ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ, ΤΟ ΜΑΤΖΙΚΕΡΤ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
του Περικλή Νεάρχου
Η λαθρομετανάστευση συνιστά για την Ελλάδα κορυφαίο εθνικό θέμα.
Η δημιουργία του δεν ήταν αναπόφευκτη. Είναι το αποτέλεσμα των πολιτικών και των ιδεοληψιών όλων αυτών που συνωστίζονται σήμερα στη Βουλή για να καταθέσουν προτάσεις για αντιρατσιστικό νομοσχέδιο με αφορμή τη Χρυσή Αυγή. Η Ελλάδα δεν ήταν ποτέ μια αποικιοκρατική χώρα ώστε να έχει δεσμούς και υποχρεώσεις προς τους λαούς πρώην αποικιοκρατουμένων χωρών. Δεν ήταν, δυστυχώς, και δεν είναι επίσης βιομηχανική χώρα ώστε να έχει μεγάλες ανάγκες ξένου, εισαγόμενου εργατικού δυναμικού. Αντιθέτως, ήταν μέχρι προσφάτως μια χώρα εκπομπής μεταναστών σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Οι μετανάστες όμως αυτοί ήταν νόμιμοι. Με την άδεια και τον έλεγχο των ενδιαφερομένων χωρών.
Είναι σημαντικό να υπογραμμίζεται αυτό για να μην γίνεται σκόπιμη σύγχυση από διάφορους καλοθελητές μεταξύ νομίμων μεταναστών και λαθρομεταναστών με τον γνωστό ισχυρισμό ότι «πήγαμε κι εμείς μετανάστες»!
Η Ελλάδα δεν είχε επομένως κανέναν ουσιαστικό δικό της λόγο ν’ ανοίξει τα σύνορά της και ν’ ανεχθεί την παράνομη είσοδο στη χώρα, είτε με το πρόσχημα του πολιτικού πρόσφυγα είτε με την ιδιότητα του οικονομικού μετανάστη, ανεξέλεγκτων μαζών λαθρομεταναστών, που αριθμούν σήμερα πάνω από δύο εκατομμύρια τουλάχιστον. Ένα μεγάλο μέρος απ’ αυτούς είναι Μουσουλμανικού θρησκεύματος και προέρχονται από τις πιο φανατικές Μουσουλμανικές χώρες, όπως το Πακιστάν, το Μπανγκλαντές, το Αφγανιστάν, η Σομαλία.
Χρειάζεται να υπενθυμίσει κανείς ότι η Ελλάδα δεν είναι οποιαδήποτε χώρα; Είναι μια χώρα, που ιστορικά, από την εμφάνιση του Ισλάμ τον 7ο αι. μ.Χ., αποτέλεσε θρησκευτικό και πολιτιστικό σύνορο, πρώτα ως Βυζάντιο και, στη συνέχεια, ως σύγχρονος Ελληνισμός. Είναι μια χώρα που σήμερα ακόμη εξακολουθεί να έχει προβλήματα με τη γειτονική της Τουρκία, η οποία επιστρέφει, με καλπάζοντα ρυθμό, σε ηγεμονικές αυτοκρατορικές ιδεολογίες του Οθωμανικού παρελθόντος της.
Είναι μια χώρα που σήμερα, ευτυχώς, δεν έχει προβλήματα με τον άλλο Μουσουλμανικό κόσμο. Η άκριτη όμως εγκατάσταση μεγάλου αριθμού Μουσουλμάνων στην Ελλάδα δημιουργεί τον κίνδυνο να προκληθούν προβλήματα με όλο τον Μουσουλμανικό κόσμο. Γι’ αυτό μπορεί να φροντίσει, για τους δικούς της διπλωματικούς και στρατηγικούς λόγους, η Τουρκική πολιτική, που παρουσιάζεται ήδη ως προστάτης και κηδεμόνας των Μουσουλμάνων στην Ελλάδα. Προσφάτως, ο Τούρκος πρωθυπουργός συνέδεσε το άνοιγμα της Σχολής της Χάλκης όχι μόνο με το θέμα των μουφτήδων της Μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη ως συνήθως, αλλά και με τη δημιουργία τεμένους στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη για τις ανάγκες όλων των Μουσουλμάνων στην Ελλάδα.
