ΝΑΙ, ΥΠΑΡΧΕΙ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ! ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Τήν ὥρα πού τό πιό χυδαῖο, πιό διεφθαρμένο, πιό πατριδοκτόνο, πιό ἐθνο­κτόνο καί πιό ἀντιδημοκρατικό πολιτικό «σύστημα» -πολιτικές συμμορίες- βρί­σκεται σέ πλήρη καί πολύμορφη καί πολυεπίπεδη ἀποσύνθεση, κάνει τήν ἐμφα­νισή της μιά πλειάδα ἀνθρώπων τῶν γραμμάτων, τῆς ἐπιστήμης καί τῆς τέχνης γιά νά τοῦ δώσει «τό φιλί τῆς ζωῆς» στό ὄνομα ἑνός ἀνύπαρκτου ρατσισμοῦ, ὁ ὁποῖος ὑπάρχει μόνον ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων.

Πρόκειται γιά… ἐπωνύμους ἀρκετοί ἀπό τούς ὁποίους σιτίστηκαν καί σιτίζονται ἀπό τό φτωχό πρυτανεῖο καί τό ὁποῖο ποικιλοτρόπως ὑπηρέτησαν καί ὑπηρετοῦν παρά τίς δυσόδεις ὀσμές του. Πρόκειται γιά ἐπωνύμους, ἀρκετοί ἀπό τούς ὁποίους συμπορεύθηκαν, στήριξαν καί ἀναπαρήγαγαν τήν πιό διεφθαρμένη δημοκρατία τῆς Οἰκουμένης. Αὐτή τους καί μόνο ἡ στάση αὐτοαναιρεῖ τήν ἰδιότητα τοῦ πνευματικοῦ ταγοῦ, γιατί ἕνας ἀληθινός πνευματικός ταγός ὑψώνει φωνή διαμαρτυρίας ἐναντίον τῆς πολιτικῆς χυδαιότητας καί δέν σιωπᾶ, καί πολύ περισσότερο, δέν τή στηρίζει οὔτε μέ τήν ψῆφο του οὔτε μέ τό λόγο του.

Ὁ ἀληθινός πνευματικός ταγός καί νομπελίστας Α. Καμύ ἔγραψε: «Σωπαίνοντας ἀφήνεις νά πιστεύουν ὅτι δέν ἔχεις οὔτε κρίση, οὔτε ἐπιθυμία γιά τίποτα» (βλ. «Ὁ ἐπαναστατημένος ἄνθρωπος», Ἀθήνα 1971, σελ. 28).

Δέν γνωρίζω ἄν καί πόσο ἀρκετοί ἀπό τούς ὑπογράφοντες τήν: «Ἀνοιχτή ἐπιστολή πρός τούς νέους γιά τό ρατσισμό», ἀνταποκρίθηκαν σ’αὐτή τήν ὑποχρεωσή τους νά μιλήσουν. Καί ὅταν λέω νά μιλήσουν ἐννοῶ ν’ ἀσκήσουν κριτική κατά τῆς ἐξουσίας καί ὄχι νά μᾶς πεῖ ἡ πρώτη ὑπογραφουσα ὅτι: «Ὁ Γιῶργος Παπανδρέου εἶναι σπουδαῖος πολιτικός» (Αὐτά ὅταν ὁ δραπετεύσας Giorgos ἦταν στήν ἐξουσία). Ὅταν εἶσαι ἀληθινός πνευματικός ταγός πρίν ἀπ’ ὅλα καί πάνω ἀπ’ ὅλα εἶσαι ἀληθινός στήν παρουσίαση τῶν γεγονότων καί ἀντικειμενικός στίς κρίσεις σου.

Συνεπῶς, ὅταν βλέπεις καί καταγγέλεις μόνο τά ἐγκλήματα κατά τῶν ξένων δηλαδή κατά τῶν λαθρομεταναστῶν καί σιωπᾶς προκλητικά καί ἔνοχα για τά κακουργήματα αὐτῶν κατά τῶν ἀνυπεράσπιστων Ἑλλήνων, τότε δέν εἶσαι ἀληθινός πνευματικός ταγός. Πολύ περισσότερο ὅτι τήν καλοπέραση καί τήν πνευματική καί τήν καλ­λιτεχνινή δόξα τή χρωστάς καί σ’ αὐτά τά θύματα τῶν Ἑλλήνων καί ὄχι στούς λαθρομετανάστες. Αὐτοί οὔτε Ἑλληνικές ταινίες βλέπουν, οὔτε ἑλληνικά βιβλία διαβάζουν, οὔτε ζωγραφικούς πίνακες Ἑλλήνων βλέπουν οὔτε καλοπληρωμένες συναυλίες Ἑλλήνων τραγουδιστῶν παρακολουθοῦν.

