. Kandel, “Prejudice the Garden toward Roses?” The American Scholar 8, no. 1 (Winter 1938–1939): 77.
16. Christopher Turner, “A Conversation About Happiness, review – a childhood at Summerhill,” The Guardian, March 28, 2014, https://www.theguardian.com/books/2014/mar/28/conversation-happiness-summerhill-school-review-mikey-cuddihy.
17. A. S. Neill, Summerhill: A Radical Approach to Child Rearing (New York: Hart Publishing Company, 1960), chap. 3.
18. Joanne Lipman, “Why Tough Teachers Get Good Results,” The Wall Street Journal, September 27, 2013, https://www.wsj.com/articles/why-tough-teachers-get-good-results-1380323772.
19. Daisy Christodoulou, Seven Myths About Education (London: Routledge, 2014).
20. Diana West, The Death of the Grown-Up: How America’s Arrested Development Is Bringing Down Western Civilization (New York: St. Martin’s Press, 2008), Kindle Edition.
21. Fred Schwarz and David Noebel, You Can Still Trust the Communists … to Be Communists (Socialists, Statists, and Progressives Too) (Manitou Springs, CO: Christian Anti-Communism Crusade, 2010), http://www.schwarzreport.org/resources/you-can-trust-the-communists-to-be-communists.
22. Stein v. Oshinsky, 348 F.2d 999 (2nd Cir. 1965); Collins v. Chandler Unified School District et al., 644 F.2d 759 (9th Cir. 1981).
23. John Taylor Gatto, The Underground History of American Education: A Schoolteacher’s Intimate Investigation Into the Problem of Modern Schooling (Baltimore: Odysseus Group, 2000), chap. 14.
24. Diane Ravitch, “Education after the Culture Wars,” Daedalus 131, no. 3 (Summer 2002), 5–21.
25. E. Merrill Root, Brainwashing in the High Schools: An Examination Of Eleven American History Textbooks (Papamoa Press, 2018), Kindle edition.
26. Katherine Kersten, “Inside a Public School Social Justice Factory,” Washington Examiner, February 1, 2018, https://www.washingtonexaminer.com/weekly-standard/inside-a-public-school-social-justice-factory.
27. History Social Science Framework, adopted by the California State Board of Education July 2016 (Sacramento: California Department of Education, 2017), 431, https://www.cde.ca.gov/ci/hs/cf/documents/hssfwchapter16.pdf.
28. Ibid., 391.
29. Phyllis Schlafly, ed., Child Abuse in the Classroom (Wheaton, IL: Crossway Books, 1984), 13.
30. Herbert Marcuse, Eros and Civilization: A Philosophical Inquiry Into Freud (Boston: Beacon Press, 1966), 35.
31. Brock Chisholm, as quoted in B. K. Eakman, Cloning of the American Mind: Eradicating Morality through Education (Lafayette, LA: Huntington House Publishers, 1998), 109.
32. William Kilpatrick, Why Johnny Can’t Tell Right from Wrong and What We Can Do About It (New York: Simon & Schuster, 1993), 16–17.
33. Sowell, Inside American Education, 36.
34. Ibid., 48.
35. 20/20, “Death in the Classroom,” ABC, August 30, 1991, https://www.youtube.com/watch?v=vbiY6Fz6Few.
36. Sowell, Inside American Education, 38.
37. “Death in the Classroom.”
38. Kilpatrick, Why Johnny, 32.
39. Judith A. Reisman et al., Kinsey, Sex and Fraud: The Indoctrination of a People (Lafayette, LA: Lochinvar-Huntington House, 1990).
40. Robert Rector, “When Sex Ed Becomes Porn 101,” The Heritage Foundation, August 27, 2003, https://www.heritage.org/education/commentary/when-sex-ed-becomes-porn-101.
41. Ibid.
42. Margaret Sanger, as quoted in Norman K. Risjord, Representative Americans: Populists and Progressives (Lanham, MD: Rowman & Littlefield Publishers, 2004), 267.
43. Margaret Sanger, as quoted in Madeline Gray, Margaret Sanger (New York: Penguin Adult Hc/Tr, 1979), 227–228.
44. Rebecca Hersher, “It May Be ‘Perfectly Normal,’ but It’s Also Frequently Banned,” National Public Radio, September 21, 2014, https://www.npr.org/2014/09/21/350366435/it-may-be-perfectly-normal-but-its-also-frequently-banned.
45. Kilpatrick, Why Johnny, 53.
46. Maureen Stout, The Feel-Good Curriculum: The Dumbing Down of America’s Kids in the Name of Self-Esteem (Cambridge, MA: Da Capo Lifelong Books, 2000), 1–3.
47. Ibid., 17.
48. B. K. Eakman, Educating for the ‘New World Order’ (Portland, OR: Halcyon House, 1991), 129.
49. Sol Stern, “How Teachers’ Unions Handcuff Schools,” City Journal, Spring 1997, https://www.city-journal.org/html/how-teachers%E2%80%99-unions-handcuff-schools-12102.html.
50. Troy Senik, “The Worst Union in America: How the California Teachers Association Betrayed the Schools and Crippled the State,” City Journal, Spring 2012, https://www.city-journal.org/html/worst-union-america-13470.html.
51. Kilpatrick, Why Johnny, 39.
52. Samuel Blumenfeld and Alex Newman, Crimes of the Educators: How Utopians Are Using Government Schools to Destroy America’s Children (Washington, D.C.: WND Books, 2015), chap. 14.
53. Charlotte Thomson Iserbyt, “The Deliberate Dumbing Down of America: A Chronological Paper Trail” (Ravenna, OH: Conscience Press, 1999), xvii.
54. Schlafly, Child Abuse, 14.
55. Valerie Strauss, “A Serious Rant about Education Jargon and How It Hurts Efforts to Improve Schools,” The Washington Post, November 11, 2015, https://www.washingtonpost.com/news/answer-sheet/wp/2015/11/11/a-serious-rant-about-education-jargon-and-how-it-hurts-efforts-to-improve-schools/?utm_term=.8ab3d85e9e45.
56. Stormer, None Dare, 104–106.
57. Diane Ravitch, “The Common Core Costs Billions and Hurts Students,” The New York Times, July 23, 2016, https://www.nytimes.com/2016/07/24/opinion/sunday/the-common-core-costs-billions-and-hurts-students.html.