Η Ελλάδα είναι επίσης μια χώρα που μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή συμφώνησε με την Άγκυρα ανταλλαγή πλυθησμών. Η τελευταία οδήγησε στον ξεριζωμό όλων των Ελληνικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας, που είχαν γλυτώσει από τις διώξεις και τις σφαγές. Οι Μουσουλμάνοι που έφυγαν ήταν μόνο μικρό κλάσμα των Ελλήνων προσφύγων της Μικράς Ασίας. Ο τραγικός ξεριζωμός του Μικρασιατικού Ελληνισμού ενίσχυσε, τουλάχιστον, την εθνική συνοχή της Ελλάδος, σε μια περιοχή που δεν έχει υπερβεί, δυστυχώς, ακόμη τα προβλήματα των εθνικών και θρησκευτικών διαφορών και μειονοτήτων. Πρόσφατο δραματικό παράδειγμα είναι η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, που ήταν, υποτίθεται, πρότυπο «πολυπολιτισμικής κοινωνίας» και αρμονικής συνεργασίας μεταξύ διαφορετικών εθνικών και θρησκευτικών ομάδων.
Με τη μαζική εγκατάσταση στη χώρα, ως λαθρομεταναστών, εκατοντάδων χιλιάδων Μουσουλμάνων ανατρέπεται ουσιαστικά και μονομερώς η συμφωνία ανταλλαγής πληθυσμών και δημιουργείται στη χώρα ένα νέο πρόβλημα. Οι διαστάσεις και οι προεκτάσεις του τελευταίου δεν είναι άμεσα ορατές. Καλύπτονται από την ομίχλη και το θόρυβο της μικροπολιτικής και από θλιβερά και ανερμάτιστα ιδεολογήματα, που δεν έχουν σχέση με τα μεγάλα και ουσιαστικά προβλήματα της χώρας και τις ιδιαιτερότητές της.
Η λαθρομετανάστευση, εάν δεν ελεγχθεί αποτελεσματικά, μπορεί ν’ αποδειχθεί στο μάκρος του χρόνου σε Μαντζικέρτου Νέου Ελληνισμού...
Για όσους εξετάζουν προσεκτικά το πρόβλημα της λαθρομεταναστεύσεως, είναι πασίδηλη η γεωπολιτική του διάσταση. Η μαζική εγκατάσταση ξένων πληθυσμών, ειδικότερα Μουσουλμάνων, διασπά την εθνική συνοχή της χώρας. Δημιουργεί στον Ελληνικό εθνικό χώρο νέα γεωπολιτικά δεδομένα. Γεωπολιτική είναι η γεωγραφία και η πολιτιστική ταυτότητα του πληθυσμού. Η Άγκυρα το γνωρίζει καλά και γι’ αυτό πρωτοστατεί στη διοχέτευση, με κάθε τρόπο, Μουσουλμάνων λαθρομεταναστών στην Ελλάδα. Αρνείται επίσης συστηματικά ν’ αποδεχθεί οποιαδήποτε ουσιαστική συμφωνία επανεισδοχής.
Η Ελλάδα κατέχει μια γεωγραφική θέση που την καθιστά υποχρεωτική είσοδο για τον μεγαλύτερο όγκο λαθρομεταναστών. Αυτό χρησιμοποιείται ως άλλοθι από τις πολιτικές δυνάμεις που πρωτοστάτησαν, είτε ως κυβέρνηση είτε ως αντιπολίτευση, στην ανοχή της παράνομης μεταναστεύσεως, με άλλοθι τα ανθρώπινα δήθεν δικαιώματα και τις «αξίες» της Ευρώπης. Τα ανθρώπινα όμως δικαιώματα και οι «αξίες» της Ευρώπης δεν εμπόδισαν την τελευταία να επιβάλει τη γνωστή συμφωνία Δουβλίνο ΙΙ και να εμμένει, με πλήρη αδιαλλαξία, σ’ αυτήν. Κατηγορεί την Ελλάδα ότι δεν ελέγχει τα σύνορά της και ότι προάγει, με τη στάση της, τη λαθρομετανάστευση στην Ευρώπη.