Ἐξάλλου, τό ποιός καί πόσο ἐγκληματεῖ περισσότερο, μποροῦν οἱ συντάκτες τῆς ἐπιστολῆς νά τό πληροφορηθοῦν ἀπό τά βοῶντα στατιστικά στοιχεῖα στά ὁποῖα οὔτε κάν κάνουν ἀναφορά. Γράφουν καί μιλοῦν -οἱ πιό πολλοί τους- ὠσάν ἡ Ἑλλάδα νά ζεῖ σέ παρα­δείσους ἐνῶ γνωρίζουν πολύ καλά καί τήν ἀπόλυτη σήψη τοῦ πολιτικοῦ συ­στήματος καί τήν ἀπόλυτη, πολύμορφη καί πολυεπίπεδη χρεοκοπία καί τίς χιλιάδες αὐτοκτονίες Ἑλλήνων. Γι’ αὐτά οὔτε μία λέξη!

Ἐπειδή ὅμως τό περιεχόμενο ἀβανταδόρικης (υπέρ λαθρομεταναστών) ἐπιστολῆς ἀπαν­τᾶται ἀπό τό σχετικό ἔργο μου πού ἐκδόθηκε, σχεδόν, ταυτόχρονα, μέ τή δημο­σίευση αὐτῆς τῆς ἐπιστολῆς δέν θά προβῶ σέ περισσότερη ἀνάλυσή της. Θά σταθῶ ὅμως σέ δύο μόττο, τῆς ἐπιστολῆς αὐτῆς.

Τό πρῶτο εἶναι ὁ καβαβικός στίχος: «μέ τό δικαίωμά σου νά’ σαι πολίτης εἰς τῶν ἰδεῶν τήν πόλι».

Γιά τό ζήτημα αὐτό θά ἔλεγα:

α) Οἱ λαθρομετανάστες δέν εἶναι πολίτες.

β) Οὔτε οἱ Ἕλληνες ψηφοφόροι, στό σύνολό τους, εἶναι πολίτες μέ τήν ἀριστοτελική ἔννοια (βλ. τή Σειρά τῶν ἄρθρων μου στό ἑβδομαδιαῖο περιοδικό «Πολιτικά Θέματα» ἀπό 15 Μαΐου ἕως 26 Ἰουνίου 1992, ὅπου τά κείμενά μου μέ τό γενικό τίτλο: «Ἡ Ἑλλάδα χωρίς πολίτες» καί «ὁ δεκάλογος τοῦ πολίτη»

γ) Στό ἔργο μου πού μόλις ἐκδόθηκε ἀπό τίς ἐκδ. «Πελασγός» - Ι. Γιαν­νάκενας, μέ τόν τίτλο: «Ἐχθροπάθεια: Ἡ μεγάλη ἐμπάθεια κατά τῶν Ἑλλήνων» δίνονται ἀπαντήσεις καί σ’αὐτό τό ζήτημα τοῦ ἀληθινοῦ πολίτη, μέ ἀναφορές στόν Ἀριστοτέλη καί τήν Ἀθηναϊκή Δημοκρατία καί πῶς αὐτή ἀντιμετώπιζε τό θέμα.

Ὡς πρός τό δεύτερο μόττο τῶν ἐπιστολογράφων, πού ἐπικαλοῦνται τήν «Ἀντιγόνη» τοῦ Σοφοκλῆ:

«Γεννήθηκα γιά ν’ ἀγαπῶ καί ὄχι γιά νά μισῶ», ὁ γράφων ἀπαντᾶ:


Πρόκειται γιά μία ἐξωανθρώπινη, ἐξωκοινωνική, ἐξωπολιτική καί ἐξωϊστορική εὐχή. Γιατί; Ἡ ἀπάντηση στό πιό πάνω ἔργο μου καί στό Ἴντερνετ. Ὁ γράφων δήλωσε ὅτι μισεῖ τούς πολιτικούς ἀπατεῶνες πού πούλησαν τήν Ἑλλάδα καί τήν ἔβαλαν μέ ἀπάτη στό Δ.Ν.Τ. Μισεῖ τούς διεφθαρμένους πολιτικούς πού λήστεψαν τήν Ἑλλάδα. Μισεῖ τούς δῆθεν πνευματικούς ταγούς πού συνήργησαν στήν παρα­χάραξη τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας καί σέ ὅσους σιωποῦν.

Ἐπειδή ὅμως ἀνάμεσα στούς ὑπογράφοντες εἶναι καί καταξιωμένοι πνευ­ματικοί ἄνθρωποι τῆς λογοτεχνίας, πού «γεννήθηκαν γιά ν’ἀγαποῦν» - αἴσθημα ἐν ἀνεπαρκεία στή ζωή τῶν ἀνθρώπων – σκέφθηκα νά παραθέσω καί τούτους τούς στίχους ἀπό τόν ἐθνικό μας βάρδο, τόν Κωστῆ Παλαμᾶ, ὁ ὁποῖος ἀναδεικνύει τό μῖσος στό ποιημά του: «Σιδερένια Πλάσις», στούς ὁποίους διαβάζουμε: «Μισεῖ ὁ πατέρας τό παιδί, καί τό παιδί γιορτάζει, Γιά τοῦ πατέρα τό χαμό. Ἀναγαλλιάζει κι ὁ ἀδελφός τ’ἀδέλφια νά σπαράζη».

του Παναγιώτη Παπαγαρυφάλλου*
* Πρόεδρος Επιτροπής ενημερώσεως επί των εθνικών θεμάτων