Η επιβολή της συμφωνίας αυτής στην κυβέρνηση Σημίτη αποτελεί ηχηρό ράπισμα σε όσους προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι δήθεν η ανοχή της λαθρομεταναστεύσεως είναι επιταγή της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Στην πραγματικότητα στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως υπάρχουν αφ’ ενός τα εθνικά κράτη, το καθένα από τα οποία μεριμνά για τα εθνικά του συμφέροντα, και, αφ’ ετέρου, οι υπερεθνικές τάσεις, που εμπνέονται από την παγκοσμιοποίηση και εκφράζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών.
Η δεύτερη αυτή τάση προάγει ενεργά την παγκοσμιοποίηση και την πολιτική της εθνικής αποδομήσεως, συστατικό στοιχείο της οποίας είναι και η προώθηση δημοσιογραφικών μεταλλάξεων στο όνομα της λεγόμενης «πολυπολιτισμικής κοινωνίας». Οι Ελληνικές κυβερνήσεις των δύο τελευταίων δεκαετιών, με πρωταγωνιστές τις κυβερνήσεις Κώστα Σημίτη και Γιώργου Παπανδρέου, ανέλαβαν, αναλώμασι των εθνικών συμφερόντων της χώρας, να διαδραματίσουν στην Ελλάδα ρόλο «πρωτοπορείας» στην Ευρώπη υπέρ της πολιτικής των ανοικτών συνόρων και της ανοχής της λαθρομεταναστεύσεως ως δήθεν «προοδευτικής» πολιτικής.
Ποιος τους έδωσε το δικαίωμα να διασπάσουν την εθνική συνοχή της χώρας και να στρώσουν το δρόμο για την εξέλιξη της λαθρομεταναστεύσεως, στην προοπτική του χρόνου, σε πραγματικό Μαντζικέρτ του Νέου Ελληνισμού;
Το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας είχε αποστασιοποιηθεί προεκλογικά, υπό τη νέα σημερινή ηγεσία του, από την πολιτική οιονεί συμπλεύσεως, που είχε ακολουθήσει προηγουμένως. Ο σημερινός Πρωθυπουργός είχε καταγγείλει ως άοπλη εισβολή στη χώρα τη μαζική λαθρομετανάστευση και είχε διακηρύξει ότι «θα επανακτήσουμε τις πόλεις μας».
Μετά όμως τον ορυμαγδό της Χρυσής Αυγής και την υποχρεωτική συμβίωση και αλληλεγγύη με το μεταλλαγμένο υπόλειμμα του ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου, που όχι μόνο συνεχίζει την πολιτική Ραγκούση του Γιώργου Παπανδρέου αλλά επιπλέον πλειοδοτεί και επαυξάνει, έκανε στροφή και το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Προβάλλει γι’ αυτό ως άλλοθι το κοινό μέτωπο κατά του καταγγελλόμενου φασισμού της Χρυσής Αυγής και την προάσπιση της Δημοκρατίας. Με απλά λόγια, το μέγα θέμα της λαθρομεταναστεύσεως, που αποτελεί στρατηγική και γεωπολιτική απειλή για τη χώρα, υποτάσσεται στη συγκυρία του πολέμου κατά της Χρυσής Αυγής. Αντιμετωπίζεται μέσα από το πρίσμα του περιβόητου δήθεν ρατσισμού των Ελλήνων και της καταγγελλόμενης ξενοφοβίας, που προάγονται πλέον σε επίσημη κρατική πολιτική και ιδεολογία. Ασφαλώς, είναι σκόπιμο να παρθούν τα απαραίτητα μέτρα για την εγγύηση της δημοκρατικής τάξεως και της αποφυγής οποιασδήποτε αυτοδικίας ή αντιποιήσεως αρχής. Το εισαγόμενο όμως νομοσχέδιο δεν περιορίζεται σ’ αυτό.
Εισάγει, με την ευκαιρία αυτή, πολιτική για τη λαθρομετανάστευση, που ανοίγει το δρόμο για τη νομιμοποίηση όλων των λαθρομεταναστών αλλά και την προοπτική του συναγωνισμού και της πλειοδοσίας μεταξύ των κομμάτων για τον προσεταιρισμό της ψήφου των λαθρομεταναστών, που θα μετατραπούν σε ψηφοφόρους με τη νομιμοποίησή τους.
Υφέρπει στο νομοσχέδιο ο υποτιθέμενος συμβιβασμός στο θέμα της ιθαγένειας, πάνω στο οποίο είχε προσκρούσει προηγουμένως το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, που είχε προτείνει ο υπουργός της ΔΗΜΑΡ Αντώνης Ρουπακιώτης. Προβάλλεται ως βάση συμβιβασμού και ως φύλλο συκής για την απόκρυψη της στροφής της Νέας Δημοκρατίας η αποφυγή της άμεσης αποδόσεως της ιθαγένειας και η απόδοση μόνο του καθεστώτος του μονίμως διαμένοντος μετανάστη, σύμφωνα με τη σχετική Ευρωπαϊκή οδηγία.
Σε ποιους όμως θα δοθεί και με ποιους όρους το καθεστώς αυτό; Πώς θα επιτευχθεί σ’ αυτό η επιδιωκόμενη ομοφωνία όλων των κομμάτων του λεγόμενου συνταγματικού τόξου; Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει, ως γνωστόν, την απόδοση σε όλους επισήμων εγγράφων, γιατί θα μπορέσουν έτσι, υποτίθεται, ν’ απεγκλωβισθούν από την Ελλάδα και να πάνε σε άλλες χώρες του κοινού Ευρωπαϊκού χώρου Σένγκεν.
Οι δηλώσεις του Προέδρου του κόμματος της δεξιάς UMP στη Γαλλία και πρώην Προέδρου της Εθνοσυνελεύσεως, JeanFrançoisCopé, ήρθαν να υπενθυμίσουν ποια είναι η πραγματικότητα. Ο JeanFrançoisCopé έθεσε θέμα αποπομπής της Ελλάδος από τη Συμφωνία του Σένγκεν γιατί δεν ελέγχει αποτελεσματικά τα σύνορά της. Είναι προφανές ότι, στην περίπτωση που η Ελλάδα προχωρήσει σε νέα μαζική νομιμοποίηση λαθρομεταναστών, γιατί αυτό σημαίνει η παραχώρηση σ’ αυτούς επισήμων εγγράφων, οι άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, που έχουν πάρει ήδη αυστηρά μέτρα για τον έλεγχο της λαθρομεταναστεύσεως, θα αντιδράσουν άμεσα.
Θα θέσουν θέμα αποχωρήσεως της Ελλάδος από τη Συμφωνία Σένγκεν και θα εφαρμόσουν, βεβαίως, τις γνωστές πρόνοιες της Συμφωνίας Δουβλίνο ΙΙ, επαναπροώθηση δηλαδή στην αρχική χώρα υποδοχής, την Ελλάδα, όλων των λαθρομεταναστών που θα έρχονταν από την Ελλάδα και τους οποίους δεν θα ήθελαν. Εν τω μεταξύ όμως η Ελλάδα θα τους είχε νομιμοποιήσει αποδίδοντάς τους το καθεστώς του μονίμως διαμένοντος, και δεν θα είχε το δικαίωμα να τους επαναπροωθήσει. Θα ήταν υπό την προστασία της σχετικής Ευρωπαϊκής Οδηγίας και γενικότερα του Ευρωπαϊκού δικαίου.
Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά εάν γίνονταν διαπραγματεύσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αποδέχονταν προκαταβολικά ένα τέτοιο μέτρο οι άλλες χώρες.
Ποιο είναι όμως σήμερα το κλίμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση όχι μόνο απέναντι στη λαθρομετανάστευση από τρίτες χώρες, αλλά και στη μετανάστευση από χώρες-μέλη, που είναι απολύτως νόμιμη και προβλέπεται από τις Συνθήκες, φαίνεται από την πρόσφατη πρωτοβουλία ομάδας βορείων χωρών. Με πρωτοβουλία της Μεγάλης Βρετανίας τέσσερις χώρες-μέλη έθεσαν θέμα περιορισμού της μεταναστεύσεως από χώρες-μέλη του Ευρωπαϊκού Νότου!
Η λαθρομετανάστευση είναι μέγα θέμα και ένα από αυτά που εκτίναξαν την ασήμαντη προηγουμένως Χρυσή Αυγή. Δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως υποπαράγωγο του αγώνα κατά της Χρυσής Αυγής και ως δήθεν πρόβλημα ρατσισμού και ξενοφοβίας.
* Πρέσβης ε.τ.
ΠΗΓΗ: ΕΠΙΚΑΙΡΑ
του Περικλή Νεάρχου
Η λαθρομετανάστευση συνιστά για την Ελλάδα κορυφαίο εθνικό θέμα.
Η δημιουργία του δεν ήταν αναπόφευκτη. Είναι το αποτέλεσμα των πολιτικών και των ιδεοληψιών όλων αυτών που συνωστίζονται σήμερα στη Βουλή για να καταθέσουν προτάσεις για αντιρατσιστικό νομοσχέδιο με αφορμή τη Χρυσή Αυγή. Η Ελλάδα δεν ήταν ποτέ μια αποικιοκρατική χώρα ώστε να έχει δεσμούς και υποχρεώσεις προς τους λαούς πρώην αποικιοκρατουμένων χωρών. Δεν ήταν, δυστυχώς, και δεν είναι επίσης βιομηχανική χώρα ώστε να έχει μεγάλες ανάγκες ξένου, εισαγόμενου εργατικού δυναμικού. Αντιθέτως, ήταν μέχρι προσφάτως μια χώρα εκπομπής μεταναστών σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Οι μετανάστες όμως αυτοί ήταν νόμιμοι. Με την άδεια και τον έλεγχο των ενδιαφερομένων χωρών.
Είναι σημαντικό να υπογραμμίζεται αυτό για να μην γίνεται σκόπιμη σύγχυση από διάφορους καλοθελητές μεταξύ νομίμων μεταναστών και λαθρομεταναστών με τον γνωστό ισχυρισμό ότι «πήγαμε κι εμείς μετανάστες»!
Η Ελλάδα δεν είχε επομένως κανέναν ουσιαστικό δικό της λόγο ν’ ανοίξει τα σύνορά της και ν’ ανεχθεί την παράνομη είσοδο στη χώρα, είτε με το πρόσχημα του πολιτικού πρόσφυγα είτε με την ιδιότητα του οικονομικού μετανάστη, ανεξέλεγκτων μαζών λαθρομεταναστών, που αριθμούν σήμερα πάνω από δύο εκατομμύρια τουλάχιστον. Ένα μεγάλο μέρος απ’ αυτούς είναι Μουσουλμανικού θρησκεύματος και προέρχονται από τις πιο φανατικές Μουσουλμανικές χώρες, όπως το Πακιστάν, το Μπανγκλαντές, το Αφγανιστάν, η Σομαλία.
Χρειάζεται να υπενθυμίσει κανείς ότι η Ελλάδα δεν είναι οποιαδήποτε χώρα; Είναι μια χώρα, που ιστορικά, από την εμφάνιση του Ισλάμ τον 7ο αι. μ.Χ., αποτέλεσε θρησκευτικό και πολιτιστικό σύνορο, πρώτα ως Βυζάντιο και, στη συνέχεια, ως σύγχρονος Ελληνισμός. Είναι μια χώρα που σήμερα ακόμη εξακολουθεί να έχει προβλήματα με τη γειτονική της Τουρκία, η οποία επιστρέφει, με καλπάζοντα ρυθμό, σε ηγεμονικές αυτοκρατορικές ιδεολογίες του Οθωμανικού παρελθόντος της.
Είναι μια χώρα που σήμερα, ευτυχώς, δεν έχει προβλήματα με τον άλλο Μουσουλμανικό κόσμο. Η άκριτη όμως εγκατάσταση μεγάλου αριθμού Μουσουλμάνων στην Ελλάδα δημιουργεί τον κίνδυνο να προκληθούν προβλήματα με όλο τον Μουσουλμανικό κόσμο. Γι’ αυτό μπορεί να φροντίσει, για τους δικούς της διπλωματικούς και στρατηγικούς λόγους, η Τουρκική πολιτική, που παρουσιάζεται ήδη ως προστάτης και κηδεμόνας των Μουσουλμάνων στην Ελλάδα. Προσφάτως, ο Τούρκος πρωθυπουργός συνέδεσε το άνοιγμα της Σχολής της Χάλκης όχι μόνο με το θέμα των μουφτήδων της Μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη ως συνήθως, αλλά και με τη δημιουργία τεμένους στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη για τις ανάγκες όλων των Μουσουλμάνων στην Ελλάδα.
Η Ελλάδα είναι επίσης μια χώρα που μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή συμφώνησε με την Άγκυρα ανταλλαγή πλυθησμών. Η τελευταία οδήγησε στον ξεριζωμό όλων των Ελληνικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας, που είχαν γλυτώσει από τις διώξεις και τις σφαγές. Οι Μουσουλμάνοι που έφυγαν ήταν μόνο μικρό κλάσμα των Ελλήνων προσφύγων της Μικράς Ασίας. Ο τραγικός ξεριζωμός του Μικρασιατικού Ελληνισμού ενίσχυσε, τουλάχιστον, την εθνική συνοχή της Ελλάδος, σε μια περιοχή που δεν έχει υπερβεί, δυστυχώς, ακόμη τα προβλήματα των εθνικών και θρησκευτικών διαφορών και μειονοτήτων. Πρόσφατο δραματικό παράδειγμα είναι η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, που ήταν, υποτίθεται, πρότυπο «πολυπολιτισμικής κοινωνίας» και αρμονικής συνεργασίας μεταξύ διαφορετικών εθνικών και θρησκευτικών ομάδων.
Με τη μαζική εγκατάσταση στη χώρα, ως λαθρομεταναστών, εκατοντάδων χιλιάδων Μουσουλμάνων ανατρέπεται ουσιαστικά και μονομερώς η συμφωνία ανταλλαγής πληθυσμών και δημιουργείται στη χώρα ένα νέο πρόβλημα. Οι διαστάσεις και οι προεκτάσεις του τελευταίου δεν είναι άμεσα ορατές. Καλύπτονται από την ομίχλη και το θόρυβο της μικροπολιτικής και από θλιβερά και ανερμάτιστα ιδεολογήματα, που δεν έχουν σχέση με τα μεγάλα και ουσιαστικά προβλήματα της χώρας και τις ιδιαιτερότητές της.
Η λαθρομετανάστευση, εάν δεν ελεγχθεί αποτελεσματικά, μπορεί ν’ αποδειχθεί στο μάκρος του χρόνου σε Μαντζικέρτου Νέου Ελληνισμού...
Για όσους εξετάζουν προσεκτικά το πρόβλημα της λαθρομεταναστεύσεως, είναι πασίδηλη η γεωπολιτική του διάσταση. Η μαζική εγκατάσταση ξένων πληθυσμών, ειδικότερα Μουσουλμάνων, διασπά την εθνική συνοχή της χώρας. Δημιουργεί στον Ελληνικό εθνικό χώρο νέα γεωπολιτικά δεδομένα. Γεωπολιτική είναι η γεωγραφία και η πολιτιστική ταυτότητα του πληθυσμού. Η Άγκυρα το γνωρίζει καλά και γι’ αυτό πρωτοστατεί στη διοχέτευση, με κάθε τρόπο, Μουσουλμάνων λαθρομεταναστών στην Ελλάδα. Αρνείται επίσης συστηματικά ν’ αποδεχθεί οποιαδήποτε ουσιαστική συμφωνία επανεισδοχής.
Η Ελλάδα κατέχει μια γεωγραφική θέση που την καθιστά υποχρεωτική είσοδο για τον μεγαλύτερο όγκο λαθρομεταναστών. Αυτό χρησιμοποιείται ως άλλοθι από τις πολιτικές δυνάμεις που πρωτοστάτησαν, είτε ως κυβέρνηση είτε ως αντιπολίτευση, στην ανοχή της παράνομης μεταναστεύσεως, με άλλοθι τα ανθρώπινα δήθεν δικαιώματα και τις «αξίες» της Ευρώπης. Τα ανθρώπινα όμως δικαιώματα και οι «αξίες» της Ευρώπης δεν εμπόδισαν την τελευταία να επιβάλει τη γνωστή συμφωνία Δουβλίνο ΙΙ και να εμμένει, με πλήρη αδιαλλαξία, σ’ αυτήν. Κατηγορεί την Ελλάδα ότι δεν ελέγχει τα σύνορά της και ότι προάγει, με τη στάση της, τη λαθρομετανάστευση στην Ευρώπη.
Η επιβολή της συμφωνίας αυτής στην κυβέρνηση Σημίτη αποτελεί ηχηρό ράπισμα σε όσους προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι δήθεν η ανοχή της λαθρομεταναστεύσεως είναι επιταγή της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Στην πραγματικότητα στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως υπάρχουν αφ’ ενός τα εθνικά κράτη, το καθένα από τα οποία μεριμνά για τα εθνικά του συμφέροντα, και, αφ’ ετέρου, οι υπερεθνικές τάσεις, που εμπνέονται από την παγκοσμιοποίηση και εκφράζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών.
Η δεύτερη αυτή τάση προάγει ενεργά την παγκοσμιοποίηση και την πολιτική της εθνικής αποδομήσεως, συστατικό στοιχείο της οποίας είναι και η προώθηση δημοσιογραφικών μεταλλάξεων στο όνομα της λεγόμενης «πολυπολιτισμικής κοινωνίας». Οι Ελληνικές κυβερνήσεις των δύο τελευταίων δεκαετιών, με πρωταγωνιστές τις κυβερνήσεις Κώστα Σημίτη και Γιώργου Παπανδρέου, ανέλαβαν, αναλώμασι των εθνικών συμφερόντων της χώρας, να διαδραματίσουν στην Ελλάδα ρόλο «πρωτοπορείας» στην Ευρώπη υπέρ της πολιτικής των ανοικτών συνόρων και της ανοχής της λαθρομεταναστεύσεως ως δήθεν «προοδευτικής» πολιτικής.
Ποιος τους έδωσε το δικαίωμα να διασπάσουν την εθνική συνοχή της χώρας και να στρώσουν το δρόμο για την εξέλιξη της λαθρομεταναστεύσεως, στην προοπτική του χρόνου, σε πραγματικό Μαντζικέρτ του Νέου Ελληνισμού;
Το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας είχε αποστασιοποιηθεί προεκλογικά, υπό τη νέα σημερινή ηγεσία του, από την πολιτική οιονεί συμπλεύσεως, που είχε ακολουθήσει προηγουμένως. Ο σημερινός Πρωθυπουργός είχε καταγγείλει ως άοπλη εισβολή στη χώρα τη μαζική λαθρομετανάστευση και είχε διακηρύξει ότι «θα επανακτήσουμε τις πόλεις μας».
Μετά όμως τον ορυμαγδό της Χρυσής Αυγής και την υποχρεωτική συμβίωση και αλληλεγγύη με το μεταλλαγμένο υπόλειμμα του ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου, που όχι μόνο συνεχίζει την πολιτική Ραγκούση του Γιώργου Παπανδρέου αλλά επιπλέον πλειοδοτεί και επαυξάνει, έκανε στροφή και το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Προβάλλει γι’ αυτό ως άλλοθι το κοινό μέτωπο κατά του καταγγελλόμενου φασισμού της Χρυσής Αυγής και την προάσπιση της Δημοκρατίας. Με απλά λόγια, το μέγα θέμα της λαθρομεταναστεύσεως, που αποτελεί στρατηγική και γεωπολιτική απειλή για τη χώρα, υποτάσσεται στη συγκυρία του πολέμου κατά της Χρυσής Αυγής. Αντιμετωπίζεται μέσα από το πρίσμα του περιβόητου δήθεν ρατσισμού των Ελλήνων και της καταγγελλόμενης ξενοφοβίας, που προάγονται πλέον σε επίσημη κρατική πολιτική και ιδεολογία. Ασφαλώς, είναι σκόπιμο να παρθούν τα απαραίτητα μέτρα για την εγγύηση της δημοκρατικής τάξεως και της αποφυγής οποιασδήποτε αυτοδικίας ή αντιποιήσεως αρχής. Το εισαγόμενο όμως νομοσχέδιο δεν περιορίζεται σ’ αυτό.
Εισάγει, με την ευκαιρία αυτή, πολιτική για τη λαθρομετανάστευση, που ανοίγει το δρόμο για τη νομιμοποίηση όλων των λαθρομεταναστών αλλά και την προοπτική του συναγωνισμού και της πλειοδοσίας μεταξύ των κομμάτων για τον προσεταιρισμό της ψήφου των λαθρομεταναστών, που θα μετατραπούν σε ψηφοφόρους με τη νομιμοποίησή τους.
Υφέρπει στο νομοσχέδιο ο υποτιθέμενος συμβιβασμός στο θέμα της ιθαγένειας, πάνω στο οποίο είχε προσκρούσει προηγουμένως το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, που είχε προτείνει ο υπουργός της ΔΗΜΑΡ Αντώνης Ρουπακιώτης. Προβάλλεται ως βάση συμβιβασμού και ως φύλλο συκής για την απόκρυψη της στροφής της Νέας Δημοκρατίας η αποφυγή της άμεσης αποδόσεως της ιθαγένειας και η απόδοση μόνο του καθεστώτος του μονίμως διαμένοντος μετανάστη, σύμφωνα με τη σχετική Ευρωπαϊκή οδηγία.
Σε ποιους όμως θα δοθεί και με ποιους όρους το καθεστώς αυτό; Πώς θα επιτευχθεί σ’ αυτό η επιδιωκόμενη ομοφωνία όλων των κομμάτων του λεγόμενου συνταγματικού τόξου; Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει, ως γνωστόν, την απόδοση σε όλους επισήμων εγγράφων, γιατί θα μπορέσουν έτσι, υποτίθεται, ν’ απεγκλωβισθούν από την Ελλάδα και να πάνε σε άλλες χώρες του κοινού Ευρωπαϊκού χώρου Σένγκεν.
Οι δηλώσεις του Προέδρου του κόμματος της δεξιάς UMP στη Γαλλία και πρώην Προέδρου της Εθνοσυνελεύσεως, JeanFrançoisCopé, ήρθαν να υπενθυμίσουν ποια είναι η πραγματικότητα. Ο JeanFrançoisCopé έθεσε θέμα αποπομπής της Ελλάδος από τη Συμφωνία του Σένγκεν γιατί δεν ελέγχει αποτελεσματικά τα σύνορά της. Είναι προφανές ότι, στην περίπτωση που η Ελλάδα προχωρήσει σε νέα μαζική νομιμοποίηση λαθρομεταναστών, γιατί αυτό σημαίνει η παραχώρηση σ’ αυτούς επισήμων εγγράφων, οι άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, που έχουν πάρει ήδη αυστηρά μέτρα για τον έλεγχο της λαθρομεταναστεύσεως, θα αντιδράσουν άμεσα.
Θα θέσουν θέμα αποχωρήσεως της Ελλάδος από τη Συμφωνία Σένγκεν και θα εφαρμόσουν, βεβαίως, τις γνωστές πρόνοιες της Συμφωνίας Δουβλίνο ΙΙ, επαναπροώθηση δηλαδή στην αρχική χώρα υποδοχής, την Ελλάδα, όλων των λαθρομεταναστών που θα έρχονταν από την Ελλάδα και τους οποίους δεν θα ήθελαν. Εν τω μεταξύ όμως η Ελλάδα θα τους είχε νομιμοποιήσει αποδίδοντάς τους το καθεστώς του μονίμως διαμένοντος, και δεν θα είχε το δικαίωμα να τους επαναπροωθήσει. Θα ήταν υπό την προστασία της σχετικής Ευρωπαϊκής Οδηγίας και γενικότερα του Ευρωπαϊκού δικαίου.
Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά εάν γίνονταν διαπραγματεύσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αποδέχονταν προκαταβολικά ένα τέτοιο μέτρο οι άλλες χώρες.
Ποιο είναι όμως σήμερα το κλίμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση όχι μόνο απέναντι στη λαθρομετανάστευση από τρίτες χώρες, αλλά και στη μετανάστευση από χώρες-μέλη, που είναι απολύτως νόμιμη και προβλέπεται από τις Συνθήκες, φαίνεται από την πρόσφατη πρωτοβουλία ομάδας βορείων χωρών. Με πρωτοβουλία της Μεγάλης Βρετανίας τέσσερις χώρες-μέλη έθεσαν θέμα περιορισμού της μεταναστεύσεως από χώρες-μέλη του Ευρωπαϊκού Νότου!
Η λαθρομετανάστευση είναι μέγα θέμα και ένα από αυτά που εκτίναξαν την ασήμαντη προηγουμένως Χρυσή Αυγή. Δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως υποπαράγωγο του αγώνα κατά της Χρυσής Αυγής και ως δήθεν πρόβλημα ρατσισμού και ξενοφοβίας.
* Πρέσβης ε.τ.
ΠΗΓΗ: ΕΠΙΚΑΙΡΑ
0 Comments
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ να γράφετε με Ελληνικούς χαρακτήρες και να είστε κόσμιοι στις εκφράσεις σας. Οποιοδήποτε άλλο σχόλιο με γκρικλις και ξένη γλώσσα θα διαγράφετε. Ευχαριστώ!